United States or Saint Helena, Ascension, and Tristan da Cunha ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε αυτός λαμβάνοντας κάποιαν ευχαρίστησιν από τους επαίνους μου έπαυσε, και μου το έδωσε εις το χέρι και εμένα διά να το λαλήσω· λάβε, ω υιέ μου, μου είπε· λάλει και εσύ καμπόσον διά να ιδώ πως το εξεύρεις· Εγώ τον επήκουσα και το επήρα, και έχοντας καλά την πράξιν εις αυτό, άρχισα να το λαλώ συντροφιάζοντάς το με έναν ήχον με την φωνήν μου, που τον έκαμα να μείνη εκστατικός, ο οποίος δεν έλειψε που κατά πολλά να με επαινέση.

Ο Ραβά διά κακήν τύχην πηγαίνοντας συχνώς προς αυτήν συνέλαβεν εις αυτήν έναν υπερβολικόν έρωτα, τον οποίον έκρυπτε διά κάμποσον καιρόν μα εις το τέλος μη εξουσιάζοντας, πλέον τον εαυτόν του, της τον εφανέρωσεν.

Οπόταν δε ευρέθηκα μοναχός, εσταμάτησα διά καμπόσον ακόμη, διά να κλαύσω επάνω εις τον τάφον του Φατζέλ την άκραν δυστυχίαν εκείνου του φιλοσόφου, και κατηγορώντας την αστοχασίαν του, και υπερήφανόν του γνώμην.

Εκεί μένοντας καμπόσον καιρόν εμβήκα εις την αυλήν του Βασιλέως διά τζοχαντάρης, και από ολίγον κατ' ολίγον, διά την καλήν μου δούλευσιν, ο βασιλεύς με έκαμε Βεζύρην του, ο οποίος με αγαπούσε κατά πολλά διά την καλήν μου κυβέρνησιν· μα ως εκεί δεν έπαυσεν η τύχη μου που να μη με κατατρέξη· κάποιος αξιωματικός της αυλής του Βασιλέως έλαβε φθόνον μέγαν εναντίον μου, και τόσον έκαμε, που ο Βασιλεύς απεφάσισε να με αποξενώση από την δούλευσιν του, διά να παύσουν τα σκάνδαλα.

Ο Λαλάς μου εδιπλασίασε τας παρακαλέσεις του, μα εγώ σταθερός εις την απόφασίν μου χωρίς να του ειπώ άλλο, εμίσευσα, και περιπατώντας καμπόσον εσυναντήσαμεν ένα ιμάμην εις την στράταν, τον οποίον ερώτησα διά να μου δείξη τον δρόμον, που υπάγει εκεί που παίζει το κοντάρι η βασιλοπούλα.

Α, Βασίλισσά μου, της είπεν, είσαι συ το λοιπόν εκείνη που βλέπω; ας είνε πάντα δοξασμένος ο ουρανός, που σε εφύλαξεν· επειδή αυτός αφίνει διά κάμποσον καιρόν να θριαμβεύση η κακία και φαίνεται πως αποστρέφεται την κακίαν· άλλο αυτό δεν είναι, παρά διά να κάμη να λάμψη καλλίτερα με το τρέξιμον του καιρού η δικαιοσύνη του.

Έμεινε και εκεί ακίνητος επί τινα λεπτά, μεθ' ό εξείλκυσε τον πασαλήν και εισαγαγών την αιχμήν μεταξύ της παραστάδος και του θυροφύλλου ήρχισε προσπαθών ν' αποσύρη τον ξύλινον μάνδαλον. Αι προσπάθειαί του διήρκεσαν κάμποσον, όχι τόσον διά την δυσκολίαν της επιχειρήσεως, όσον διά την εκ της μέθης αδεξιότητά του.

Κόλπος τούρθε τότε του βαριόμοιρου Ζώη. Πάει το πλειότερο το βιο του. Τώφαε και το επίλοιπο η αρρώστεια κ' η λεχωνιά της γυναίκας του, που τράβηξε χρόνον καιρό, κι όπου τη γκρέμισε κι αυτή μέσα στον τάφο μαζί με το παιδάκι της. Πέθανε σε κάμποσον καιρό ύστερα κ' η μαύρ' η μάνα του.

Εσταμάτησα καμπόσον διά να την στοχασθώ· αυτή μου εφάνη πολλά νοστιμοτάτη και ωραία, και ήθελα της γένει αγαπητικός, αν δεν ήμουν όλος αφιερωμένος διά την Αλγεμάλ· είχα μίαν άκραν επιθυμίαν να μάθω διά ποίαν αιτίαν ευρίσκονταν εις ένα νησί έρημον, μία κυρία νέα μοναχή εις το καστέλλι, που άλλος κανείς εκεί δεν εφαίνετο· επιθυμούσα μεγάλως να εξυπνούσεν αυτή, μα ωσάν την είδα που εκοιμώνταν εις ένα βαθύν ύπνον, δεν αποκότησα να συγχίσω την ανάπαυσίν της.

Κόλπος τούρθε τότε του βαριόμοιρου Ζώη. Πάει το πλιότερο το βιο του. Τώφαε και το επίλοιπο η αρρώστεια κ' η λεχωνιά της γυναίκας του, που τράβηξε χρόνον καιρό, κι οπού τη γκρέμισε κι αυτή μέσα στον τάφο μαζί με το παιδάκι της. Πέθανε σε κάμποσον καιρό ύστερα κ' η μαύρ' η μάνα του.