United States or Dominican Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και πως θέλω διάβασμα. — Ας θέλης, είπεν η Βεάτη εξακολουθούσα να μειδιά προσηνώς. — Αλλά τότε ο αββάς Βικέντιος Δεκρόττας.... — Ποίος Βικέντιος Δεκρόττας; — Ο ιερεύς μας. — Την ευχή του, είπεν η Βεάτη. — Θα γυρεύη ν' ανοίξη την Σύνοψιν. — Ας την ανοίξη. — Και να με διαβάση. — Ας σε διαβάση. — Αλλά τούτο δεν θα με γλυτώση από την κατάραν της ηγουμένης, είπε μετά τρόμου η Κλάρα.

Ο Αγαθούλης άκουσε αυτήν την ομιλία με προσοχή, σχημάτισε μεγάλη ιδέα για τον συζητητή! Κι' όπως η κυρία Μαρκησία είχε φροντίσει να τον βάλη πλάι της, έγειρε στ' αυτί της και τη ρώτησε, ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος, που μιλούσε τόσο καλά! — Είν' ένας σοφός, είπε η κυρία, που δεν ποντάρει ποτές, και που ο αββάς μου τόνε φέρνει κάποτε στο δείπνο.

Μεταξύ εκεινών, που τόνε συργιανίζανε στην πόλη, ήτανε κ' ένας κοντός αββάς Περιγουρδίνος, ένας απ' αυτούς τους πρόθυμους ανθρώπους, πάντα ευκίνητος πάντα περιποιητικός, αδιάντροπος, χαηδευτικός, ικανός για όλα, απ' αυτούς που παραμονεύουνε τους ξένους, όταν περνούνε, τους διηγούνται τη σκανταλιστική ιστορία της πόλης και τους προσφέρουνε ηδονές σε οποιαδήποτε τιμή.

Ναι, είπε ο αββάς, αλλά σαν μανιακοί· γιατί κλαίονται για όλα ξεσπώντας στα γέλια· επίσης κάνουνε γελώντας τις πιο μυσαρές πράξεις. — Ποιο ήτανε αυτό το χοντρογούρουνο, που μου κακολογούσε τόσο το δράμα, που μ' έκανε να κλαίω, και τους ηθοποιούς, που μου αρέσανε τόσο;

Ο αββάς δεν ήτανε άνθρωπος, που μπορούσε να πλησιάση τη δεσποινίδα Κλαιρόν, η οποία έβλεπε μονάχα πρόσωπα της υψηλής περιωπής. — Είνε στα νεύρα της απόψε, είπε· μα θα λάβω την τιμή να σας οδηγήσω σε μια κυρία καθώς πρέπει, όπου θα γνωρίσετε το Παρίσι, σα νάχατε μείνει σ' αυτό τέσσερα χρόνια.

Ο Μαρτίνος ξανάβρε την ψυχραιμία του και σκέφτηκε, πως η κυρία, που έκαμνε την Κυνεγόνδη, ήτανε μια λωποδύτισσα, ο κύριος Περιγουρδίνος αββάς ένας λωποδύτης, κι' ο αστυνόμος ένας άλλος λωποδύτης, από τον οποίον θα μπορούσαν εύκολα να γλυτώσουνε.

Αυτή η ηθοποιός είπε στο Μαρτίνο, μου αρέσει πολύ· ομοιάζει υπερβολικά με τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη, θα χαιρόμουνα πολύ αν τήνε γνώριζα. Ο Περιγουρδίνος αββάς προσεφέρθηκε να τον εισαγάγη στην ηθοποιό. Ο Αγαθούλης, αναθρεμμένος στη Γερμανία, ρώτησε, ποια ήτανε η ετικέττα και πώς φέρνονται στη Γαλλία προς τη βασίλισσα της Αγγλίας. — Κατά τις περιστάσεις, είπε ο αββάς.

Στις επαρχίες τις πάνε στην ταβέρνα· στο Παρίσι τις σέβονται, σαν είναι ωραίες, και τις πετούνε στα σκουπίδια, σαν πεθαίνουνε. — Τις βασίλισσες στα σκουπίδια! είπε ο Αγαθούλης. — Μάλιστα, είπε ο Μαρτίνος. Ο κύριος αββάς έχει δίκιο. Ήμουνα στο Παρίσι, όταν η δεσποινίς Μονίμη πέρασε απ' αυτή τη ζωή στην άλλη.

Τότε, καθώς τον ξανάπιασε η ευχαρίστηση να μιλή για ό,τι αγαπούσε, διηγήθηκε, κατά την συνήθειά του, ένα μέρος από τις περιπέτειές του μ' αυτή τη περίφημη Βεστφαλιανή. — Νομίζω, είπε ο αββάς, πως η δεσποινίς Κυνεγόνδη είναι πολύ έξυπνη και γράφει χαριτωμένες επιστολές.

Όταν ο Αγαθούλης έφυγε με τον αββά Περιγουρδίνο αισθάνθηκε κάποιες τύψεις, που έκανε απιστία στη δεσποινίδα Κυνεγόνδη. Ο κύριος αββάς συμμερίστηκε τη στενοχώρια του. Πολύ λίγο είχε λάβει μέρος στις πενήντα χιλιάδες λίβρες, πούχασε ο Αγαθούλης στα χαρτιά και στην αξία των δύο μπριλλαντιών, που μισό τάδωσε, μισό του τα κλέψανε.