Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025
Διότι το μεν πάθος είναι η οργή, αλλά τα αίτια τα οποία το εμπνέουν είναι πολλά και διάφορα. Όστις λοιπόν οργίζεται δι' όσα πρέπει και με όσους πρέπει, ακόμη δε καθώς πρέπει και όταν πρέπη και όσην ώραν πρέπει, αυτός επαινείται. Λοιπόν αυτός ημπορεί να θεωρηθή μειλίχιος, αφού η μειλιχιότης επαινείται.
Διότι πάντας καταλαμβάνει οργή, όταν πάσχουν κάτι που είναι ασυνήθιστον προ των οφθαλμών των και που τους συμβαίνει πλησιέστατα αυτών και όσοι πολύ ολίγον μεταχειρίζονται τον ορθόν λόγον, ούτοι ως επί το πλείστον βαίνουν εις τας πράξεις των μετά σφοδρότητας.
Ζήτησε ο Ιουλιανός να τα βολέψη με τον Κωστάντιο, μα του κάκου. Έβραζε ο Κωστάντιος από την οργή του· είταν αποθαμμένη τώρα κ' η Ευσεβία. Άλλο λοιπό δεν τούμνησκε του Ιουλιανού παρά να πάρη το στρατό και, να κατέβη να πολεμήση τον Κωστάντιο, κι αυτό έκαμε. Για καλή του όμως τύχη πεθαίνει στο μεταξύ ο Κωστάντιος, κι αναγνωρίζεται τότες ο Ιουλιανός Βασιλέας απ' όλο το Κράτος .
να σας σκορπίσουν», ο άρχοντας προστάζει και φεύγει· στη ματιά του αστράφτει οργή. «Η πείνα, η δυστυχία δε σας σπαράζει; Λεήστε μας! δεν είστε χριστιανοί;» βογκά ο λαός· κι άλλος τα χέρια δένει, άλλος πέφτει στη γη γονατιστός· μα μέσα από το πλήθος ξάφνω βγαίνει κι ορθός αντίκρυ στήνεται ένας νιος.
Ο Κομποδήμος ιδών κενόν το παρατεθέν ταψίον με ολίγην παγωμένην ακόμη σάλτσα, τώρα συνήλθεν από της μέθης, ξεζαλισθείς ολίγον. — Το πήρε η οργή, κολλήγα, ανεφώνησεν. Θα μας το άρπαξαν οι γάτοι· γιατί, όταν επήγα προτήτερα να το φέρω, δεν με άφησες; τους είδα κ' εφύλατταν απόξω καραούλι, ο ένας από 'δω και ο άλλος από 'κεί από την πόρτα. — Μήπως άφησες ανοικτή την πόρτα, κολλήγα;
Χαίρουνταν η Φάουστα από τη μια που άνοιγε ο δρόμος για τα δικά της τα τέκνα, έφριττε από την άλλη η Χριστιανωσύνη με τέτοιες θηριωδίες. Ξαναφάνηκε τότες πάλι στη μέση η μητέρα του η Ελένη. Έτρεξε στη Ρώμη και λόγους δεν έβρισκε να παραστήση τη θλίψη της και την οργή της με τα βάρβαρα εκείνα καμώματα. Είπανε μερικοί πως από τη στενοχώρια του πήγε τότες ο Κωσταντίνος και σκότωσε τη Φάουστα.
Και πριν του γύρεβε η καρδιά να πολεμάει τους Τρώες, 135 μα τότες λύσσα τρίδιπλη τον πήρε, σα λιοντάρι που πέρα, αλάργα απ' το χωριό, πηδά αψηλή μια μάντρα να φάει αρνιά πυκνόμαλλα, κι' ο πιστικός τού ρήχνει και το ματώνει, μα νεκρό στον τόπο δεν τ' αφίνει· το πάθος του έτσι πλήθηνε, μα δε βοηθάει κατόπι παρά τρυπώνει εδώ κι' εκεί, κι' έρμα τ' αρνιά σκορπάνε· 140 αφτά τα βλέπεις κατά γης σωρούς σωρούς στρωμένα, και το λιοντάρι απ' το μαντρί πηδάει ξαγριεμένο· με τέτια οργή τους μπήχτηκε των Τρώων κι' ο Διομήδης.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν