United States or French Guiana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν δε, την εσπέραν, ξυλάρμενον εισέπλεε το μπάρκο του καπετάν-Φώκα, το ανεγνώρισεν από την χονδρήν κοιλίαν του και την χονδρήν πρύμνην, και από το άσπρο μπούρδο, την λευκήν ταινίαν, την περιθέουσαν αυτό κύκλω, η οποία με τα μαύρα κατά διαλείμματα τετραγωνίδια, ως θυρίδας μακρόθεν φαινόμενα, παρίστα αυτό τεράστιον σκάφος, ως φρεγάταν τουρκικήν των ημερών εκείνων.

Και κατ' αρχάς μεν ήτο δίκαιος άνθρωπος· υπό την τουρκικήν κυβέρνησιν όμως και εκ του συγχρωτισμού του μετά των Τούρκων της Κρήτης έγεινε φανατικός και διώκτης των Χριστιανών. Αλλ' εις τούτο εφαίνετο ακολουθών και την πολιτικήν της κυβερνήσεώς του, ήτις, αφού ηναγκάσθη να δώση εις τους Χριστιανούς προνόμια κατά το 1858, εφρόντιζε τώρα να τα εκμηδενίση.

Κατά την αρχήν της παραστάσεως ουδείς γνωρίζει ποίος από τους παρισταμένους πρόκειται κατά την εσπέραν εκείνην να σατυρισθή και έκαστος ανησυχεί φοβούμενος μη έπεσεν ο κλήρος επ' αυτόν. Το θύμα όμως δεν βραδύνει να υποδειχθή τόσον σαφώς, ώστε οι άλλοι, ησυχάσαντες διά λογαριασμόν των, γελώσιν εις την ράχιν του με την τουρκικήν ασπλαγχνίαν.

Ήτο ο Γιάννης ο Κάνταρος, τελευταίον λείψανον της πάλαι πολυπληθούς εν Ευβοία οικογενείας των Κανταραίων. Ο άνθρωπος έφευγε την τουρκικήν εξουσίαν, επειδή είχε καταγγελθή ως αδελφοκτόνος.

»Εις το έτος 1803 εφόρτωσα από Λιβόρνον κρασιά και λάδια εις το πλοίον μου ονομαζόμενον «Άγιος Νικόλαος» με σημαίαν τουρκικήν και διοικούμενον παρ' εμού του Γεωργίου Α. Λουμάκη, αποφασισμένος διά τας Αντίλλας, Μαρτινίκαν, Γουαδαλούπαν και λοιπάς νήσους, διά λογαριασμόν ιδικόν μου. »Αναχωρούντες από Λιβόρνον εις τας 29 Μαρτίου διά ημέρας 44 εφθάσαμεν έξω Λουίζας και Μαρτινίκας.

ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Θέλω να παντρέψω την κόρη μου με το γυιό του Μεγάλου Τούρκου. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Με το γυιό του Μεγάλου Τούρκου; Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Δεν έχω ανάγκη από δραγουμάνους εγώ· θα του πω κατάμουτρα πως δεν είναι γι' αυτόν η κόρη μου. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Θα σωπάσης επί τέλους; ΔΟΡΑΝΤ Πώς, κυρία Ζουρνταίν; Διώχνετε μια τέτοια τύχη; Δε δέχεσθε για γαμπρό σας την αυτού Τουρκικήν υψηλότητα;

Έπειτα στραφείσα πέραν προς την Πλάκαν, όπου ήσαν των Τούρκων οι τάφοι εκατερώθεν της οδού, είπε: — Καλέ, ποιος σκύλος εψόφησε; — Ο Λαδομπραΐμης, επληροφόρησεν ο Μανώλης, πλησιάσας και αυτός εις το παράθυρον. Οντέν επέρνουν απού το τζαμί, του 'διαβάζανε. Επλησίασε και η Πηγή μετ' ολίγον και οι τρεις παρετήρουν την τουρκικήν κηδείαν.

Επί Ορλώφ, ο Λάμπρος Κατσώνης ανεστάτωσε την Μεσόγειον με ολίγα παληοκάραβα μεταποιηθέντα εις καταδρομικά. Επί της επαναστάσεως, ο Μιαούλης με πρώην εμπορικά πλοία κατεναυμάχει φοβερούς τουρκικούς στόλους, ο δε Κανάρης εισήρχετο με μίαν βάρκαν εις τον λιμένα της Χίου και επυρπόλει την τουρκικήν ναυαρχίδα.

Τούτο εξακολουθεί μέχρι τέλους της επικλήσεως, μεθ' ό εγύρονται όλοι κράζοντες Αλλάχεκμπέρ! Ο Μουφτής και δύο Δερβίσαι πηγαίνουν να φέρουν τον Ζουρνταίν». «Οι ανωτέρω, ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ, φέρων Τουρκικήν ενδυμασίαν, με την κεφαλήν ξυρισμένην χωρίς σαρίκι και χωρίς σπάθην, ο ΜΟΥΦΤΗΣ με το επίσημον σαρίκι». Δεν ξαίρεις; Σκασμός! Είμ' εγώ Μουφτής, τ' είσαι συ; Δεν καταλαβαίνεις; Σκασμός;

Εις το κάτω μέρος της αγοράς εσχηματίζετο μικρά πλατεία, όπου ήσαν τα ιδιαίτερα καφενεία των Τούρκων, το τζαμί με μιναρέν ημιτελή, και απέναντι αυτού κρήνη μεγάλη με τουρκικήν επιγραφήν και καυκία σιδηρά, κρεμάμενα δι' αλυσίδων, διά να πίνουν οι διαβάται. Αλλ' οι Χριστιανοί απέφευγον να πίνουν με τα τάσια εκείνα των Τούρκων, «για να μη μαγαρίσουν».