Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025
Εκεί επάνω ευρέθη μόνη η αδελφή του η Αμέρσα, παιδίσκη δεκαεπτά ετών τότε, ήτις ετρόμαξεν άμα τον είδε ν' αναρριχάται εις την κλαβανήν με τοιούτον αλλόκοτον τρόπον. Είχεν ακούσει κάτω τα βήματα και τας βλασφημίας των δύο χωροφυλάκων.
Ακόμη δεν είχε τελειώσει αυτόν τον λόγον, και ευθύς τον απαρατώ. Υπάγω του είπα, να ιδώ που παίζει το κοντάρι η βασιλοπούλα, θέλω ο ίδιος να γένω κριτής της ωραιότητός της· αμφιβάλλω πολλά, ότι αυτή θα είναι τόσον εξαισία, καθώς μου την περιγράφεις. Ο λαλάς μου ετρόμαξεν εις τούτην την απόφασιν, και άρχισε να με εμποδίζη.
Ο Κουλούφ ετρόμαξεν εις τούτα τα λόγια· Κυρά ευθύς απεκρίθη, μου φαίνεται και εμένα, ότι ακούω εις του λόγους σου την φωνήν μιας κυράς που γνωρίζω. Α, δίκαιε ουρανέ αράγε είσαι συ εκείνη που στοχάζομαι; Α, Κουλούφ εφώναξεν εκείνη είσαι εσύ που μιλείς; Ναι, κυρά μου, απεκρίθη εκείνος· εγώ είμαι αυτός ο δυστυχής Κουλούφ· μα εγώ δεν ημπορώ να καταλάβω ακόμη πως είσαι εσύ η Δηλαρά.
Εις τούτο το σκληρόν πρόσταγμα η κόρη ετρόμαξεν όλη· ο πόνος της υπερέβαινε κάθε λογής φόβον, βλέποντας πως την εκαταφρόνεσαν με αυτόν τον τρόπον· εθεωρούσε τον Δαλήκ, με τα μάτια λιγωμένα, ωσάν να του εζητούσε βοήθειαν εις εκείνην την φοβεράν της κατάστασιν· και έχυνε πολλά δάκρυα διά να παρακινήση εις έλεος εκείνους τους βαρβάρους να την αφήσουν μα αυτοί ως άσπλαγχνοι την έσερναν με σκληρότητα την πτωχήν Κατηγέ, χωρίς να λυπηθούν τα δάκρυά της, και τα παράπονά της.
Και, άμα τον λόγον άκουσε, κινήθη ο χοιροτρόφος, και, το κατώφλι ως πέρασε, τον είπε η Πηνελόπη• 575 «Εύμαιε, δεν τον έφερες; τι σκέφθηκε ο πλανήτης; ή κάποιος τον ετρόμαξεν, ή κ' εντροπή τον πήρε μέσα 'ς το δώμα• είναι κακός ο εντροπαλός πλανήτης».
Γνωρίζεις προ πολλού όσα συνέβησαν όταν εταξείδευσα με αυτόν από την Τρωάδα—διότι σου τα διηγήθηκα τότε αμέσως, κατά τον εκ Συρίας ερχομόν μου—και την άλλην καλοπέρασίν του εις το ταξείδι και τον ωραίον έφηβον, τον οποίον προσηλύτισεν εις τον κυνισμόν, διά να έχη και αυτός τον Αλκιβιάδην του, και πώς ετρόμαξεν, όταν μίαν νύκτα εις το μέσον του Αιγαίου εμαύρισεν ο ουρανός και έγινε φοβερά τρικυμία, και έκλαιε μετά των γυναικών αυτός ο θαυμαζόμενος και θεωρούμενος ως περιφρονών τον θάνατον.
Όταν ήκουσεν ο βεζύρης ταύτα τα λόγια, ετρόμαξεν η καρδία του, και της λέγει· μη γένοιτο ποτέ τούτο, να φανώ εγώ παιδοκτόνος· ο βασιλεύς εξωρκίσθη εις την ψυχήν του, να αποφασίζη εις θάνατον κάθε αυγήν εκείνην που εκοιμήθη μαζί του την νύκτα· πώς έχω να ακούσω εγώ τέτοιαν απόφασιν και προσταγήν από τον βασιλέα; ή πρέπει να θανατωθώ εγώ, ή να υπακούσω εις την απόφασιν του βασιλέως διά να θανατώσω την θυγατέρα μου· τι πρέπει να κάμω; τα πατρικά μου χέρια να αιματώσω εις το αίμα της αγαπητής μου θυγατρός; μη γένοιτο ποτέ εις τον αιώνα.
Ο ήλιος δεν είχεν ανατείλει διά να φωτίση ακόμη την φαλακράν ακτήν, το Κουρούπι, και να στείλη χρυσάς ακτίνας εις την απότομον κλιτύν του Στοιβωτού. Η Φραγκογιαννού τους είδεν, ετρόμαξεν, επήρε το καλάθι της, και ασθμαίνουσα, ξεκλωσσασμένη, έτρεξε τον ανήφορον, επάνω εις τον βράχον τον άβατον, εις το Κλήμα, προς το δυτικόν μέρος.
Εάν δεν ανεγίνωσκε την προτεραίαν το &Σήμαντρον&, δεν ήθελεν εκλάβει ως καρχαρίαν το υπ' αυτόν νηχόμενον σώμα. Δεν ήτο η πρώτη αύτη φορά, ότε νεαρός κολυμβητής επιτηδευόμενος εις τα μακροβούτια , διήλθεν ούτω υπό τα ευρέα νώτα του. Ουδέποτε δε άλλοτε ετρόμαξεν, αλλά κατά την ημέραν εκείνην η εντύπωσις των στίχων του Βαλαωρίτου παρ' ολίγον εγίνετο αιτία του προώρου θανάτου του.
Αίφνης παρέρχεται προ αυτού η νυκτερινή περίπολος της αστυνομίας, και ο οδηγός αυτής ίσταται προ του παραδόξου και δραματικού θεάματος. Τον ετρόμαξεν ίσως η εις πραξικόπημα ήδη κορυφουμένη απόγνωσις του λιμώττοντος Παρίου, η από των οφθαλμών του αστράπτουσα, ή τον εκίνησεν εις οίκτον το εις καμπύλην εκ της πείνης κυρτούμενον σώμα του. — Τι κυττάζεις, μωρέ, αυτού; — Αχ! τη μπογάτσα, αφέντη μου!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν