United States or Malawi ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πλείσα για αφτό εσύ πάει να δεις και κάθε χριά να κάνεις, 100 μα κι' άλλου γνώμη να δεχτείς που πιάσει να μιλήσει επί καλού· τι κέρδος σου, σα βγει καλό στη μέση. Μα εγώ ας σας πω τι πιο σωστό μου φαίνεται πως είναι.

Κι' ασπίδα ο Αίας πλάκωσε σαν πύργο κουβαλώντας πλούμια χαλκένια εφτάβοϊδη, που τούδεσε με τέχνη 220 ο Φτιάστης, ο πιο ξακουστός πετσάς, της Ύλης θρέμμα· που τούφτιασε εφτατόμαρη από καλοθρεμένους τάβρους ασπίδα, μ' όγδοη λάμα χαλκού από πάνου· μ' αφτή στα στήθια του μπροστά, τον Έχτορα ζυγώνει σιμά σιμά, απέ στέκεται κι' αρχίζει τις φοβέρες 225 «Έχτορα, τώρα πια άλαθα θα δεις με μόνο μόνος σαν τι κοντάρια έχουν εδώ κι' οι Δαναοί στον κάμπο και δίχως λοχοσπάστορα λιοντόκαρδο Αχιλέα.

Μα εγώ τον έσωσα από κει και τόνε πήγα πίσω στερνά από τόσα βάσανα στ' αλογοθρόφο τ' Άργος. 30 Λείψε απ' τις διαβολιές λοιπόν, μη σ' τα θυμίσω πάλι και δεις αν βγάζεις τίποτα από φιλιά κι' αγάπες, πούρθες κλεφτά και μούπεσες στην αγκαλιά μ' απάτη

Στον ύπνο του όμως ξανάβλεπε τον τυφλό, σκυφτό, με τα χείλη ωχρά, μισάνοιχτα επάνω σε δόντια αγριμιού, και του φαινόταν ότι τον περιγελούσε και τον συμπονούσε. «Νομίζεις ότι γύρισες και αναπαύεσαι. Θα δεις, Έφις∙ τώρα αρχίζει πραγματικά η οδοιπορία σου

Μον έλα πάψε! κι' άσ' τη εκεί τη σπάθα στο φηκάρι. 210 Μα αν θες με λόγια, στόλισ' τον όσο ζητά η καρδιά σου, γιατί το λόγο που θα πω θαν τόνε δεις να γίνει· για αφτή την προσβολή διπλά και τρίδιπλα μια μέρα δώρα θα λάβεις· μοναχά βαστάξου κι' άκουσέ μας

Να ξέρεις όμως πως τα κοράκια θα σου βγάλουν πρώτα τα μάτια. Δυο από εμάς τις είδες να φεύγουν από εδώ….. τις άλλες όμως δεν θα τις δεις. Κι εσύ θα είσαι πάντα ο υπηρέτης κι εμείς τ’ αφεντικά σου…Εκείνος σταυροκοπήθηκε σαν να βρισκόταν μπροστά σε μια δαιμονισμένη και πήγε να πάρει το δισάκι του για να το βάλει στα πόδια, να πάει στην άκρη του κόσμου.

Μα τώρα στάσου εσύ να δεις, τι θα σ' το πιώ το αίμας εδώ θαρρώ, κι' απ' τ' άρματα σφαγμένος τα δικά μου, δόξα σ' εμένα, την ψυχή στον Άδη θα χαρίσειςΕίπε, κι' εκείνος σήκωσε τα φράξο ναν του ρήξει, 655 και τα κοντάρια πήδηξαν μαζί κι' απ' τα διο χέρια.

Έβγαλε το σκούφο του όπως κάνει ο μετανοών. «Ντόνα Νοέμι, συγχωρείστε με! Πίστευα ότι έκανα το καλό… σκεφτόμουν: όταν δεν θα υπάρχω εγώ, εκείνες θα έχουν τουλάχιστον κάποιον να τις υποστηρίζει….» «Εσύ; Εσύ; Εσύ δεν είσαι παρά ένας υπηρέτης! Δεν μας το συγχωρείς που είμαστε από αρχοντική γενιά και θέλεις να μας δεις να ζητιανεύουμε με το δισάκι σου.

Ότι με το κρύο δε μπάζει το ρούχο σου.,, Έπλυνες τη μάλλινη φανέλλα με ζεστό νερό δυο-τρεις φορές θα τη δεις να μπάσει και να σου ανεβαίνει ως τα βυζιά. Πάει τότε πέταξ' την. Γι' αυτό να μη λυπάσαι ποτέ τον κόπο και να την πλαίνεις με το κρύο. — Μα δεν μπορεί να καθαρίσει είπεν ο κληρωτός.

Σάστισε εκείνος και γυρνάει, κι' αναγνωρίζει αμέσως την Αθηνά που ξάστραφταν τα φοβερά της μάτια. 200 Και κράζοντάς την της λαλεί διο φτερωμένα λόγια «Κόρη του Δία σκιαχτερή, γιατί ήρθες τώρα πάλι; μη θες να δεις την αψηφιά του βασιλιά Αγαμέμνου; Εγώ 'να λόγο θα σου πω που ίσως τον δεις να γίνει· σα γλήγορα οι περφάνιες του στον Άδη θαν τον πάνε205