United States or Singapore ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άμα έγινε άφαντος ο Αθανάσιος, αυτοί δίχως μήτε της Επιτροπής το γύρισμα να προσμένουν, καταδικάζουν όπως όπως τον Αθανάσιο και τραβούν κατά τα Ιεροσόλυμα να εγκαινιάσουνε το βασιλικό ναό. Γύρισε τότες κ' η Επιτροπή από την Αλεξάντρεια. Όχι μόνο καταδικασμένο τον είχαν τον Αθανάσιο, μα και χερεμένο κήρυξαν το θρόνο της Αλεξάντρειας. Αυτού απάνω έρχεται του Κωσταντίνου το μήνυμα.

Εις το γύρισμα που έκανεν εις την χώραν ο βασιλεύς με τους ακολούθους του, τους έπιασεν ένας καιρός πολλά σφοδρός εις τον κάμπον, τόσον που έμεναν εις κάθε ολίγον τυφλωμένοι από τες αναλαμπές και φοβερές βροντές που εγίνονταν, και εφαίνονταν ότι θα ήτον το τέλος του κόσμου.

Ομέρπασα, φυλάξουτο γύρισμά σου μην ευρής ορθά τα κόκκαλά μου Και σ' εμποδίσουν να διαβής. — Να μη γυρίζω πίσω Τώμαθα πάντ' από παιδί, και τα μαθηταρούδια Τ' Αλήπασα δεν σκιάζονται, Θανάση, βρυκολάκους. Συ το γνωρίζεις, πολεμώ, γιατί τροφή, χαρά μου, Ειν' ο καπνός του τουφεκιού. Με σας δεν έχω πάθος.

Τον κατάπεισε όμως τέλος ο Κώστας κ' έμεινε από το δικό του το μέρος, και κατέβηκε πια τότες ο κοσμαγάπητος Ιεράρχης στην ποθητή του Μητρόπολη με μεγάλη πομπή. Ενθουσιασμένοι και δακρυσμένοι τον αποδέχτηκαν οι πιστοί, κι ολόκληρος ο Χριστιανικός κόσμος γιόρταζε το γύρισμά του. Είταν αυτή η γλυκύτερη ώρα της πολυπαθιασμένης ζωής του.

Αν δεν είχε δοκιμάση κι αυτή, σαν τη νιόνυφη, τη γλυκάδα της χαραγής του τραγουδιού, τάχα δεν την ωνειρεύονταν όμως; Ξάφνου σε μια λόξα της ρεμματιάς, απάνου στο γύρισμα του τραγουδιού μου, ακούω ένα σφιχτό ξεφωνητό και βλέπω τη δασκάλα να κατρακυλίζεται στο χαμηλό γκρεμό του βράχου. Μη παντέχετε πως ήτον αυτοκτονία. Κάθε άλλο.

Τέτοιες γαλήνιες στη ζωή στιγμές κι εσέ αν σου μένουν χάρου τις ως χαιρόμαστε γοργό όνειρο, ψυχή, και σα να μη σε γγίζουν καν οι άλλες ας διαβαίνουν ως στον ολόγλαυκο ουρανό του ανέμου η ταραχή. Μες στα όνειρά μου πέρασες ένα και συ όνειρο μου· ήταν η λάμψη μιας στιγμής, μια λάμψη όπως και συ, και μου είναι ως να σε απάντησα στο γύρισμα ενός δρόμου, ενώ μια δύση χύνονταν στον ουρανό χρυσή.

Εύλογη χαρά εκείνη την Κυριακή πρωί, γιατί όσο και να βαράκουγαν τώρα ταυτιά του, τις ξεχώριζε τις λυγερές δοξαριές που μηνούσαν το γύρισμα της νύφης από την εκκλησιά. Είταν ο γέρος συγκινημένος πολύ.

Πιο κέρδος λοιπόν από τόσους κόπους; ήλεγε καταπικραμένος ο Λογιότατος Ταξιδιώτης. Πιο φως στην γλώσσα; Πια προκοπή στο Γένος; Εκυμάτιζε απελπισμένος μέσα σε ταύτους τους θλιβερούς συλλογισμούς, μην ηξεύρωντας τι δρόμον να πάρη, αλλά ένα συμβεβηκό της ίδιας ημέρας τον ανάγκασε να γληγορεύη το γύρισμά του.

Και στο γύρισμά σου πέρασες από της Βασιλικής; ρωτάει η γριά. — Και πήγα και θα ξαναπάγω. Μισά ψέματα μισές αλήθειες, να γλυτώση μια ώρ' αρχήτερα απ' αναφέλευτες ομιλίες. Τι τον έμελε νάλεγε και ψέματα. Τη ζωή του όλη ψεύτικη τηνε θάρρειε.

Όσα δε εις την ορθήν πάλην εκτελούνται με το γύρισμα των λαιμών και των χειρών και των πλευρών, μέσα εις τον ανταγωνισμόν και την αξιοπρεπή διάταξιν χάριν ρωμαλεότητος και υγείας, αυτά όλα, επειδή είναι χρήσιμα εις όλα, δεν πρέπει να τα παραμελήσωμεν, αλλά να τα επιβάλωμεν και εις τους μαθητάς και εις τους διδασκάλους, όταν φθάσωμεν εις το σχετικόν μέρος των νόμων, ώστε αυτοί μεν όλα αυτά να τα προσφέρουν με εύνοιαν, εκείνοι δε να τα δέχωνται ευγνωμόνως.