United States or Guatemala ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ιδού πώς εδιηγείτο η ιδία την ιστορίαν της: — «Δεν είναι καλόν το νόμισμα τούτο, δεν το θέλω» Αι λέξεις αυταί με έσφαζαν, έλεγεν η δραχμή. Ήξευρα ότι ήμουν δραχμή γνησία και ότι έκαμνα καλόν ήχον όταν μ' εβροντούσαν· βεβαίως όσοι δεν με ήθελαν δεν ήξευραν τι τους γίνεται, ή θα ωμιλούσαν δι' άλλο νόμισμα. Και όμως δι' εμένα ήτο όπου έλεγαν:». Δεν την θέλω, δεν είναι καλή

Η μυστική εν τη ανθρωπίνη φύσει δύναμις, η γεννήσασα την ποιητικήν της Ελληνικής αρχαιότητος θρησκείαν εις τας αφελείς των ανθρώπων ψυχάς, αι οποίαι έφρισσον εις τον ψιθυρισμόν του δάσους και τας θερινάς της μεσημβρίας σκιάς, αι γοητευόμεναι προ του Ωκεανείου και Ουρανίου κόσμου και των φαινομένων των, αι κηλούμεναι από τον ήχον του συρίζοντος Ανέμου, ώστε να ορθωθώσι προ της δημιουργικής φαντασίας των τόσα μυστηριώδη της φύσεως Πρόσωπα, η αυτή μυστική ενθουσιώδης δύναμις πληροί την νευρικήν και έτοιμον του Ποιητού φύσιν εις παρομοίαν πρωτογενή ισχυράν επί των αισθήσεων εντύπωσιν και η φαινομένη αλληγορία δεν είναι πάντοτε αλληγορία, ούτε μεταπεσούσαι λέξεις, αλλά αυταί αι εικόνες, τας οποίας η πρώτη εντύπωσις παρέστησε και εχάραξεν εις την ψυχήν του, αι εικόνες τας οποίας μυρίας και ποικίλας ο ωραίος της Φύσεως κόσμος κατοπτρίζει.

Πόσας φοράς, την νύκτα, το μεσονύκτιον ακριβώς, όταν ο κόσμος όλος εκοιμάτο, πόσας φοράς εβγήκεν από το δικό μου στήθος, και εβάρυνε με τον τρομακτικόν ήχον του το βάθος του σκότους που με ετρόμαζε. Λέγω ότι δεν ήτο άγνωστος. Εγνώριζα ό,τι εδοκίμαζεν ο γέρων, και τον ελυπούμην, αν και εγελούσα από το βάθος της καρδιάς μου.

Εις τον ήχον της φωνής σου δώσε δύναμιν και τόνον, Και με θάρρος, Δεληγιάννη, ζήτησε τους όχι μόνον Όσα μέρη είνε πρέπον η Ελλάς να τα κατέχη, Όχι μόνον όσας νήσους το Αιγαίον περιβρέχει, Αλλά κι' ό,τι άλλο μέρος σου κατέβη εις τον νου, Το Βουγιούκδερε, την Πόλι και το Σαραΐ-Μπουρνού.

Τους στρατιώτας σου εγώ τους είχα συναθροίσει κ' εγώ σου τους απέλυσα! ΡΕΓ. Ω! δεν αντέχω πλέον Είν' άρρωστη. Πηγαίνετε μαζί τηςτην σκηνήν μου. Την σάλπιγγά σου σήμανε, κ' ανάγνωσέ το τούτο. ΑΞΙΩΜ. Σαλπίσατε! Ο Εδμόνδος είναι έτοιμος να τον αντικρύση». ΕΔΜ. Σάλπισε! ΚΗΡΥΞ Και πάλιν! ΚΗΡΥΞ Και πάλιν! Ερώτησέ τον τι ζητεί; 'ς της σάλπιγγος τον ήχον τι έρχεται;

Λέγει μ ο υ σ ι κ ή μ ε ή χ ο ν α ρ γ υ ρ ό ν, διότι δεν σας φέγγει τίποτε χρυσόν εσάς. Τότ’ η μουσική με ήχον αργυρόν μας παρηγορεί και μας βαλσαμώνει. Α’ ΜΟΥΣΙΚΟΣ Τι παληάνθρωπος είναι αυτός; Β’ ΜΟΥΣΙΚΟΣ Να 'πάγη να χαθή! Έλα, πηγαίνωμεν μέσα. Ν' ακο- λουθήσωμεν το λείψανον, κ' έπειτα τρώγομεν εδώ. Οδός εις Μάντουαν.

— Ο βίος είναι γελοίος, και εγώ γελώ, επεκρίθη ο Πετρώνιος, αλλ' εδώ ο γέλως έχει άλλον ήχον. Ούτω συνδιαλεγόμενοι ηγέρθησαν και διέτρεξαν την οικίαν καθ' όλον το μήκος της και έφθασαν εις τον κήπον. Ο Πετρώνιος έρριψε βλέμμα γοργόν επί της Λιγείας.

Χώσε το σπαθί σου, και ξέχωσε το πνεύ- μα σου. ΠΕΤΡΟΣ Τώρα να σας δείξω και το πνεύμα μου. Θα σας κο- πανίσω με τον νουν μου, αντί να σας τρυπήσω με το σπαθί μου. Αποκριθήτε μου ωσάν άνθρωποι. Όταν την ψυχήν λύπη μας πλακώνει και την βασανίζει αίσθημα πικρόν, τοτ’ η μουσική με ήχον αργυρόν...

Αυτόν ο όχλος ονομάζει κύριόν του· και ωσάν ο κόσμος τώρα να 'μελλε ν' αρχίση, και να λησμονηθούν συνήθεια και αρχαιότης, 'πού κάθε λόγον βεβαιόνουν και στηρίζουν, φωνάζουν· «Ο Εκλεκτός μας! θα 'ναι βασιλέας ο Λαέρτηςκαι σκούφοι, χέρια, γλώσσαις, όλα έως τον θόλον τ' ουρανού τον ήχον στέλνουν· «Θα 'ναι ο Λαέρτης βασιλέας, ο ΛαέρτηςΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Πόσο αλυκτούν φαιδροίτο ψεύτικο κυνήγι!

Παράδοξον δε, διότι ο Μάχτος δεν ίστατο μακράν, αλλ' έβλεπεν αυτούς εκ του σύνεγγυς και ηδύνατο ν' ακούη. Αλλ' ως φαίνεται, η φωνή των δεν είχεν ήχον. Τούτο επίστευσεν ο Μάχτος εν τω παραλήρω, εν ώ διετέλει, διότι άλλως δεν ηδύνατο να ερμηνεύση πώς, ενώ ωμίλουν ενώπιόν του, δεν τους ήκουεν. Ο Μάχτος δεν επέμεινε πλειότερον εις την λύσιν του προβλήματος τούτου, και μετέβη εις άλλην απορίαν.