Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025
Δεν βλέπεις πως η μουσική σου είναι σαν τον άνεμο; Έδιωξε όλον τον κόσμο.» «Περίμενε να γεμίσουν τ’ ασκιά και θα δεις!», είπε η τοκογλύφος, βγαίνοντας στο πορτάκι δεξιά από τις κυρίες Πιντόρ και καθαρίζοντας τα δόντια με το νύχι της. Και εκείνη είχε τελειώσει το δείπνο και για να μην χάνει τον καιρό της άρχισε να γνέθει στο φως της φωτιάς.
Κάηκε σαν τον είδε εκεί, κι' έρηξε εφτύς της Ήρας λοξή ματιά και τρομερό της μίλησε ένα λόγο «Άσφαλτα ο δόλος σου, άπιστη, τον Έχτορα απ' τη μάχη μούπαψε εκεί ο κακόβουλος και τσάκισε τους Τρώες. 15 Δεν ξέρω αλήθια αν πρώτη εσύ δεν πρέπει να πλερώσεις τα μπλέκουδά σου με βεργιές και ναν τους δεις τη γλύκα.
Τέλος πια ο Αίας μίλησε στο γιο τ' Ατριά Μενέλα 651 «Τήρα, Μενέλα θεϊκέ, αν ζωντανά ίσως κάπου δεις το λεβέντη Αντίλοχο, του γέρου γιο Νεστόρου, και ξόρκισ' τον να τρέξει εφτύς στον Αχιλέα ως πέρα και ναν του πει πως χάθηκε ο λατρεφτός του βλάμης.» 655
Σίγουρα έχεις έρθει για να ταράξεις τη χαρά μου.» «Η γριά Ποτόι πέθανε», είπε επιτέλους ο Έφις και ο Τζατσίντο του πλησίασε το πιρούνι στο πρόσωπο σαν να ήθελε να τον τρυπήσει. «Φύγε, πουλί της συμφοράς! Το ήξερα ότι θα έφερνες την είδηση κάποιου θανάτου! Τι άλλο;» «Και η Γκριζέντα ετοιμάζεται να μας αφήσει. Θα την δεις να φτάνει εδώ σε μερικές μέρες. Αυτά ήρθα να σου πω.»
Αν το θες, αδελφή μου, είπε η Ζωηδία· «αλλά αν μείνει, θα πρέπει να βάλω νέο όρο. Βαστάζε», συνέχισε γυρνώντας προς αυτόν, «αν μείνεις, πρέπει να υποσχεθείς να μην ρωτήσεις τίποτα για οτιδήποτε δεις. Αν το κάνεις, ίσως ακούσεις κάτι που δεν θα σου αρέσει.» Αφού διευθετήθηκε και αυτό, η Αμινά έφερε το δείπνο και φώτισε την αίθουσα με ευωδιαστά κεριά.
— Τέτοια κουζουλάδα, πρέπει, σε κρατεί και σένα, εξηκολούθησεν ο Σαϊτονικολής, και θαρρείς πως δε σε φτάνει μια παρά ρίχτεις το νου σου σ' όποια δεις. Έχε, καλορρίζικε, μια ολιά 'πομονή να κτίσης το σπίτι σου και να πήξη ο μυαλός σου κύστερα σαν πάρης την Πηγή, θαρθής να μουπής και συ πως σε φτάνει και υπερυψούται. Ο Σαϊτονικολής εγέλα, αλλ' ο Μανώλης είχε γίνει πολύ σοβαρός.
Μον έλα τώρα σήκω! μήπως τις φλόγες δεις και καιν σε λίγο την πατρίδα.» Τότες ο θεοκάμωτος απολογιέται Πάρης «Έχτορα, σα με μάλωσες όχι άδικα, μον δίκια, για αφτά θενά σ' το ξηγηθώ· Μον άκου με και κρίνε. Εγώ όχι τόσο από θυμό ή φταίξιμο των Τρώων 335 κλείστηκα εδώ, μον ήθελα τη λύπη να χορτάσω.
Ήταν όμορφη η ντόνα Μαρία Κριστίνα, φορούσε μια μαντίλα άσπρη σαν το κρίνο. Πήγαινε στη Νοέμι – μου είπε – η Νοέμι έχει την καρδιά τη δική μου, επειδή η καρδιά των νεκρών μένει στους ζωντανούς. Πήγαινε, Ποτόι, μου είπε – θα δεις που η Νοέμι θα σε βοηθήσει. Αυτά τα λόγια μου είπε.»
Αν πας κι' εσύ, θα δεις πώς στέκει χάμου ολόδροσος, με του κορμιού κάθε αίμα ξεπλυμένο. 419 Τόσο φροντίζουνε οι θεοί τον ξακουσμένο γιο σου.» 422
Τη μάννα εγώ περικαλώ, καθώς κι' αφτή το νιώθει, νάναι καλή και μαλακιά με τον πατέρα Δία, μην πιάσει τα μαλώματα ξανά, και μας χαλάσει κι' εμάς το φαγοπότι μας. Γιατί μπορεί, σα θέλει, 580 να μας πετάξει απ' τα θρονιά ο κεραβνοτινάχτης του Κρόνου γιός· τι είναι πολύ πιο δυνατός απ' όλους. Μα εσύ με λόγια μαλακά καλόπιανέ τον, μάννα, και τότε εφτύς πονετικό θαν τόνε δεις μαζί μας.»
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν