United States or Namibia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έστελνε γράμματα και μηνύματα στους Αθηναίους γυρεύοντας τη σοφή τους βοήθεια, κ' οι Αθηναίοι πάλι ανοίγανε ναούς, ξανάστηναν γκρεμισμένους βωμούς, και κάμνανε θυσίες και πανηγύρια. Κι όταν καταστάλαξε στη Θράκη, εξόν από το στράτεμά του τον τριγύριζαν κι όλης της Ελλάδας και της Ανατολής οι αρχαιόσοφοι, που καθώς είδαμε τον είχανε στο λαιμό τους παρμένο.

Τα σκάνδαλα είχανε ξεχασθή, γιατί ο κόσμος λησμονεί εύκολα και οι ίδιοι οι διώχτες του τον εδέχτηκαν πάλι. Ίσως είχαν ελπίδα πως θα εδιωρθώθηκε. Μα δε βαριέσαι, μετά καιρό, τα ίδια και πάλι φωνές, ταραχή, καυγάδες, βρωμόλογα και στο τέλος διώξιμο νύχτα!

Κι' ο ένας κι' ο άλλος είχανε πολλά ιδεί και πολλά πάθει. Κι' όταν το καράβι θάνοιγε πανιά από το Σουρινάμ για την Ιαπωνία περνώντας από το ακρωτήριο της Καλής-Ελπίδας,θάχανε καιρό να συζητήσουνε σε όλο τους το ταξίδι για το φυσικό και ηθικό κακό.

Αχώριστοί του σύντροφοι, σφυριά, τριχιαίς, αμμώνι, Στουρνάρια για το γδάρσιμο, παληόκαρφα, ψαλίδαις, Μια νυχτερίδα, ένας σκορπιός, μια κίσσα, μια χελώνα. Κανένας δεν εγνώριζετη Λιβαδειά πώς ήρθε. Τον είχε ρίξη σύγνεφο;... Τον είχανε ξεράση Τα χώματα του ρουπακιού;... Κανένας δεν το ξέρει.

Στην καλύβα με τα πράσινα κλαδιά, τη στρωμένη με δροσερά χόρτα πρώτη ξαπλώθη η Βασίλισσα, και ο Τριστάνος έπεσε δίπλα της, αποθέτοντας το σπαθί του στη μέση, γυμνό. Τυχερό τους που δεν είχανε βγάλει τα ρούχα τους. Η Βασίλισσα φορούσε στο δάχτυλο το χρυσό δαχτυλίδι με τα ωραία σμαράγδια που της είχε δώσει ο Βασιληάς Μάρκος την ημέρα των γάμων.

Δεν αστειευόντανε μαζί του, μα εκείνο που τους διηγότανε τους δυνάμωνε στα αίστημα πως είχανε μπροστά τους ένα πλάσμα παράξενα λεπτό και τρυφερό και το παίρνανε στα χέρια τους και τα ανεβάζανε στους βράχους. Κι ο Σβεν δεν άφινε την ευτυχία του να συγχυστή από αυτούς τους μύθους. Είτανε τόσο συνειθισμένος μ' αυτούς, ώστε του φαινότανε πως τον ακολουθούσανε σαν ο ίσκιος τον ήλιο.

Και το βασιλόπουλο ξεκίνησε πάλι, διάβηκε όρη και βουνά, διάβηκε θάλασσες και ποτάμια κ' έφτασε ένα δειλινό στο μαγεμένο περιβόλι. Τα δένδρα σαν το είδαν από μακρυά, μετανόησαν που το είχανε προδώσει με το βουητό τους, το λυπηθήκανε και τούδειξαν μακρυά, στην κορυφή του βουνού, το σιδερένιο πύργο, που ήταν κλεισμένη η βασιλοπούλα.

Ακόμα κ' οι θεατρικοί ιμπρεσσάριοι των θιάσων που περιώδευαν είχανε μαζί τους τούς δραματικούς κριτικούς των, όταν έβγαιναν σε περιοδεία και τους πλήρωναν πολύ καλούς μισθούς για να γράφουν κριτικές για ρεκλάμα. Ό,τι πράγματι είναι νεωτεριστικό στη ζωή μας το χρωστούμε στους Έλληνες. Ό,τι είναι αναχρονισμός οφείλεται στο μεσαιωνισμό.

Τώρα περάσανε σιμά μου χωρίς να μου αφήσουνε σημάδι, σα να μην είχανε ειπωθεί. Τα πήρα σαν τα τελευταία κύματα έπειτα από την τρικυμία, σαν την τελευταία αλαφρή φουσκοθαλασσιά έπειτα από την ταραχή του πελάγου. Χαμογέλασα με τη βεβαιότητα του νικητή, που την ξανακέρδισε πάλι, και την κοίταξα στα μάτια κ' είπα: — Τώρα όμως θέλεις να ζήσης; — Ναι, είπε. Θέλω να ζήσω για σένα και για τα παιδιά.

Ήτανε καιρός τώρα που τα πουλιά είχανε πάρει για το βασιλόπουλο ανθρωπινή λαλίτσα και του μιλούσανε λόγια γλυκά και μπιστεμένα. Καθώς περνούσε ο κυνηγός μέσα στα σύθαμπα του λόγγου, γυρεύονταςκάτι γυρεύοντας με τα μάτια ολόγυρα — , ένας πετροκότσυφας, πούχε χωθή μέσα στα κλαριά, φεύγοντας την άψη του ήλιου, του σφύριξε στ' αυτίΠάρε την πλαγιά του βουνού και κατέβα στη ρεματιά.