United States or Cook Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έτσι είπε, και τον άκουσαν κι' όχι κανείς δεν είπε. Και χέρι χέρι ετοίμασαν δείπνο ο καθείς και πήραν 55 να φάνε, δίχως τίποτα π' ορέγουνταν να λείπει. Κι' αφού τους χόρτασε η καρδιά καλά το φαγοπότι, σκορπούν, και στην καλύβα του πάει ο καθείς να γύρει.

Ο νοικοκύρης, ασπρομάλης μα γερός ακόμα, με τη γιορτερή του φορεσιά, σαλβάρια, μάλλινη καινούρια ζώνη, άσπρες κάλτζες, παπούτζια πρωτόβαλτα και κόκκινο σκούφο, επαράστεκε στο δείπνο για να ευχαριστήση τον κόσμο του.

Έκαιγε στην εστιά η φωτιά η Χριστουγεννιάτικη, καμωμένη από τετραπάνωτα σύδαυλα κι' εζέσταινε το σπίτι όλο. Είχαμεν γευτή τον απλό σαρακοστιανό δείπνο μας και συμμαζωγμένοι γύρα της όλοι, από τα παιδιά ως τους γέρους, εκαρτερούσαμαν τα Χριστούγεννα. Του κάκου αγρυπνούσαμαν. Χριστός δεν εγεννιώνταν για εμάς την νύχτα τούτη.

Να τους λοιπόν καθισμένοι οι δυο τους στο τραπέζι.! Και μετά το δείπνο ξανακάθονται στον ωραίο καναπέ, για τον οποίο μιλήσαμε παραπάνω. Ενώ ήσαν εκεί, ιδού φτάνει ο σινιόρ δον Ισσάχαρ, ο ένας από τους κυρίους του σπιτιού! Ήτανε Σάββατο. Ερχότανε να εξασκήση τα δικαιώματά του και να εκφράση το μεγάλο του έρωτα. &Τι συνέβη στην Κυνεγόνδη, στον Αγαθούλη, στο μέγαν Ιεροξεταστή και στον Εβραίο.&

Είπε, και όλοι πετάχθηκαν γελώντας κ' εσταθήκαν 40 εις τους πτωχούς ολόγυρα τους κακοενδυμένους. και ο υιός του Ευπείθη Αντίνοος ανάμεσά τους είπε• «'Σ ό,τι θα ειπώ προσέξετε, μνηστήρες ανδρειωμένοι• εδώτην στιά γιδοκοιλιαίς στέκονται φυλαμμέναις, που μ' αίμα ταις γεμίσαμε και πάχος για τον δείπνο. 45 όποιος καλήτερος φανή, και νικηφόρος έβγη, ας σηκωθή και απ' ταις κοιλιαίς όποιαν του αρέση ας πάρη. κ' έπειτ' ας τρώγη πάντοτε μ' εμάς, ουδέ κανέναν άλλον θ' αφήσουμε πτωχόνεμάς να πλησιάση».

Μα όταν τον εκράτησαν για να κάνουνε θυσία στο Διόνυσο την άλλη μέρα, παρολίγο από τη χαρά να προσκυνήση εκείνους αντί για το Διόνυσο. Αμέσως λοιπόν έβγανε από το ταγάρι του πολλές πήττες κι όσα πουλιά είχε πιάσει· κι αυτά τα ετοιμάζανε για το δείπνο. Ξανάπιασαν κρασί κι άναψαν πάλι φωτιά· κ' επειδή ενύχτωσε γλήγορα ξανακαθίσανε στο τραπέζι.

Ο Αγαθούλης άκουσε αυτήν την ομιλία με προσοχή, σχημάτισε μεγάλη ιδέα για τον συζητητή! Κι' όπως η κυρία Μαρκησία είχε φροντίσει να τον βάλη πλάι της, έγειρε στ' αυτί της και τη ρώτησε, ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος, που μιλούσε τόσο καλά! — Είν' ένας σοφός, είπε η κυρία, που δεν ποντάρει ποτές, και που ο αββάς μου τόνε φέρνει κάποτε στο δείπνο.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ Και της Λακωνικές μου αυτές, μα τον Διόνυσο, της έχασα κ' εγώ, Μα μ' έσφιξε το χέσιμο, που λες, και δεν αργώ, κ' έβαλ' αυτό το τσόκαρο, μη χάσω τον καιρό και χέσω μεσ' στο πάπλωμα, που ήταν καθαρό. ΑΝΗΡ Τι να συμβαίνη τάχατες; μήπως καμμιά της φίλη για δείπνο καμμιά πρόσκλησι κρυφά της είχε στείλη; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Μπορεί κι' αυτό• δεν είν' κακές κι' αυτές η κακομοίρες•

Η συνήθεια, είπε ο ανώτερος αξιωματικός, είναι ν' αγκαλιάζουνε το βασιλιά και να τον φιλούνε από τα δυο μάγουλα. Ο Αγαθούλης κι' ο Κακαμπός πηδήσανε στα λαιμό του βασιλιά, ο οποίος τους δέχτηκε με τη μεγαλύτερη καλωσύνη, που μπορεί κανείς να φαντασθή και τους προσκάλεσε ευγενικά στο δείπνο.

Αφτόν τον βρήκε μέσα εκεί, μα λείπανε οι συντρόφοι, και μόνοι αφτοί είχανε δουλιά κοντά του, ο Αφτομέδος κι' ο κλώνος τ' Άρη ο Άλκιμος· τι είχε τελιώσει μόλις 475 το δείπνο, μάλιστα έστεκε και το τραπέζι ακόμα.