United States or Romania ? Vote for the TOP Country of the Week !


— Ο βίος είναι γελοίος, και εγώ γελώ, επεκρίθη ο Πετρώνιος, αλλ' εδώ ο γέλως έχει άλλον ήχον. Ούτω συνδιαλεγόμενοι ηγέρθησαν και διέτρεξαν την οικίαν καθ' όλον το μήκος της και έφθασαν εις τον κήπον. Ο Πετρώνιος έρριψε βλέμμα γοργόν επί της Λιγείας.

Εξ απασών των τραγωδιών του Σαικσπείρου η μάλλον κατά τε την μορφήν και την ουσίαν προσομοιάζουσα προς τα προϊόντα της αρχαίας δραματουργίας είναι η του Μάκβεθ. Έχει αύτη την ενότητα και το γοργόν των κλασικών δραμάτων, άνευ είτε συγχύσεως είτε παρεμποδίσεώς τινος κατά την εξέλιξιν της δράσεως, ήτις από της πρώτης μέχρι της τελευταίας σκηνής βαίνει ταχέως προς την λύσιν.

Έπειτα άρπαξε τον χωριάτην τον Γόργον και τον έσυρε από τα μαλλιά και άρχισε να τον κτυπά αυτόςνομίζω ότι ονομάζεται Δεινόμαχος αυτός ο στρατιώτηςκαι ο συστρατιώτης του με τόση λύσσα που δεν γνωρίζω αν θα ζήση ο άνθρωπος• διότι έτρεξε αίμα πολύ από τη μύτη του και το πρόσωπο του επρίσθη όλο κι' εμαύρισε. ΚΟΧΛ. Ετρελλάθη ο στρατιώτης εκείνος ή μεθυσμένος ήτο;

Είχε δε προχωρήση το γλέντι κι' εγώ έπαιζα κάποιον λυρικόν σκοπόν, ο χωρικός εσηκώθη να χορέψη, η Κροκάλη εχειροκρότει και η διασκέδασις επήγαινε λαμπρά• αλλά τότε ακούσαμε φωνές• εκτυπούσαν στην πόρτα της αυλής και μετ' ολίγον ώρμησαν μέσα έως οκτώ νέοι πολύ δυνατοί, ήτο δε μαζή των και ο Μεγαρεύς. Αμέσως μας έκαμαν άνω κάτω και έρριψαν χάμω τον Γόργον, όπως είπα, και τον εποδοπατούσαν.

Φήμη διεδόθη περί εγέρσεως από το καινόν μνημείον του Ιωσήφ; Ο Ιωάννης με το ελαφρόν και γοργόν βήμα αφήνει οπίσω τον παλαιόν φίλον του· «ο άλλος» μαθητής προέδραμε τάχιον του Πέτρου και ήλθε πρώτος εις το μνημείον»· αλλ' η θερμότης του Πέτρου υπερβάλλει την γαλήνιον αγάπην του Ιωάννου, κ' ενώ ο δεύτερος έκυψε μόνον να ίδη, ο άλλος εισείλθεν εις τον κενόν τάφον.

Αίφνης ήκουσε γυναικείαν φωνήν γνωστήν, η οποία τον εχαιρέτα εξ αποστάσεως και στραφείς είδε την Ζερβούδαιναν πορευομένην προς την αυτήν διεύθυνσιν. Η χήρα είχε καλάθι περασμένον εις τον βραχίονα και εβάδιζε με το σύνηθες γοργόν της βήμα.

ΠΑΡΘ. Από ζηλοτυπία και υπερβολικόν έρωτα. Η Κροκάλη νομίζω ότι του είχε ζητήση δύο τάλαντα, αν ήθελε να την έχη μόνον αυτός• επειδή δε ο Δεινόμαχος δεν τα έδωκε, του έκλεισε κατάμουτρα την πόρτα, καθώς ήκουσα, και εκάλεσε τον Γόργον από την Οινόην, γεωργόν πλούσιον και καλόν άνθρωπον ο οποίος προ πολλού την αγαπούσε. Μ' εκάλεσε κι' εμένα για να παίξω και διεσκέδαζαν.

Ήρπασε τη πρώτην απεγνωσμένην ιδέαν, ήτις τη επήλθε, και έσπευσε να εκτελέση αυτήν, χωρίς να δύναται να σκεφθή καλώς. Όρμησεν εκτός της κλίνης, όπως ήτο, με τόσον γοργόν, ελαφρόν και σχεδόν αδιανόητον κίνημα, ώστε ουδέ παρετήρησεν ο Πρωτόγυφτος το πήδημα αυτής.

Αυτός με ξάφνισε με το θάνατο του Βασιλειάδη, που έκαμε να μαυροφορέση με νέο πένθος η παρνασσική νεολαία του καιρού ύστερ' από το χαμό του Παπαρηγοπούλου· αυτός μου έφερε τον «Παρνασσό», έκδοση ανώνυμη του Ιωάννη Παπαδιαμαντοπούλου, του δοξασμένου ύστερα Μορεάς, με τα «εκλεκτά τεμάχια των συγχρόνων ποιητών» — στα 1873και με το «Γοργόν Ιέρακα» του Αλεξάνδρου Ραγκαβή, σκαλισμένο, για να περιφυλαχτή σε ακριβή κασσετίνα, χρυσαφικό μπροστά στα χοντροδουλεμένα στιχουργικά μαστορέματα των άλλων.

Στη γη σωρόν τον άφηκε, και κείθε σ' άλλα μέρη Διαβαίνει, κι' αποπίσω του σφαγή και φόνο φέρει· 440 Το σκοτωμό του Φωναρά να ιδή ο Νοτιάρης φρίζει, Έτζι γοργόν παράστρατα· κι' από θυμόν αφρίζει· Ατόφια κι' ολοστρόγγυλη μια πέτρα ευτύς αρπάζει, Μ' οργή πολλή και μάνητα καλά σαν τη χουφτιάζει, Στον Τρυπαφράχτη απανωθιό, οπού τον αντικρύζει, 445 Με γληγοράδα απίστευτη τα ίσια σφεντονίζει· Τον παίρει στο αντικέφαλο, κι' αιώνιο σκοτάδι Εθάμπωσε τα μάτια του· τον προβοδάει στον άδη.