Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Είπε, κι' εφτύς ο γίγαντας προβάλλει ιμπρός τους Αίας, κινάει και του Λαέρτη ο γιος, πολύτεχνος πανούργος. Και προχωρούν, σα ζώστηκαν, στου μεϊντανιού τη μέση, 710 κι' εφτύς αδράζουνται αγκαλιά με τις χοντρές χερούκλες, σαν πατερά αψηλού σπιτιού που μάστορας τα δένει σμιχτά έτσι που του δρόλαπα να μην τα σκιάζει η λύσσα.

Τώρα ελπίζοντες ότι αιωνίως θα ζουν και θ' απολαμβάνουν τα υπάρχοντά των, δυσφορούν όταν έρχεται ο υπηρέτης του θανάτου και τους δένει με τον πυρετόν ή με την φθίσιν και τους παίρνει, διότι ενόμιζαν ότι ποτέ δεν θ' απεσπώντο από την ζωήν.

ΙΟΚΑΣΤΗ Τι να φοβάται ο άνθρωπος, που η τύχη δένει, και που δεν ξέρει ως αύριο τι τον προσμένει; Νομίζω πως καλύτερα με δίχως έννοιες να ζη κανείς, ως ημπορεί. Και συ τους γάμους με τη μητέρα αδύνατους νόμιζε ως είναι. Γιατί πολλοί ωνειρεύθηκαν απ’ τους ανθρώπους, πως τάχα με τη μάνα τους εκοιμηθήκαν, αλλ’ όποιος όλα τίποτε τούτα νομίζει περνά την ζωήν αξένιαστος, ησυχασμένος.

Άλλος αδράχτι σφοντυλάει και κλώθει τ' αρνοπόκι, Άλλος καυκόπουλο κεντάει, άλλος καρδάραν δένει, Άλλος για τράστον για αραγό μαδάει προβιάν καινούργια Άλλος ξανοίγει τη φωτιά, τραβάει ολίγα θράκια Και ψένει από ημερόδεντρο βαλάνια και μοιράζει.

Και μες στα παραλούρια το γάβρο δένει Πήδασοπου ο Αχιλιάς τον πήρε τότες τ' Αητιού σαν πάτησε το στεριωμένο κάστροπούτρεχε μ' άτια αθάνατα, θνητό κιας είταν θρέμμα. Πάει τότε ο Αχιλιάς παντού από καλύβα σ' άλλη 155 κι' όλους φωνάζει στ' άρματα. Κι' εκείνοι αμέσως όξω 156 166 πρόστρεξαν όλοι, κι' έστεκε στη μέση ο Αχιλέας αμαξωτούς θαρρύνοντας κι' ασπιδωμένους άντρες.

Και έτσι ο Αμπτούλ εκαρτέρεσε μαζί με τον Καλίφην εκείνην την νύκτα, έως που επήγαν όλοι οι δούλοι του να κοιμηθούν, και ύστερα παίρνει τον Καλίφην και του δένει τα μάτια, και τον κάνει να καταβή από μίαν σκάλαν κρυπτήν εις ένα περιβόλι πολλά μεγάλον και ύστερα αφού και απέρασαν από διάφορες στράτες στενές ήλθαν εις τον τόπον όπου ήτον ο θησαυρός.

Εντρέπομαι τον κόσμον, αλλέως θα έστελνα τα χαρτιά σε κανένα δικηγόρο να κατάσχω την περιουσίαν μου. Ευρίσκεται τώρα δεμένος ς' την Πόλι ς' τον Κουρου- τσεσμέ, καθώς μου έγραψαν. Κάνει κανένα κουτσοτάξειδο εκεί γύρω, και ύστερα δένει ς' το Κουρου-τσεσμέ και ξεχειμωνιάζει, Και να δης, Παπά μου, είνε ένα παράξενο πράμμα ς' αυτό το παιδί! Μήπως έχει, θαρρείς, κουμπάραις και τον τρώνε.

Είνε οκτώ παρά τέταρτον. Ο Παρδαλός φορεί εν τάχει τον καθαρόν του χιτώνα, και δένει ήδη τον λαιμοδέτην του, ότε έξωθεν της θύρας ακούεται η φωνή της υπηρετρίας. — Αφέντη! — Καλό, καλό! ας σταθή λιγάκι, φωνάζει αφ' ενός Ο Δημητράκης, ενώ η σύζυγός του φωνάζει αφ' ετέρου·Έφερε τα γάντια μου; — Δεν ξεύρω. κυρία, . . . θέλει να είπη κάτι του αφέντη . . .

Και το συχωρεμένο το αφεντικό σου έλεγε, θυμάμαι, όταν κι εκείνος ερχόταν σπίτι μας και ήταν νέος και ζούσε η γιαγιά μου: ο έρωτας δένει τον άντρα με τη γυναίκα και το χρήμα δένει τη γυναίκα με τον άντρα.» «Εκείνος; Έτσι έλεγε; Σε ποιόν;» «Σ’ εμένα, κουφός είσαι; Ναι, σ’ εμένα. Εγώ όμως τότε ήμουν δεκαπέντε χρονών και απονήρευτη.

Μαλαματένιο γύρο έχουν αφτοί, πάντα άλιωτο, και χάλκινα από πάνου στεφάνια, θάμα μοναχό, με τέχνη τεριασμένα· 725 κι' είναι απ' ασήμι και τα διο τριγύρω κεφαλάρια. Και το κουτί είναι με χρυσά λουριά και μ' ασημένια δεμένο, και τριγυριστό από διπλά στεφάνια. Και τ' ασημένιο τούβαλε τιμόνι, και στην άκρη του δένει απάνου το ζυγό, λαμπρό μαλαματένιο, 730 και τα κατάχρυσα περνάει πανώρια ζυγολούρια.

Λέξη Της Ημέρας

χοντροπελέκητο

Άλλοι Ψάχνουν