Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Όταν ήκουσεν ο βεζύρης ταύτα τα λόγια, ετρόμαξεν η καρδία του, και της λέγει· μη γένοιτο ποτέ τούτο, να φανώ εγώ παιδοκτόνος· ο βασιλεύς εξωρκίσθη εις την ψυχήν του, να αποφασίζη εις θάνατον κάθε αυγήν εκείνην που εκοιμήθη μαζί του την νύκτα· πώς έχω να ακούσω εγώ τέτοιαν απόφασιν και προσταγήν από τον βασιλέα; ή πρέπει να θανατωθώ εγώ, ή να υπακούσω εις την απόφασιν του βασιλέως διά να θανατώσω την θυγατέρα μου· τι πρέπει να κάμω; τα πατρικά μου χέρια να αιματώσω εις το αίμα της αγαπητής μου θυγατρός; μη γένοιτο ποτέ εις τον αιώνα.

Δεν θα θανατώσω δε τα τέκνα μου εγώ, διά να δώσω εις σε την άδικον ευχαρίστησιν να εκδικήσης την αρπαγήν μιας αθλίας συζύγου, ενώ εμέ θα κατασπαράττωσι νυχθημερόν ο πόνος και τα δάκρυα, ότι έχυσα το αίμα της προσφιλούς μου θυγατρός ως κακούργος. Σοι ωμίλησα συντόμως και σαφώς, θα πράξω δε το πρέπον ως προς τ’αφορώντα εις εμέ, εάν δεν θελήσης να συνετισθής.

Απεκρίθη η βασιλοπούλα· και πώς θέλεις να θανατώσω ένα που δεν γνωρίζω, και αθώον; Λέγει της έπειτα· τούτο λοιπόν σε δείχνει πταίστριαν· ύστερα γυρίζει προς με· αλλά συ γνωρίζεις αυτήν; Εγώ του απεκρίθην· και πώς να την γνωρίσω, ενώ τώρα μόνον την βλέπω; λοιπόν λάβε αυτό το σπαθί και θανάτωσέ την, εάν δεν την γνωρίζης, και έτσι θέλω σε ελευθερώσει, μου είπε.

Το Τελώνιον θυμωμένον λέγει· πώς ομιλείς με τόσην αυθάδειαν, ονομάζοντάς με πονηρόν και άλαλον; ετοιμάσου διότι θέλω να σε θανατώσω.

ΛΗΡ Ναι, βασιλεύς απ' την κορφήντα 'νύχια! Πώς τρέμουν όλοι, κύτταξε, το 'μάτι αν γουρλώσω... Αυτόν εδώ τον συγχωρώ. Τι έχει καμωμένον; Μοιχείαν! Πήγαιν' απ' εδώ! Δεν θα σε θανατώσω. Να θανατώνετ' ο μοιχός! Μήπως το ίδιον πράγμα δεν κάμνει κ' η χρυσόμυιγα και ο μικρός σπουργίτης; Ας σμίγουν και ας χαίρωνται!

Τέλος πάντων ευρισκόμενος εις αδημονίαν, και θυμωθείς ώμοσα ότι εις το εξής, εάν τις με ήθελεν ελευθερώσει, να τον θανατώσω αλύπητα, χωρίς να του δώσω άλλην άδειαν ειμή ελευθερίαν να εκλέξη αυτός ό,τι λογής θάνατον του αρέση. Όθεν επειδή και συ ήλθες σήμερον εδώ και με ελευθέρωσες, έκλεξε όποιον θάνατον σου φανή εύλογος, διά να σε θανατώσω.

Λέγει του ο ψαράς· μα διά ποίαν αφορμήν; τι σου έπταισα; Απεκρίθη το Τελώνιον· άκουγε την αιτίαν διά να βεβαιωθής από την ιστορίαν μου, ότι πρέπει να σε θανατώσω.

Τότε το Τελώνιον θυμωθέν από τοιαύτα λόγια ετάραξε το αγγείον και επάσχισε με κάθε τρόπον να έβγη, αλλά το σημείον της σφραγίδος του Σολομώντος το εμπόδιζε· και άρχισε να προσποιήται και να κολακεύει με λόγια τον ψαράν, λέγοντάς του· φυλάξου να μη κάμης αυτά που είπες διότι εγώ δεν είχα γνώμην να σε θανατώσω.

Να 'πώ το πώς, θα ήναι κοντάαυτά τα θύματα και σε να θανατώσω. ΜΑΛΚΟΛΜ Θεέ ελέους κ' οικτιρμών! — Και συ, μη τα σκεπάζης, άνθρωπε, τα 'μάτια σου. Δόσε φωνήντην λύπην! Όταν η λύπη σιωπά και λόγια δεν ευρίσκη, κρυφολαλεί με την καρδιάν και να σχισθή της λέγει! ΜΑΚΔΩΦ Και τα παιδιά μου; ΡΩΣ Όλους σου, — παιδιά, γυναίκα, δούλους, όσους κι αν ηύραν!

Λέγει του ο βασιλεύς· φυλάξου να μη με απατήσης· θέλω αύριον, όταν σου την παραδώσω, να την θανατώσης, διότι, αν κάμης κανένα δόλον, ήξευρε βέβαια ότι θα θανατώσω εσένα· Λέγει ο βεζύρης· υπόσχομαι της βασιλείας σου να τελειώνω πιστώς την προσταγήν σου.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν