United States or Laos ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άλλαξε τέλος πάντων τότε ο άνεμος, και εμεταβάλθη εις γαλήνην, το οποίον μας επροξένησε μεγάλην χαράν· μα η αγαλλίασίς μας δεν εβάσταξε πολύν καιρόν, με το να ηφανίσθη από ένα συμβεβηκός, που θέλετε λάβει δυσκολίαν να το πιστεύσετε διά το παράδοξον που φέρει. &Συμβεβηκός Β' του Αμπουλβάρη.&

Το κόκκινον εκείνο φέσι, το οποίον εβάπτετο ημέραν μεθ' ημέραν ερυθρότερον υπό των πιπτόντων μούρων, τον ηρέθιζεν όπως τους ταύρους το κόκκινον ύφασμα το οποίον επισείουν οι ταυρομάχοι. Και άμα το έβλεπεν ανέβαινε το αίμα εις την κεφαλήν του και ορμή, εις την οποίαν με δυσκολίαν ανθίστατο, τον κατελάμβανε να του τινάξη μίαν πέτραν.

Το πράγμα ήτο σκανδαλώδες. Είς θείος του Π. ήτο μανιώδης και με δυσκολίαν εκρατείτο. Το πράγμα τώρα ελέγετο φανερά και μόνος ο ατυχής μου φίλος ευρίσκετο εις μακαρίαν άγνοιαν.

Αλλά τούτο φυσικώς συμβαίνει εις το σκότος, ή όταν κλείωνται τα βλέφαρα, διότι και τότε γίνεται σκότος. Αλλά τούτο έχει και άλλην δυσκολίαν εάν δηλαδή δεν είναι δυνατόν, όταν τις αισθάνηται και βλέπη, να μη αντιλαμβάνεται το ορώμενον αντικείμενον, αναγκαίως ο οφθαλμός αυτού πρέπει να βλέπη αυτός εαυτόν . Διατί λοιπόν τούτο δεν συμβαίνει εις τον οφθαλμόν όταν ηρεμή; 3.

Η δε Πηγή ανεκοίνωοε με απελπισίαν εις την Σαϊτονικολίναν ότι ο αδελφός της την επίεζε να δεχθή. Και επειδή αυτή εδήλωσεν ότι ή τον Μανώλην θα υπανδρεύετο ή κανένα, ο Στρατής της επετέθη και με δυσκολίαν την έσωσεν ο Θωμάς από την οργήν του.

Διότι, αγαπητέ μου, προ ολίγου κάποιος με έφερε εις δυσκολίαν εις την συζήτησιν, εκεί που άλλα μεν εκατηγορούσα ως άσχημα, άλλα δε επαινούσα ως ωραία, με την εξής πολύ υβριστικήν ερώτησιν· «Και από πού ως πού, μου λέγει, γνωρίζεις συ, κύριε Σωκράτη, ποία είναι ωραία και ποία άσχημα; Ιδού λόγου χάριν, ημπορείς να ειπής τι είναι το ωραίον;». Και εγώ από την μηδαμινότητά μου απορούσα και δεν ήξερα να του απαντήσω καθώς πρέπει.

Όταν ετελείωσεν, άρχιζε πλέον να νυκτώνει, αλλά περίεργον! ο δρόμος της τώρα ήτο ίσιος και εύκολος· χωρίς καμμίαν δυσκολίαν ευρέθη αμέσως εις την θύραν του παππού· γελαστή-γελαστή άνοιξε και εμβήκε. — Παππού, του λέγει, μη σε μέλη αν είμαι μικρά, θα σε περιποιηθώ τόσο πολύ, ώστε γρήγορα θα γίνης καλά.

Ο γέρων έγεινεν λίαν φαιδρός, και όταν δεν ηδυνάμην να μη επαινέσω τις ωραίες καρυδιές αι οποίαι τόσον στοργικά μας ίσκιωναν, άρχισε, αν και με κάποιαν δυσκολίαν, να μας εκθέτη την ιστορίαν των. — Την μεγάλην, είπε, δεν γνωρίζομεν ποιος την εφύτευσε· μερικοί λέγουν πως ο δείνα κι' άλλοι πως ο τάδε παπάς.

Εις ταύτην την ζήτησιν εύρε μεγαλυτέραν δυσκολίαν ο Σχαζηνάν να ευχαριστήση την περιέργειαν του αδελφού του. Αλλ' ο Αϊδήν τόσον τον εβίασε, που τον υπεχρέωσε και να υπακούση.

Ο «Κριτίας» φαίνεται ως συνέχεια άλλου διαλόγου, του «Τιμαίου». Εισάγει εις την υπόθεσιν αμέσως· διαλέγονται δε και εις τούτον τα αυτά πρόσωπα. Ομιλεί πρώτος ο Τίμαιος, μετά τούτον δε λαμβάνει τον λόγον ο Κριτίας, αμφότεροι δε δικαιολογούσι την δυσκολίαν του ζητήματος, περί του οποίου θα ομιλήσουν.