United States or Kyrgyzstan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο διδάσκαλος δεν είχεν όρεξιν να αντείπη εις ταύτα, αλλ' απλώς αφωσιώθη εις το έργον, ως να εζήτει παρηγορίαν διά το πένθος του. Την τετάρτην ημέραν μετά την κηδείαν της ατυχούς, ότε αύτη αρρωστήσασα αιφνίδιως απέθανε τεσσαράκοντα ημέρας μετά τον γάμον, εισήλθε, πρώτην φοράν από του δυστυχήματος, εις το σχολείον, στυγνός και σιωπηλός.

Ο καϋμένος ο Κώτσος, ολίγας ημέρας πριν, είχε συμβή, εις την κηδείαν ενός παλαιού γείτονός του, να εισέλθη εις τον ναόν, ενώ εψάλλετο η νεκρώσιμος ακολουθία. Δεν ήτο τακτικά φιλακόλουθος. Μερικοί τον επείραζαν και τον έλεγαν «φαρμασώνον». Αλλ' αυτός ήτο εξ ιδιοσυγκρασίας σκεπτικός, ιδιότροπος εν τη ασυνειδήτω φιλοσοφία του.

Ο νέος υποπτευόμενος δόλον λέγει της μητρός του να μη δείξη λύπην διά την αναχώρησίν του και αφού περάση ένα έτος να διορίση την κηδείαν του, επειδή αυτός ήταν βέβαιος ότι τότε θα επανέλθη ευτυχής.

Ημείς, οι ευγενείς και πεφωτισμένοι και τοσούτον ευαίσθητοι κάτοικοι της πρωτευούσης του ελληνικού βασιλείου, οίτινες συνοδεύομεν πυκνοί και πρόθυμοι την πρώτην κηδείαν ήτις θα παρέλθη προ των παραθύρων μαςόταν μάλιστα έχη και μουσικήνωκνήσαμεν να πληρώσωμεν εις του Οδυσσέως την χήραν ένα έσχατον φόρον συμπαθείας και ελέου, τον οποίον εχρεωστούσαμεν, εννοείς; εχρεωστούσαμεν και εις αυτήν και εις τον άνδρα της.

Έπειτα στραφείσα πέραν προς την Πλάκαν, όπου ήσαν των Τούρκων οι τάφοι εκατερώθεν της οδού, είπε: — Καλέ, ποιος σκύλος εψόφησε; — Ο Λαδομπραΐμης, επληροφόρησεν ο Μανώλης, πλησιάσας και αυτός εις το παράθυρον. Οντέν επέρνουν απού το τζαμί, του 'διαβάζανε. Επλησίασε και η Πηγή μετ' ολίγον και οι τρεις παρετήρουν την τουρκικήν κηδείαν.

Κατά τον αυτόν δε χειμώνα οι Αθηναίοι συμφώνως προς τα πάτρια έθιμα έκαμαν την επίσημον κηδείαν των κατά τον πόλεμον τούτον πρώτων αποθανόντων. Ιδού δε κατά ποίον τρόπον τελούνται οι ενταφιασμοί ούτοι.

Μία κλίνη εστρωμένη αλλά κενή φέρεται προς τιμήν των αφανών, δηλαδή εκείνων, των οποίων τα σώματα δεν ευρέθησαν. Συνοδεύει δε την κηδείαν οποίος βούλεται, είτε αστός είτε ξένος, και προσέτι αι συγγένισσαι ίστανται πλησίον του τάφου μοιρολογούσαι.

Επροσπάθησα να τον πείσω ότι η ασθένειά του ήτο απλή του στομάχου ταραχή, είπα όσα ηδυνάμην χωρίς δυστυχώς να τα πιστεύω, και τον αφήκα υποσχεθείς να τον επισκεφθώ πάλιν το εσπέρας, διότι είχα την ημέραν εκείνην να τελέσω γάμον εις το πλέον απόκεντρον χωρίον της περιφερείας μου. Τοιαύτη η ζωή του ιερέως: Από την λύπην εις την χαράν, από τα στεφανώματα εις την κηδείαν. Ας είναι!

Διήλθεν άνωθεν του χορού, προ των βαθμίδων του βήματος, κ' επλησίασεν εις ένα νέον δημοδιδάσκαλον, όστις εσυνήθιζε να ψάλλη και κατά την κηδείαν αυτήν ίστατο αριστερά βοηθών τους ιερείς, εις τον στίχον «Κύριε, ανάπαυσον την ψυχήν του δούλου σου», τον οποίον επανελάμβανεν εκ περιτροπής ο ψάλτης. Ο Φραγκούλας αλλοκότως εγέλασε, και είπε με φωνήν σχεδόν ακουστήν·

Εγώ όμως, εάν μεν είχα γυναίκα κατά το ποίημα υπέροχον εις τον πλούτον και μου επέβαλλε να την θάψω, την υπερβολικήν κηδείαν θα ενέκρινα, αλλά πάλιν κάποιος γλίσχρος και πτωχός άνθρωπος θα εγκρίνη την ολιγοέξοδον, όποιος δε έχει μετρίαν περιουσίαν και είναι και ο ίδιος μέτριος, θα επαινέση την ανάλογον κηδείαν.