Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


Παρά τον δρόμον παρετήρησε τάφρον πλήρη ανθέων αγρίων και με διέταξε να του κόψω έν εξ αυτών, δακτυλοδεικτών και λέγων την Τουρκικήν ονομασίαν του. Μη εννοήσας ακριβώς οποίον το ζητούμενον, έκοψα διάφορα εκ της τάφρου άνθη και τρέξας, όπως προφθάσω την προχωρήσασαν συνοδίαν, προσέφερα ταπεινώς την ανθοδέσμην μου. Ατυχώς δεν περιείχεν αύτη το ελκύσαν του Μουλά την προσοχήν.

Αύριο θα ζητήσω την άδειαν ν' απαντήσω τους βασιλικούς σου οφθαλμούς· θα σε παρακαλέσω ταπεινώς ν' ακούσης τα περιστατικά 'πού έφεραν την έξαφνην και τόσο θαυμα- στήν επιστροφήν μου . ΑΜΛΕΤΟΣ Τι να σημαίνη τούτο; Επέστρεψαν κ' οι άλλοι; Μη τάχα υπάρχη δόλος κ' είναι τούτο μύθος; ΛΑΕΡΤΗΣ Το χέρι το γνωρίζεις;

ΛΑΕΡΤΗΣ Σεβαστέ μου Κύριε, την χάριν να επιστρέψω εις την Γαλλίαν, όθεν πρόθυμος ήλθα εις την Δανίαν, όπωςτην στέψιν σου κ' εγώ το σέβας μου αποδώσω· και αφού το 'χω αποδώση, ομολογώ 'πού κλίνουν πάλιν οι πόθοι μου και ο νους προς την Γαλλίαν, και ταπεινώς ζητούν την υψηλήν σου χάριν. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Του πατρός σου την άδειαν έχεις; Τι μας λέγει ο Πολώνιος;

Ενθυμείσαι καθ' ον χρόνον προσεπάθεις να λάβης την αρχηγίαν των Ελλήνων προς το Ίλιον, φαινόμενος μεν προς αυτήν αδιάφορος, πράγματι όμως επιθυμών και επιδιώκων αυτήν πάση δυνάμει, πόσον ταπεινώς εφέρεσο προς πάντας; Ενθυμείσαι πόσον ήσο τότε δαψιλής εις χειραψίας, ότι τας θύρας του ανακτόρου σου είχες εις πάντα πολίτην ανοικτές και εχαιρέτιζες ανεξαιρέτως όλους, και αυτούς ακόμη τους μη θέλοντας, ζητών με τους φιλόφρονας εκείνους τρόπους ν' αγοράσης το αξίωμα; Όταν όμως κατώρθωσες να λάβης το αξίωμα τούτο, ω, τότε αμέσως μετεβλήθη το ήθος σου.

Λέγομεν τούτο φανταζόμενοι, ότι κατά τους χριστιανικούς αιώνας και αύται αι μυθολογικαί νύμφαι, όσαι επέζων εισέτι, ενεδύθησαν πάντως εσθήτας, και δεν ετόλμων πλέον να εμφανίζωνται γυμναί, όπως κατά την ειδωλολατρικήν αρχαιότητα. Αν όμως η εικασία ημών είνε εσφαλμένη, αιτούμεν ταπεινώς συγγνώμην παρά των εγκρατών της αρχαίας και νεωτέρας μυθολογίας.

Αριστερόθεν και δεξιόθεν του παρεκάθηντο άλλοι Τούρκοι, σύμβουλοι και πάρεδροί του, εις δε τας άκρας του θαλάμου, παρά την θύραν ίσταντο όρθιοι οι δημογέροντες και άλλοι τινές Χριστιανοί. Έκλινα ταπεινώς τον αυχένα ενώπιον του μεγαλείου του Αγά. Με ηρώτησε διά του διερμηνέως πόθεν έρχομαι; ― Από την Ικαρίαν. ― Πώς ήλθον; ― Με πλοιάριον. ― Πότε; ― Προ τεσσάρων ημερών. ― Τι θέλω;

Οι Θράκες δούλοι ήρπασαν τον γέροντα, τον εξήπλωσαν επί οκρίβαντος, τον έδεσαν με τα σχοινία και ήρχισαν με τας λαβίδας των να τσιμπούν τα κατεσκληκότα προκνήμια. Αλλ' εκείνος, ενώ τον έδενον, ησπάζετο ταπεινώς τας χείρας των, έπειτα έκλεισε τους οφθαλμούς και έμεινεν ακίνητος, ως νεκρός. Έζη ακόμη, και, όταν ο Τιγγελίνος έκυψε προς αυτόν και πάλιν, και τον ηρώτησε: — Θα αναιρέσης;

Τότε ο Βεδρεδήν βλέποντάς τον που του άρεσεν αυτό το καρβούνι, είπεν· Ημείς μένομεν θαυμασμένοι εις το να βλέπωμεν πως έχομεν πράγμα που να αρέση της βασιλείας σου· διά το οποίον ταπεινώς την παρακαλούμεν να το δεχθής, διά ένα δώρον, συμπαθώντάς μας την ελευθερίαν, που παίρνομεν διά να της το προσφέρωμεν.

Έκλινα την κεφαλήν ταπεινώς και είπον κατ' εμαυτόν: — Ιδού η πενία του πλούτου. Ο τελευταίος όμως των οικετών του, ώκτειρεν εμέ, έθεσε δε νόμισμα εις το ράμφος μου, και είπεν: — Εγώ έχω μικράν κοιλίαν· λάβε μικρόν νόμισμα διά σήμερον και αύριον — ο Θεός. Εμειδίασα αδιοράτως, και είπον πάλιν κατ' εμαυτόν: — Ιδού ο πλούτος της πενίας.

Ο Ιωάννης έκυψε προ του ακηλιδώτου ανθρώπου, πρωτού αναγκασθή ν' αναγνωρίση αυτόν ως Θεόν. Προσεπάθησε μετά ζέσεως να «διακωλύση» τον σκοπόν του Ιησού. Αυτός όστις είχε δεχθή τας εξομολογήσεις όλων των άλλων, μετά σεβασμού τώρα και ταπεινώς ποιείται την ιδίαν αυτού εξομολόγησιν. «Εγώ χρείαν έχω υπό σου βαπτισθήναι, και συ έρχη προς με

Λέξη Της Ημέρας

χοντροπελέκητο

Άλλοι Ψάχνουν