United States or Kenya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και καταβιβάζων την χείρα του και την ράβδον, και βλέπων τας δύο γυναίκας κατ' οφθαλμούς, εξηκολούθει, όλος ενθουσιασμένος θείον ενθουσιασμόν: — Μα, τα στεφάνια εκείνα, που σας λέγω εγώ, που θα σας δώση ο Κύριος, σαν έχετε υπομονήν, εκείνα τα στεφάνια, Θωμαή μου και γρηά-Κυρατσού, δεν μαραίνονται, δεν σκονίζονται, δεν μαυρίζουν.

ΙΩΝ Και για το έγκλημά σου δεν θα τιμωρηθής; ΚΡΕΟΥΣΑ Αν θέλης να με σφάξηςαυτά τα ιερά. ΙΩΝ Ποιά ηδονή θα πάρης, αν ίσως και πεθάνης, στα ιερά στεφάνια 'δω πέρα του θεού; ΚΡΕΟΥΣΑ Θα δώσω δυστυχίααυτούς που μου τη δίνουν. ΙΩΝ Αλλοίμονο! είνε σκληρό: οι νόμοι που έχουν δώση εις τους ανθρώπους οι θεοί, σοφώτεροι δεν είνε.

Ένας μάλιστα που δε σώθηκε τόνομά του να μένη και να το δίνουμε στους Ρωμιούς Πασάδες της Τουρκοκρατίας, ερθόντας μια φορά στη Ρώμη με τέτοια στεφάνια, κι ακούσαντας το φονιά της Αγριππίνας που τραγουδούσε, καμώθηκε πως τόσο γλυκεία φωνή στην Ελλάδα δεν άκουσε, και τον παρακινούσε δίχως άλλο να κατεβή για να τονέ θαμάση κ' η Ελλάδα.

Δεν έπρεπε να βάλης συ τα ρούχα τα δικά σου; πως τα δικά μου φόρεσες και μ' άφησες φουστάνια, και μ' άφησες σαν το νεκρό, που μόνο τα στεφάνια και τα σταμνιά του λείπανε; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Αλλά και η αρβύλες μου μαζύ σου ταξιδέψανε και το ραβδί. ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Μα και γι' αυτό τα ρούχα δεν μου κλέψανε, γιατ' έσερνα, καθώς εσύ, στο χώμα τα ποδάρια, ενώ με τη μαγκούρα σου κτυπούσα τα λιθάρια.

Αλλά τι κάνω;! πολεμώ με την επιθυμία του Φοίβου, που μου φύλαξε της μάννας μου σημάδια; Πρέπει να κάμω τόλμημα. . . ναι. . . πρέπει να τανοίξω. δεν το απόφυγε κανείς ό,τ' ήτανε γραφτό του. Ώ σεις στεφάνια ιερά! Τι μου 'χετε φυλάξη τα πράματα μαζεύοντας τα τόσα αγαπημένα; Νά, κύτταξε το σκέπασμα του στρογγυλού κανίστρου, καινούργιο ακόμα έμεινε σαν από κάποιο θάμα.

Έτσι κουβέντιαζαν οι διο. Κι' ο Αίας πια στο πλοίο 101 δεν έστεκε, τι οι κονταριές τον έσφιγγαν των Τρώων. Του Δία τον νικούσε ο νους κι' οι τόσοι αντάμα Τρώες βαρώντας· κι' έβγαζε φριχτή τριγύρω στα μηλίγγια, σαν το χτυπούσαν, ταραχή τ' αστραφτερό του κράνος, 105 γιατί όλο στα καλόφτιαστα στεφάνια το βαρούσαν.

Είπε, κι' αμέσως βάρεσε τ' ασπρότριχα άλογά του με κροτολάλο καμοτσί· κι' αφτά πονώντας, πήραν και τράβηξαν στα τέσσερα τ' αλαφροδρόμο αμάξι νεκρούς πατώντας κι' άρματα, κι' όλο τ' αξόνι κάτου κι' οι αμαξόγυροι είτανε πασπαλισμένοι μ' αίμας 535 απ' τις σταλιές που των τροχών πετούσαν τα στεφάνια και τ' αλογόνυχα.

Λυγερή! — Καλώς μου τον λεβέντη! — Τι νάναι αυτό το κέντημα; — Του γάμου μας το δώρο, Που θα σου δώσω, Κωνσταντή κι’ αρραβωνιαστικέ μου, Την Κυριακή του γάμου μας την άγια εκείνη ημέρα, Που θα μας βάλη ο παπάς τα τίμια μας στεφάνια, Μπρος στο Βαγγέλιο το ιερό και μπρος την Παναγία, Και στον αφέντη το Χριστό και σ’ όλους τους Αγίους. Ιδέ και πε μου, Κωνστανή, καμάρι της καρδιάς μου.

Η δεύτερη μανία τον έφερε στην Ελλάδα για να βάλη σε δρόμο την πρώτη. Και το χερότερο, που Έλληνες τον πρωτοπαρακινήσανε να κατεβή στην Ελλάδα, να παραβγή στους Αγώνες, και να μαζέψη με τα δικά του χέρια τα στεφάνια που τούστελναν ως τότες από τα μακριά.

Να δρέψη άνθη των αγρών ποικιλόχροα. Κόκκινα, λευκά και κίτρινα άνθη. Και ιόχροα του Αγίου Γεωργίου άνθη, ως ρόδακας στρογγυλά των αρχαίων επιστυλίων. Να κόψη ζεμπιλάκια κωδωνίζοντα. Και πάλιν να συνάξη παραδάκια, οπού είνε ως οβόλια μικρά. Να πλέξη και στεφάνια από αγριαμπελιά. Και να ζωσθή μ' αυτήν για το καλό. Να φάγη μιζιθρίτσαις, ευώδεις ρίζας ανθέων ως ψωμάκια λευκά.