United States or South Korea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκεί με πρόσμενε μια αβγή, λίγο η στερνή του νάναι ... 355 Και τώρα αφού τον Έχτορα δε θέλω να βαρέσω, άβριο του Δία κάνοντας θυσία και των άλλων θεώνγιομίζοντας καλά τα πλοία αφού τα ρήξω στη θάλασσαθα δεις, αν θες κι' αποθυμάς, να σκίζουν πρωΐ πρωΐ τα πλοία μου το ψαροθρόφο κύμα, 360 και μέσα νάφτες πρόθυμους με το κουπί στα χέρια.

Αλλά φαίνεται ότι αηδίασε πλέον να έχη όλο με μεγάλους να κάμη. Έπειτα δε τους έχει πάντοτε προθύμους εις την συναναστροφήν του. Ευρίσκεται αναγκασμένος να ζη πάντοτε εις την μοναξίαν, ένεκα οπού κανείς από τους γείτονας δεν θέλει να ζυγώση εις το σπήλαιον, και επιθυμεί την κοινωνίαν των ανθρώπων.

Και αυτός ο Πέτρος, μεθ' όλας τας προθύμους υποσχέσεις και τας διαμαρτυρίας του, έκειτο βαθέως κοιμώμενος. «Σίμων, καθεύδειςείπε.

Νέος Σωκράτης. Ίσως το πολύ πολύ κανείς από τους εμπορικούς. Ξένος. Και όμως, αφού τους βλέπομεν προθύμους να υπηρετούν με μισθόν και με ημερομίσθιον, δεν είναι δυνατόν ποτέ να τους εύρωμεν ότι διεκδικούν την βασιλικήν. Νέος Σωκράτης. Βεβαίως πώς είναι δυνατόν; Ξένος. Αλλά τότε τι θα ειπούμεν άραγε διά τους εκτελούντας την εξής υπηρεσίαν; Νέος Σωκράτης. Ποίαν εννοείς και ποίους; Ξένος.

Προηγουμένως, όταν διήλθε διά της Σαμαρείας μεταβαίνων εις τα βόρεια, εύρε τους Σαμαρείτας ου μόνον προθύμους να δεχθώσιν, αλλά φιλοτιμουμένους να παρατείνωσι την παρουσίαν Του παρ' αυτοίς, και απλήστως έχοντας όπως ακούσωσι τους λόγους Του. Αλλά τώρα αι περιστάσεις διέφερον.

Δεν ηρώτα ποτέ την πάσχουσαν πώς επέρασε την ημέραν, αλλά και δεν εγόγγυζε ποτέ ούτε παρεπονείτο διατί να είνε άρρωστη. Είχεν εργασίας, είχε σχέδια, ειργάζετο ο ίδιος, αλλά και δεν έπαυε να έχη παραγυιούς, να δανείζεται και να πληρώνη ημεροκάματα. Είχε δύο τρεις ελαιώνας λαμπρούς, φθονετούς, κ' εύρισκε τους δανειστάς προθύμους.

Μεταξύ εκεινών, που τόνε συργιανίζανε στην πόλη, ήτανε κ' ένας κοντός αββάς Περιγουρδίνος, ένας απ' αυτούς τους πρόθυμους ανθρώπους, πάντα ευκίνητος πάντα περιποιητικός, αδιάντροπος, χαηδευτικός, ικανός για όλα, απ' αυτούς που παραμονεύουνε τους ξένους, όταν περνούνε, τους διηγούνται τη σκανταλιστική ιστορία της πόλης και τους προσφέρουνε ηδονές σε οποιαδήποτε τιμή.

Η πρώτη εντύπωσις μας ευρίσκει προθύμους, και ο άνθρωπος είναι καμωμένος ώστε και περί του πλέον αλλοκότου να μπορή κανείς να τον πείση, αλλ' αυτό έτσι αμέσως στερεά προσκολλάται εις τον νουν του, ώστε αλλοίμονον εις εκείνον που θελήση να το εξαλείψη και να το σβύση! 13 Αυγούστου.

Εις θρήνους και παράπονα έχασα μίαν ώραν, κατά το διάστημα της οποίας εύκολον ήτο ν' ανεύρω δέκα άλλας εφημέρους, προθύμους να με αποζημιώσουν διά την απώλειαν της μιας. Όταν ενόησα επί τέλους το σφάλμα μου, τούτο ήτο ανεπανόρθωτον, διότι ήμην ήδη γέρων εις ηλικίαν δύο ωρών.

Όλους περί την κλίνην σου, ανησύχους, προσεκτικούς, προθύμους, αφωσιωμένους, περιποιητικούς, προσπαθούντας να ευχαριστήσωσι πάσαν σου επιθυμίαν ή και ιδιοτροπίαν.