Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025
Η βασίλισσα του νησιού συνέλαβεν εις αυτήν τόσην αγάπην, που απεφάσισε και την εκήρυξε διάδοχον του βασιλείου της με πολλήν ευχαρίστησιν του λαού, η οποία με το να ήτον γερόντισσα εις ολίγον καιρόν απέθανε. Η Ρεσπίνα έδειξε κάποιαν δυσκολίαν διά να δεχθή αυτήν την αξίαν· μα ο λαός την εβίασε και το εδέχθη, εις το οποίον δεν έλαβον αιτίαν να μετανοήσουν.
Εν τούτοις το πνεύμα μου ενέμενεν εις στιγμάς αλλοφροσύνης να μη εννοή τι συνέβαινεν. Αλλά τέλος η αλήθεια επεβλήθη, εβίασε την είσοδον του λογικού μου και το εφώτισεν. Ω! Οτιδήποτε άλλο, μα όχι αυτό! Όχι τέτοιο βασανιστήριον! Όχι τέτοιος θάνατος! Εκπέμπων αγρίας ωρυγάς απεσύρθην από το χείλος του φρέατος και κρύπτων το πρόσωπον εις τα δύο χέρια μου έχυσα πικρά δάκρυα.
Τότε λοιπόν ίσως δεν ημπορεί να γίνη ομοιόμορφος ο συνοικισμός των πόλεων, όταν δεν γίνεται καθώς εις τα μελίσσια, δηλαδή να έρχεται μία γενεά από καθεμίαν χώραν εις τον συνοικισμόν και να μένουν οι φίλοι πλησίον των φίλων, αφού τους έζωσε κάποια στενοχωρία της γης ή τους εβίασε κάποια άλλη παρομοία ανάγκη.
Αυτός ακολούθησε να μιλήση διά τον έρωτά του, και εβίασε τόσον την Ρετζίαν διά να του ανταποκριθή, που τέλος πάντων την έκαμε να χάση την υπομονήν της, και άρχιζε να τον ονομάζη αδιάκριτον και αυθάδη, και ωνείδισε την τόλμην του με πρόσωπον πολλά άγριον και θυμωμένον.
Ο βεζύρης πατέρας της την κράζει μίαν ημέραν εις τον οντάν του και της λέγει· Θυγατέρα μου, έχω χρείαν μεγάλην από λόγου σου, διά την οποίαν θέλω να στολισθής και να καλλωπισθής καλύτερα, όσον ημπορέσης· και ύστερον να πας εις το σπήτι του Αμπτούλ, διά να τον κάμης με κάθε τρόπον να σου δείξη τον θησαυρόν του, πού τον έχει κρυμμένον· Η Μπάλχω ωσάν φρόνιμη, που ήτον, εναντιώθη πολλά εις την βδελυράν απόφασιν του πατρός της· μα αυτός ο βάρβαρος την εβίασε τόσον, που δεν ημπόρεσε να κάμη αλλέως παρά να του υπακούση εις την άνομόν του βουλήν και με δάκρυα εις τα μάτια επήγε και εστολίσθη, καλύτερον όσον ημπορούσε, εκεί που δεν είχε τόσην χρείαν από καλλωπισμόν, με το να ήταν πολλά ωραία.
Έχαιρε να ταπεινώση τους ανθρώπους, των οποίων ο στασιαστικός θόρυβος τον εβίασε να πράξη παρά την θέλησί του. Ολίγοι άνθρωποι είχον την δύναμιν να εκφράσωσιν υπεροπτικήν περιφρόνησιν τελεσφορώτερον των Ρωμαίων. Χωρίς να αξιώση να κατέλθη εις δικαιολογίαν δι’ ό,τι είχε πράξει, ο Πιλάτος τελειωτικώς απέπεμψε τους σεμνοπροσώπους αρχιερείς διά της βραχείας απαντήσεως, «Ο γέγραφα, γέγραφα».
Εξαναγύρισα το λοιπόν την ερχομένην ημέραν εις τον ίδιον καφενέ, και ηύρα εκεί πάλιν τον γέροντα· επήγα εις αυτόν πρώτον από τους άλλους και επρόσφερα την πραγματείαν μου. Αυτός αφού επήρε καμπόσον μπάλσαμον με έκαμε πάλιν να ξανακαθήσω κοντά του και με εβίασε τόσον διά να του διηγηθώ την ιστορίαν μου, που δεν ημπόρεσα πλέον να του το αρνηθώ.
Τότε εκείνη άρχισε με φοβερισμούς και τους εβίασε και έκλιναν εις τα θελήματά της.
Τούτο βλέπων ο αρχηγός απεφάσισε να κινηθή· και προς μεν τους εν δεξιά εχθρούς έστειλεν έως εκατόν πεζούς και δεκαπέντε ιππείς δι' αντιπερισπασμόν. Αυτός δε εμψυχώσας τους μεθ' εαυτού εφώρμησε κατά των εις τα αριστερά του μοναστηρίου, τους οποίους εβίασε να παραιτήσωσι την κυριευθείσαν θέσιν και να επανέλθωσι φεύγοντες εις τον πρώτον τόπον των.
Τι φταίω εγώ, για ό,τι έγεινεν; η μητέρα σου ηύρε τον πλούσιο γαμπρό, η μητέρα σου με παρακίνησεν, μ' εβίασε, μ' εφοβέρισε. Ω! αν ήξερες πόσο επολέμησα, πόσο αντιστάθηκα, πόσα δάκρυα έχυσα. Αλλά τι νάκανα. Όλοι οι δικοί μου με είχαν πολιορκήσει. Κατήντησε κι εις τον Ανδρέα να καταφύγω, να του 'πω πως δεν τον αγαπώ, για να σωθώ. Και ξέρεις τι μου είπεν: Εγώ σ' αγαπώ. Σ' εμένα αρέσεις.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν