United States or Puerto Rico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ναι, ω κυρά, είπεν ο Κουλούφ αυτός έχει πολλά ωραίες σκλάβες, και διά τώρα, αγαπά μίαν που ονομάζεται Γουλαδάμ· ετούτη είνε μία νέα πολλά ωραία, και ήθελα ειπεί πως αυτή θα ήτον η πλέον εύμορφη που ευρίσκεται στον κόσμον, ανίσως και δεν ήθελα ιδεί εσένα· επειδή και το κάλλος σου υπερβαίνει κατά πολλά εκείνης, και δεν ημπορεί με κανένα τρόπον να παρομοιασθή με εσένα.

ΑΣΤ. Το καταλαβαίνω μουρέ που ήτανε κάζοκαι το γλέπω, διάολλ' έπαρέ σε κι εσένα· μα άλλο είναι το ατζιδέντε, κ άλλο το κάζο πενσάντο, ετούτο τι ήτανε, ετούτο θέλω να με περσουαδάρης . ΠΕΛ. Ατζιδέντε. ΑΣΤ. Και τι θα πη, ατζιδέντε; ΠΕΛ. Ξέρω γώ; να, άξαφνα θα πη, στοχάζουμε· δεν είναι έτζι;

Όταν ο ψαράς ετελείωσε την ιστορίαν του βασιλέως των Ελλήνων και του ιατρού Δαβάν, ομιλώντας πάντοτε με το Τελώνιον, που εκρατούσε κλεισμένον μέσα εις το χάλκινον αγγείον, του λέγει· εάν εκείνος ο βασιλεύς ελάμβανεν ευσπλαγχνίαν προς τον ιατρόν και δεν τον εθανάτωνεν αδίκως, ούτε αυτός θα ελάμβανεν εκείνο το κακόν τέλος της ζωής του με το φαρμάκι, μάλιστα διά την αχαριστίαν που έδειξε προς τον ιατρόν, αφού τον ελευθέρωσεν από το πάθος της λέπρας· παρομοίως και συ, ω Τελώνιον, ήθελες να με θανατώσης ασπλάγχνως, εις καιρόν που σε ηλευθέρωσα από μίαν παντοτεινήν σου φυλακήν, χωρίς να σου κάμω κανένα κακόν, και μάλιστα σε παρεκάλεσα τόσον διά να μου αφήσης την ζωήν, αλλά συ πάντοτε ισχυρογνώμων και ανελεήμων ήθελες να με θανατώσης, τώρα και εγώ γίνομαι ανελεήμων προς εσένα· θέλω σε αφήσει κλεισμένον εις τούτο το αγγείον έως εις το τέλος των αιώνων, να μη έχης ποτέ σου ελευθερίαν· αυτή η εκδίκησις σου γίνεται από την κακήν σου γνώμην.

Εσύ στέκεις καλά εις τούτο το πηγάδι, μου απεκρίθη ο επίβουλος, πλάγιασε και αναπαύσου επάνω εις τα μαργαριτάρια· έχω συνήθεια να φέρνω εδώ κάθε χρόνον εις θυσίαν ένα μουσουλμάνον ωσάν εσένα· δεν σου μένει άλλο παρά να προστρέξης εις τον προφήτην σου, και αν αυτός έχη την δύναμιν διά να κάνη θαύματα καθώς τον πιστεύεις, δεν θέλει αφήσει να χαθή ένας άνθρωπος ευλαβής της θρησκείας του.

Αν δεν ευρίσκεται χωρίς βάσανον ή θλίψιν κανείς, όμως δεν είνε κυριευμένος από τόσην σκυθρωπότητα και μελαγχολίαν ωσάν εσένα· εσύ με κάνεις να λάβω μεγάλην περιέργειαν διά να μάθω το αίτιον της μεγάλης σου θλίψεως· φανέρωσέ μου λοιπόν, σε εξορκίζω, τι είνε η αφορμή που σου προξενεί αυτήν την μελαγχολίαν; θέλω σε υπακούσει, Βασιλέα μου, απεκρίθη ο βεζύρης, και θέλω να σου ξεσκεπάσω την αιτίαν της εσωτερικής μου λύπης, διηγούμενος την ιστορίαν της ζωής μου.

Ω αν δεν έχης άλλην αντίρρησιν, μου απεκρίθη αυτός, η δουλειά είναι γενομένη· επειδή και εγώ απεφάσισα να γένω Μωαμεθανός από πολύν καιρόν, ομοίως και όλη μου η οικογένεια, επειδή είμαι βαρεμένος να λατρεύω βόιδια και αγελάδες· γροικώ που ευρίσκομαι εις την πλάνην· όθεν απεφάσισα να γένω Μωαμεθανός ωσάν και εσένα· διά το οποίον, ω υιέ μου, ημπορείς χωρίς δισταγμόν να δεχθής το πρόβλημά μου.

Εδεήθηκα τον μέγαν Καισάγιαν να λάβη έλεος, διά εσένα· μα, με όλην την δύναμιν που έχει μη στοχάζεσαι πως ημπορεί να σε βοηθήση και να σε βγάλη από το βάθος της αβύσου που είσαι, αν από το μέρος σου δεν ήθελες κάμει δυναστείαν διά να βγης. Ο Δερβύσης, μιλώντας έτσι, εστοχάσθη την βασιλοπούλαν που άρχισε να κλαίη· τόσον φόβον της έκαμαν τα λόγια του.

Τώρα, Δυσσέα, ορίζω αφτό και σ' τ' αναθέτω εσένα· διάλεξε νιους μες στο στρατό, αρχόντων γιους, και φέρε τα δώρα οχ το καράβι μου, όλα όσα τ' Αχιλέα εχτές ρητά του τάζαμε, και φέρτε τις γυναίκες. 195 Κι' ο κράχτης μου μες στον πλατύ τον κάμπο ας ετοιμάσει καπρί, που εφτύς να σφάξουμε στο Δία και στον Ήλιο

Ο Aγιάννης εσήκωσε τα μάτια, εκύταξε καλά τον ναύτη· έπειτα με μιας τα εχαμήλωσε, εγύρισε το άλλο πλευρό και άρχισε να κλαίη. — Καλά σ' έχω κ' εσένα· εσκέφθηκε ο δικός μας. Και τραβώντας τον δρόμο του απάντησε τον άγιο Τρύφωνα και τον ερεθίζει κ' εκείνον. Έπειτα πηγαίνει στον άγιο Λευτέρη. Έτσι εκέντρισε δόλια πεντέξη αγίους, αρχίζουν εκείνοι τις φωνές, πιάνονται στα χέρια.

Λέγει του ο βασιλεύς· φυλάξου να μη με απατήσης· θέλω αύριον, όταν σου την παραδώσω, να την θανατώσης, διότι, αν κάμης κανένα δόλον, ήξευρε βέβαια ότι θα θανατώσω εσένα· Λέγει ο βεζύρης· υπόσχομαι της βασιλείας σου να τελειώνω πιστώς την προσταγήν σου.