Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Εκατό λεπροί, παραμορφωμένοι, με το κρέας φαγωμένο και ξασπρουλιασμένο, είχανε τρέξει με τα δεκανίκια τους, και στριφογύριζαν μπροστά στη φωτιά, και τα αιματηρά μάτια τους, κάτω από τα πρισμένα βλέφαρα, έχαιραν με το θέαμα. Ο Ύβαινος ο απαισιώτερος από τους λεπρούς, φώναζε στο Βασιληά με τη στριγγιά φωνή του: «Μεγαλειότατε, θέλεις να ρίξης τη γυναίκα σου σ' αυτό το καμίνι.

Θα μου πης πώς κατόπι, σαν πήγε να μας πνίξ' η πλημμύρα, βρεθήκανε Φράγκοι που έδωσαν όχι βοήθεια, μόνο τη ζωή τους για το έθνος που πρωτόφερε στη γης τον ανθρωπισμό. Αυτοί τον είχανε στ' αλήθεια τον ανθρωπισμό.

Τους κύτταζε και ποτέ δεν τον χόρταινεν η θέα τους. Πάντοτε κάτι νέο είχανε να του πούνε. Τώρα παρατηρούσε ότι αισθάνονταν την ευτυχία του νερού περισσότερο από τα καράβια, και στο πλέψιμό τους υπήρχε περισσότερη φυσικότητα από κείνα. Ακόμα έβλεπε τον ηδονισμό τους. Ερωμένη τους η θάλασσα που την απολαβαίνανε λίγη- λίγη, όπως γεύεται κανένας ρουφηξές-ρουφηξές το καλό κρασί.

Εμπρός, είπα στον Άλλον. Προχώρησε να φύγουμε. Τρέμω. Ακούς τι σου λέω; — Δεν μπορώ να προχωρήσω, μου είπ' ο Άλλος. Κάτι τι μου καρφώνει τα πόδια. Τράβηξέ με. — Δεν μπορώ ούτ' εγώ. Τα πόδια μου είναι κολλημένα στο χώμα.... Στεκόμαστε ασάλευτοι. Τα νύχια μου είχανε μπη στα κρέατά του. Ένοιωθα τα νύχια του που σχίζανε το κρέας μου. — Μη μ' αφίνης. — Σε κρατώ. Σφίξε μου το χέρι.

Αρίθμητ' άλογα και μουλάρια μαζί τους, να κουβαλήσουν το βιος από τα Σφακιά. Σφίγγει ένα κρασί εδώ πέρα ο Σφακιανός μ' άγριο χαμόγελο. — Πέρασαν κι από δω· μα δεν μας πείραξαν τότες. Καιρό δεν είχανε για σφαγή και για ρήμαξη. Στο γύρισμά τους όμως, στην άξαφνη εκείνη την μπόρα. . . .

Μα είχανε κ' έναν προστάτη, θα πης. Σα δεν έχη έναν προστάτη στον κόσμο η γυναίκα, το αδύνατο το μέρος, βλέπεικαλή ώρα! — τα καλά που είδε κ' η Ταρσίτσα! Τα χείλια της στάζανε φαρμάκι Είχε γίνει χλωμή σα θειαφοκέρι απ' το κακό της. Ο παπάς άρχισε να τη βαρυέται και χασμουρήθηκε δυνατά, κάνοντας το σημείο του Σταυρού με το ένα δάχτυλο μπροστά στα δύο τρία δόντια που τούχανε απομείνει.

Τον είχανε φερμένο στην Πρωτεύουσα όμηρο από τότες που οι Οστρογότθοι συθηκολογήσανε με το Λέοντα . Τους δέκα χρόνους που έμεινε στην Πόλη, έκαμε η αυλή ό,τι μπόρεσε να τον αναθρέψη και να τον πολιτίση. Ως και Πατρίκιο τον τιτλοφόρησαν, και νύφη βασιλική τούταξαν.

Γρήγορα θα γλυτώσω κι απ' αφτόνα τον μπελά, κι από τα γραψίματα κι από τα ταξίδια· ακόμη ένα γραμματάκι, και σώνει πια. Ας είναι οι φίλοι καλά που παντού και σ' όλη την Ελλάδα με περιποιήθηκαν, και με είχανε σαν παιδί του σπιτιού. Να πω τώρα για τη Ζαγορά; Εκεί δεν είτανε σπίτι, μα παλάτι, παλάτι και φιλοξένια βασιλική. Και πόσα άλλα θέλω να πω! Δεν έχω λόγια.

Σταθερές αρνήσεις και ολίγη λογική θα τον είχανε σώσει βέβαια. Δεν κατηγορήθηκε για ό,τι ελέχθη ότι κατηγορήθηκε, αλλά γιατί ευρέθηκε κάποιο γράμμα του προς τον φίλο του Alfred Douglas, που δεν είχε τίποτε παρεξηγήσιμο· η ομορφιά του ύφους του όμως γέννησε δυσπιστία στους δικαστάς. — Αυτός ήταν ο συνειθισμένος τρόπος, που έγραφες στον Alfred Douglas; τον ερώτησαν.

Γιατί όλα είχαν εννοήσει, καθένα με τον τρόπο του, όλα είχανε μιλήσει μεταξύ τους όπως και μεις οι μεγάλοι και ξέρανε πως η ζωή της μαμάς κιντύνευε και πως θα έκανε την εγχείριση για να μπορέση να ζήση χάρη τους. Ο Σβεν πήδησε στην αγκαλιά της μαμάς και στρυμώχτηκε στο στήθος της. Και μας έκαμε όλους να χαμογελάσουμε μέσα στα δάκρυα, όταν είπε: — Η μαμά δεν πρέπει ταφήση το μαϊμουδάκι.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν