United States or Mauritania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' αν σας 'δή και δούλος κανένας του Υψίστου, πολύ φοβούμαι μήπως του φέρετε σπασμούς, μη 'στην οργή σας στείλη του μαύρου Αντιχρίστου, κι' από το στόμα βγάλη βαρείς αφορισμούς. Μα ίσως και κανένας γενναίος πατριώτης από θυμό αφρίση και σκούξη δυνατά: — Οποίος της πατρίδος ανίερος προδότης τα όσια του έθνους θαρρεί για χωρατά.

Εκεί η οργή του κατεπραΰνθη, αλλ' εξηκολούθει επαναλαμβάνων καθ' εαυτόν τας σκληράς λέξεις της Φλουρούς, καθόσον δε τας επανελάμβανε, του εφαίνετο ότι δεν έχει όλως άδικον η υπηρέτριά του. Και ανελογίζετο την πρώτην διαβεβαίωσιν του Λιάκου, ότι ουδέποτε τον έλαβεν υπ' όψιν ως γαμβρόν, και τας υπεκφυγάς του Κ. Μητροφάνους. Και τώρα, ιδού, ο Λιάκος δεν επέστρεψεν εισέτι.

Χοντραίς καληόρις μ' κρένεις, βλέπου; Και με τον ένα γρόνθον εφοβέριζε τον μπάρμπ’-Αλέξην, ενώ με τον άλλον εκρατείτο σπασμωδικώς από την κωπαστήν. Ο γηραιός ναυτικός έδωκε τόπον τη οργή. Ηναγκάσθη να προσεγγίση οπίσω εις την ξηράν και να τον αποβιβάση.

Αλλ' ύστερον ελθούσαι αι συνήθως ιστάμεναι εν τη πρώτη γραμμή την απώθησαν διά των αγκώνων κατ' αρχάς, διά των λόγων κατόπιν, και αυτή παρεμέρισε, δούσα τόπον τη οργή. Να φέρη σύυσι και ταραχή; Μέσ' σ' νακκλησιά! Υπεχώρησε. Τοιαύτη συνήθεια επεκράτει. Εις την πρώτην γραμμήν να ίστανται τα σόια , αι καταγόμεναι από τζάκια, αι σύζυγοι των προεστώτων και συμβούλων του χωρίου.

Θέριζαν τα γεννήματα, ξερρίζωναν τα δεντρικά, χάλαγαν τους ποτισώνες· άνοιγαν χαντάκια και κοσκίνιζαν χώματα. Όπου ριζιμιά πέτρα φουρνέλο· όπου χτίριο γκρέμισμα. Ένα μίσος άσπονδο έφερνε γύρω το χτήμα, ξεχώνιαζε τη γη κι αφάνιζε τα βλαστάρια της. — Τι οργή θεού! είπε ο Χαγάνος μ' απορία. Μην είν' ο Θεομίσητος κι άρχισε πάλε τα συνηθισμένα του.

Α! εάν σεισμός κατέστρεφε την Ρώμην, εάν Θεός τις εν τη οργή του την κατέρριπτεν εις κόνιν, θα σας εδείκνυον τότε πώς πρέπει να κτισθή μία πόλις, κεφαλή του κόσμου και καθέδρα μου. — Καίσαρ, υπέλαβεν ο Τιγγελίνος, λέγεις: «Εάν Θεός τις εν τη οργή του κατέστρεφε την πόλιν», αυτό δεν είπες; — Ναι. . Και έπειτα; — Δεν είσαι Συ λοιπόν Θεός;

Πλην έβλεπε τωόντι ο Μπάρμπα-Σταύρος ότι ήτο αδύνατον πλέον να προχωρήση περαιτέρω μέχρι του κτήματός του. Η χιών ήτο βαθεία αληθώς, πέντε σπιθαμών, και ήτο φόβος να βυθισθή τις και απολεσθή. — Δεν είνε χιόνι αυτό! εψιθύριζεν. Οργή Θεού! Δυο-τρεις φοραίς κατέπεσε και ετρόμαξε να εγερθή εκ νέου. Όμως επροχώρει, διότι δύο άλλοι προ αυτού εβάδιζον και αυτοί μετά καμάτου.

Υπερασπίζομαι τα δικαιώματά μου και όλες οι γυναίκες θα είναι με το μέρος μου. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Κ' εγώ σε συμβουλεύω να φύγης από μπροστά μου και να δώσης τόπο στην οργή μου! ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Σε πολύ κακή στιγμή ήρθε. Είχα ένα σωρό ώμορφα λόγια να πω. Ποτέ δεν είχα τόση ευφυία. Τι είν' αυτό πάλι; ΚΟΒΙΕΛ Δεν ξαίρω, κύριε, αν έχω την τιμή να με γνωρίζετε. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Όχι, κύριε. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Εμένα; ΚΟΒΙΕΛ Μάλιστα.

Ούτω όλαι αι φωναί πέριξ του ήχουν εν οργή και βλασφημία, και εν τη μακρά εκείνη βραδεία αγωνία το θνήσκον Ους Του ουδαμόθεν ήκουε φωνήν ευγνωμοσύνης ή ελέους ή αγάπης.

Εθνικοί άμα και Ιουδαίοι είχον αναγνωρίσει ήδη την αλήθειαν ότι ο Θεός ενίοτε απαντά εις τας κακάς παρακλήσεις εν τη βαθυτάτη οργή Του. Αυτός ο Ιησούς είχε διδάξει τους μαθητάς Του να μη δίδωσι τα άγια εις τους κύνας μηδέ να βάλλωσι τους μαργαρίτας έμπροσθεν των χοίρων.