United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και εστοχάζετο μερικές φορές πως έπρεπε να ήτον υπόχρεη του γέροντος διά τα τόσα καλά που εχαίρονταν· και μέσα εις την καρδίαν της εδιαφύλαττε κάποιαν υποχρέωσιν προς τον Δαλήκ, ο οποίος, με όλον που της έκαμε αυτές τες χάρες και την εστόλιζε με τόσα λαμπρά φορέματα, και με διάφορα διαμαντικά, δεν έλειψε που να μην φυλάττη και τα όσα της έταξεν, ήγουν που να μην την βιάση με κανένα τρόπον διά να τον στεφανωθή, και να μην κάμη χωρίς την θέλησίν της κανένα πράγμα, διά τα οποία όλα αυτά δεν έλειπε που να μη δείχνη κάποιαν ευχαριστίαν προς αυτόν αλλά δεν ανταπεκρίνετο εις την αγάπην του, και δεν τον έβλεπε μετά χαράς.

Ο Δαλήκ και Αδήλ, εις μίαν ταραχήν και σεισμόν που έγινεν αιφνιδίως, έχασαν την γεροντικήν θεωρίαν τους και εξανέλαβαν την φυσικήν τους, που πρότερον είχαν, ομοίως τα κάλλη τους και την ωραιότητά τους· ω κα τι φοβερά μεταβολή έγεινεν εκείνην την ώραν.

Αχ, απεκρίθη ο Δαλήκ αναστενάζοντας· αυτό δεν είνε εις το χέρι μου και τούτο είνε εκείνο, που με ενοχλεί και με θλίβει. Εγώ δεν θλίβομαι άλλο εις ταύτην μου την δυστυχίαν, παρά διατί σου φανερώνομαι εμπρός εις τα μάτια σου με τέτοιαν άσχημον μορφήν. Και πώς, του είπεν η Κατηγέ, αυτή η δυστυχία σου δεν τελειώνει ποτέ. Δεν στέκει εις εμέ να την κάμω να παύση, της απεκρίθη αυτός.

Τα γλυκά λόγια, που του έλεγεν η βασίλισσα, άναψαν περισσότερον τον θυμόν του Δαλήκ, και με οργήν της απεκρίθη. Μη φαντάζεσαι ότι ποτέ θα συγκλίνω εις την παράξενην θέλησίν σου· κάμε να μου δώσουν την αγαπημένην μου Κατηγέ, και άφησέ μας να πηγαίνωμεν εις το ταξείδι μας· ημείς δεν είμεθα υποκείμενοί σου διά να μας βιάσης, και να μας εμποδίσης από την στράταν μας.

Η νέα αγαπητική του Δαλήκ ευρίσκονταν ολίγον συγχισμένη από τον φόβον της θαλάσσης· όθεν ο Δαλήκ διά να την κρατή χαρούμενην, έκανε τρόπον διά να την ξεφαντώνη· και τώρα της εδιηγούνταν ιστορίας και τώρα την εκρατούσε με κουβέντες αληθινές και φρόνιμες, διά να της στολίση το πνεύμα της και τα ήθη της.

Ο Δαλήκ εμίσευσεν ευθύς ωσάν μία αστραπή, και επήγεν εις το μαγειρείον του αρχιστρατήγου, και παίρνοντάς την, την έφερεν εις τον ναόν. Οι δύο αδελφές αγκαλιάσθηκαν με πολλήν χαράν και αγάπην.

Ήθελεν ο αρχιστράτηγος να ακολουθήση να επαινή την ευτυχίαν που τον εκαρτερούσεν, οπόταν ο Δαλήκ θυμωμένος τον αντίκοψε, λέγοντας· αντί να μου κάμης όλες ετούτες τες ανωφελείς υποσχέσεις και τους επαίνους, ημπορείς να μου κάμης την χάριν να μου επιστρέψης εκείνην την κόρην που επήρες. Ποίαν απεκρίθη ο αρχηγός.

Εις τούτο το σκληρόν πρόσταγμα η κόρη ετρόμαξεν όλη· ο πόνος της υπερέβαινε κάθε λογής φόβον, βλέποντας πως την εκαταφρόνεσαν με αυτόν τον τρόπον· εθεωρούσε τον Δαλήκ, με τα μάτια λιγωμένα, ωσάν να του εζητούσε βοήθειαν εις εκείνην την φοβεράν της κατάστασιν· και έχυνε πολλά δάκρυα διά να παρακινήση εις έλεος εκείνους τους βαρβάρους να την αφήσουν μα αυτοί ως άσπλαγχνοι την έσερναν με σκληρότητα την πτωχήν Κατηγέ, χωρίς να λυπηθούν τα δάκρυά της, και τα παράπονά της.

Η Κατηγέ ευθύς άλλαξε την όψιν της ακούοντας αυτά τα λόγια. Και ο Δαλήκ βλέποντάς την έτσι της είπε· Μη θαυμάζεσαι τόσον εις αυτό που σου είπα, διατί θέλεις μείνει περισσότερον εκστατική οπόταν ακούσης πως με βλέπεις υποκάτω εις τέτοιαν μορφήν· εγώ έχω ωραιότητα και πολλά αρκετήν διά να αρέσω εις τες γυναίκες παρά που να τες κάνω να με μισούν.

Ω, τόσον ο Δαλήκ πλέον συγχισμένος, παρά ευχαριστημένος εις αυτές τες δεξίωσες, ήτον όλος έξω από τον εαυτόν του, στοχαζόμενος τον χωρισμόν του από την αγαπημένην του Κατηγέ. Και εις το αναμεταξύ που ούτος εθλίβονταν εις την σκληρότητα του ριζικού του, η βασίλισσα ήλθε προς αυτόν χωρίς συντροφιάν, και πλησιάζοντας είπε: Συμπάθησόν με, ω αγηπημένε μου, που σε έκαμα να με καρτερήσης καμπόσον.