United States or Russia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αύριο θα ζητήσω την άδειαν ν' απαντήσω τους βασιλικούς σου οφθαλμούς· θα σε παρακαλέσω ταπεινώς ν' ακούσης τα περιστατικά 'πού έφεραν την έξαφνην και τόσο θαυμα- στήν επιστροφήν μου . ΑΜΛΕΤΟΣ Τι να σημαίνη τούτο; Επέστρεψαν κ' οι άλλοι; Μη τάχα υπάρχη δόλος κ' είναι τούτο μύθος; ΛΑΕΡΤΗΣ Το χέρι το γνωρίζεις;

Είναι γνωστοί και σήμερα μερικοί στίχοι του εις βάρος του εχθρού του· του έλεγε: «Φορεί βρακιά ως Κάζακος, φαρδιά υπέρ σακκία, «που κρύφτουν λέρες χίλιες δυο και περισσή κακία, «Νυμφοστόλος, νεκροστόλος και κατεργαριά και δόλος». Μετά τον θάνατο όμως του μεγάλου, ησύχασεν ο μικρός, γιατί είχε το στάδιο ελεύθερο.

Μα πριν φθάση η νύκτα, ακούουν μέγαν κτύπον, και αιφνιδίως βλέπουν εις την αυλήν τους να έμπουν πολλοί καβαλλαρέοι στρατιώται. Εις τούτην την θεωρίαν, οι δυο νυμφίοι έμειναν ωσάν νεκροί από τον φόβον νομίζοντες να εξεσκεπάσθη ο δόλος, και ο Κατής με όλες τις φύλαξές του θα ήλθε να πιάση τον Κουλούφ διά να τον θανατώση.

Αλλ' ό,τ' ειπώθη ας γίνη ευθύς, ενόσω ακόμη τα πνεύματ' είν' ερεθισμένα, μήπως άλλη μας τύχη συμφορά, 'πού δύναται να φέρη δόλος ή πλάνη.

Ο Χόντζας από την χαράν του έτρεξε διά να την αγκαλιάση και αυτή με επιδέξιον τρόπον εβγήκεν από τας χείρας του χωρίς να την εγγίξη· και αφού τον είδε πως ήτον φερμένος καλά εις τα δίκτυά της, και αποφασισμένος διά να υπάγη εις το σπήτι της, εβγήκεν από εκεί και επήγε και έκαμε τον ίδιον δόλον τόσον του Κατή, ωσάν και του Βεζύρη τους οποίους τους υπεχρέωσε τόσον, που δεν έβλεπαν την ώραν διά να υπάγουν να απολαύσουν την ωραιότητα που επιθυμούσαν· των οποίων εδιώρισε και των τριών διά να υπάγουν μίαν ώραν υστερώτερα ο ένας από τον άλλον, διά να μην υπάγουν και οι τρεις εις ένα καιρόν και ξεσκεπασθή ο δόλος της.

Εκεί που είναι, μάχαιρα, φαρμάκι δεν τον φθάνει, ούτε ο δόλος συγγενών, ούτε η έχθρα ξένων· τίποτ' εκεί να φοβηθή αυτός δεν έχει! ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Έλα, αυτά τ' αγριωμένα σου τα μάτια πράυνέ τα·το δείπνον κύτταξ' εύθυμος και ζωηρός να ήσαι. ΜΑΚΒΕΘ Θα ήμ', αγάπη μου. Και συ προσπάθησε να ήσαι. Να έχης δε κατ' εξοχήν τον νουν σου εις τον Βάγκον. Σ' το 'μάτι σου, 'ς την γλώσσαν σου εκείνος να πρωτεύη.

Αυτός ο άπιστος επιτηρητής, διά εκατόν χιλιάδες φλωριά, έταξε να κάμη να χαθή όλον σου το στράτευμα και εσένα ομού, και ο δόλος του εστάθη εις το να φαρμακώση όλα τα φαγητά και πιοτά, που εις ολίγον διάστημα είχετε να χαθήτε όλοι. Αυτή εστάθη η αιτία, που έκαμα και εχάλασαν όλα τα φαγοπότια, διά, να μη λάβη τέλος η βουλή του.

Ιδών δε ο Κύρος ότι δεν τον ωφέλησεν ο δόλος, επροχώρησε μέχρι του Αράξου, παρεσκευάζετο αναφανδόν να πολεμήση τους Μασσαγέτας, έρριψε γεφύρας επί του ποταμού διά να διέλθη το στράτευμα και κατεσκεύασε πύργους εντός των πλοίων τα οποία έμελλον επίσης να χρησιμεύσωσι προς μεταφοράν.

Μόνε τέτιον προκομμένον Οχ τη φύσι προικισμένον, Να τον λέγουν μερικοί, Πως είναι άδιος, κούφιος όλος, Και ψευτιάς μονάτης δόλος... Πώς οι αθρώποι είναι κακοί! Λεν αυτοί, ένας να προφτάση Στους πενήντα, να μη σκάση, Απ' εκείνους που τηράει, Είναι απόρεμα μεγάλο. Μον αυτό, εγώ αν δεν σφάλλω, Μες το νου μου δε χωράει.