Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


ΓΟΝΕΡ. Αυτά θα ημπορούσες να μας τα λέγης, το πολύ, εάν τον είχες άνδρα. ΡΕΓ. Φυλάξου, τ' αναγέλασμα μη γίνη προφητεία. ΓΟΝΕΡ. Σιγά, και αλλοιθώριζε το 'μάτι 'που σου το 'πε. ΡΕΓ. Καλά δεν είμαι, ει δε μη, ν' αποκριθώ θα είχα, καθώς σου πρέπει! — Στρατηγέ, πάρε τους αιχμαλώτους και την κληρονομίαν μου και τα στρατεύματά μου κ' εμένα, — όλα πάρε τα, — τα πάντα ιδικά σου!

Ποιος είναι ο εξοχώτερος σκοπευτής εις το καντόνιον Βαλαί; Αυτό το ήξευραν πλέον αι αίγαγροι: «Φυλάξου από τον Ρούντυημπορούσαν να 'πούν. Ποιός είναι ο κομψότερος σκοπευτής; — Είναι ο Ρούντυ! έλεγαν τα κορίτσα, αλλά δεν έλεγαν: «Φυλάξου από τον ΡούντυΑυτό δεν το έλεγαν ούτε και αι σοβαραί μητέρες, διότι και εις αυτάς ένευεν, επίσης φιλικώς, όπως και εις τα νεαρά κοράσια.

ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Βάλετην θήκην το σπαθί, κ' εδώ ειρήνην θέλω· ή καν μεταχειρίσου το και συ, να τους χωρίσης. ΤΥΒΑΛΤΗΣ Κρατείςτο χέρι σου σπαθί, και μου λαλείς ειρήνην! Αυτήν την λέξιν την μισώ, όσον μισώ τον άδην, και όλους τους Μοντέκιδες, και σε! Δειλέ, φυλάξου! ΕΙΣ ΠΟΛΙΤΗΣ Ξύλα, κοντάρια, ρόπαλα! Κτυπάτε τους, κτυπάτε! 'ς τον άνεμον, Μοντέκιδες! 'ς την ζάλην, Καπουλέτοι!

Τότε το Τελώνιον θυμωθέν από τοιαύτα λόγια ετάραξε το αγγείον και επάσχισε με κάθε τρόπον να έβγη, αλλά το σημείον της σφραγίδος του Σολομώντος το εμπόδιζε· και άρχισε να προσποιήται και να κολακεύει με λόγια τον ψαράν, λέγοντάς του· φυλάξου να μη κάμης αυτά που είπες διότι εγώ δεν είχα γνώμην να σε θανατώσω.

Ομέρπασα, φυλάξουτο γύρισμά σου μην ευρής ορθά τα κόκκαλά μου Και σ' εμποδίσουν να διαβής. — Να μη γυρίζω πίσω Τώμαθα πάντ' από παιδί, και τα μαθηταρούδια Τ' Αλήπασα δεν σκιάζονται, Θανάση, βρυκολάκους. Συ το γνωρίζεις, πολεμώ, γιατί τροφή, χαρά μου, Ειν' ο καπνός του τουφεκιού. Με σας δεν έχω πάθος.

Όπου κι' αν ήσαι τώρα, χαμηλά, 'ψηλά, δείξε μας την μορφήν του και την τέχνην σου! Πρώτη οπτασία. ΜΑΚΒΕΘ Άγνωστη Δύναμις, ειπέ... Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ 'Ξεύρειτον νουν τι έχεις. Άκουε μόνον, μη λαλής! ΤΟ Α' ΦΑΣΜΑ Ω Μάκβεθ! Μάκβεθ! Μάκβεθ! φυλάξου από τον Μακδώφ. — Αρκεί. Απόλυσέ με. ΜΑΚΒΕΘ Ό,τι κι' αν ήσ', ευχαριστώ διά την συμβουλήν σου· ταιριάζει με τους φόβους μου. Μίαν ακόμη λέξιν...

Κι' αν έλθη χωρίς να το πάρω κάβο και χωρίς να τον δης και συ, τότε σκότωσέ με. Για τ' άλλα, άφησέ με να κάνω εγώ όπως ξέρω και φυλάξου μοναχά μην πης τίποτε στον Τριστάνο γι' αυτήν την επιστολή προ της ώρας του ύπνου. — Ναι, απήντησε ο Μάρκος, έτσι ας γίνη». Τότε ο νάνος σοφίστηκε μια βρωμερή ατιμία. Πήγε σ' ένα φούρνο, αγόρασε ψιλή φαρίνα αλεύρι και τώκρυψε στην τσέπη της ρόμπας του.

Λέγει του ο βασιλεύς· φυλάξου να μη με απατήσης· θέλω αύριον, όταν σου την παραδώσω, να την θανατώσης, διότι, αν κάμης κανένα δόλον, ήξευρε βέβαια ότι θα θανατώσω εσένα· Λέγει ο βεζύρης· υπόσχομαι της βασιλείας σου να τελειώνω πιστώς την προσταγήν σου.

Τότε αυτός μου λέγει· φυλάξου να μη φανερώσης πλέον το γένος σου εις κανένα καθότι ο βασιλεύς της πόλεως ταύτης είνε εχθρός θανάσιμος του πατρός σου και όταν σε μάθη δύναται να σε κακοποιήση· και αυτή η είδησις μου επρόσθεσε λύπην όταν έμαθα το όνομα του βασιλέως εκείνου.

Πρόγγα, ωρέ Λιά, την κότσινα που ξυέταιτα πολιούρια· Ιστ ιστ, διαβολοπρόβατο. Εά! δε μ' ακούει το έρμο, Μόχτα, ωρέ Λιά, και μάδεψε· φυλάξου απ' το βαρβάτο. Η νυφοθυγατέρες του κερνούν τους κουρευτάδες. Κερνούν παγούδα, ανθότυρο κερνούν αφρό γαλάτου.

Λέξη Της Ημέρας

γλαυκοπαίζουν

Άλλοι Ψάχνουν