United States or Afghanistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Λείπανε οι παράμερες ομιλίες με τη γυναίκα μου, έλειπε η φαιδρή συναναστροφή με τα παιδιά. Ούτε η γιορτή των Χριστουγέννων, αυτή πολύ λιγότερο, δεν ερχότανε χωρίς το αίστημα της εκνευριστικής βίας, που αφίνει πίσω κούραση, βαριέστισμα και δυσθυμία.

Αφτόν τον βρήκε μέσα εκεί, μα λείπανε οι συντρόφοι, και μόνοι αφτοί είχανε δουλιά κοντά του, ο Αφτομέδος κι' ο κλώνος τ' Άρη ο Άλκιμος· τι είχε τελιώσει μόλις 475 το δείπνο, μάλιστα έστεκε και το τραπέζι ακόμα.

Κλαίει μες την κάμαρά της. Δεν θέλει να κατεβή. ΦΛΕΡΗΣΑρχίσαμε τα ίδια; Θα την κάνω εγώ να της περάσουν αυτά τα κλάματα. Αυτά μας λείπανε τώρα. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΕγώ πάω. ΜΙΣΤΡΑΣΔεν άρχισε, πάει να πη, ακόμα η απαγγελία. Γιατρέ σε ζητούνε στο 11. ΦΛΕΡΗΣΤι απαγγελία, αδερφέ; Δε βλέπεις πάλι; ΜΙΣΤΡΑΣΤι τρέχει; ΦΛΕΡΗΣΤα ίδια της συχωρεμένης.

Δεν έπρεπε να βάλης συ τα ρούχα τα δικά σου; πως τα δικά μου φόρεσες και μ' άφησες φουστάνια, και μ' άφησες σαν το νεκρό, που μόνο τα στεφάνια και τα σταμνιά του λείπανε; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Αλλά και η αρβύλες μου μαζύ σου ταξιδέψανε και το ραβδί. ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Μα και γι' αυτό τα ρούχα δεν μου κλέψανε, γιατ' έσερνα, καθώς εσύ, στο χώμα τα ποδάρια, ενώ με τη μαγκούρα σου κτυπούσα τα λιθάρια.

Της Λιόλιας τα δάκρυα είχανε στεγνώσει κι άκουγε τη θεια Ελέγκω που τα λέγανε με την Κερά Γιώργαινα για μια μεγαλωσιάνα που δεν ντράπηκε να της κόψη τρεις δραχμές απ’ τα πλυστικά, επειδή λέει της λείπανε δυο πετσετάκια. Οι μικρές λεύκες από της δυο μεριές της οδού Αναπαύσεως ήτανε γεμάτες φύλλα δροσερά κι αχνοπράσινα σαν από μετάξι, που τάχαν πετάξει τώρα-τώρα καινούργια με τη δεύτερη άνοιξη.

Ήξερα πως θα είτανε δυο, γιατί ο δικός μας γιατρός ήθελε να συμβουλευτή έναν ειδικό· δεν τολμούσε πια να πάρη απάνω του μόνος την ευτύνη. Καθόμουνα μόνος, η λάμπα είταν αναμμένη κ' είχα μπροστά μου το χειρόγραφο, απ' όπου λείπανε τα τελευταία κεφάλαια. Είχα καλονυχτίσει τη γυναίκα μου και της είπα πως ήθελα να εργαστώ.

Ζυγώνοντας στην πολιτεία, απαντήσανε ένα νέγρο ξαπλωμένο στο χώμα, που φορούσε μονάχα μισό φόρεμα δηλ. μισό πανταλόνι από γαλάζιο πανί. Του λείπανε η αριστερή γάμπα και το δεξί χέρι. — Ε! Θεέ μου, του είπε ο Αγαθούλης ολλαντέζικα, τι κάνεις εδώ φίλε μου σε τέτοια φριχτή κατάσταση; — Περιμένω τον αφέντη μου, απάντησε ο νέγρος, τον κύριο Βάντερντέντουρ, τον περίφημο μεγαλέμπορο.