United States or Tunisia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Απεκαλύφθησαν και ήρχισαν να κάμνουν τον σταυρόν των. Μερικοί και εδάκρυον παρακολουθούντες την πένθιμον εκείνην ψαλμωδίαν. Όταν δ' ο ναύκληρος ήρχισε να ψάλλη τελευταίον: «Μετά των Αγίων ανάπαυσον . . . ;» σιγά-σιγά με κλαίουσαν φωνήν, συχνά διακοπτομένην από τους λυγμούς της ψυχής του, οι ναύται δεν ημπόρεσαν να κρατηθούν από την συγκίνησιν και ανεκραύγασαν πάντες εν χορώ: — Θεός σχωρέστηνε!

Ως ήμην κατασκονισμένος εκ της κοπιώδους πορείας, πριν νιφθώ εις την δροσεράν πηγήν, έστην εις το κατώφλιον του ναΐσκου, παρασυρθείς υπό της γλυκείας μελωδίας του ψαλλομένου άσματος: «Μετά των αγίων ανάπαυσον. . . ». Από της θύρας, σκιαζομένης υπό τινος αγριελαίας, ηκροώμην του πενθίμου ύμνου, περιεργαζόμενος συνάμα τα εν τω μικρώ και απλώ εκείνω ευκτηρίω, το οποίον εν τω κάτω πατώματι προς την ανατολικήν πλευράν είχε προορίσει διά τα ασκητικάς προσευχάς του ο εν μακαρία τη λήξει Διονύσιος ο Λογιώτατος, ο Γέροντάς του, τελευταίος των Κολλυβάδων, αυστηρός και άκαμπτος, ανήκων εις μίαν των ισχυροτέρων οικογενειών της νήσου «ο Γέροντας» αποκαλούμενος.

Ουδείς εγνώριζε να ψάλη τόσον κανονικά και τόσον κατανυκτικά το «Μετά των αγίων ανάπαυσονΟυδείς όσον αυτός, συνεκίνει τους χριστιανούς, όταν έψαλλε το «θρηνώ και οδύρομαι». Έκλαιεν όλος, από κεφαλής μέχρι ποδών. Πρώτον άρχιζε να κλαίη η φωνή του, με ένα τρόμον ιδιαίτερον, σαν φυσικόν· φωνή στερεά και ακλόνητος άλλως. Κατόπιν εγέμιζαν δάκρυα τα δύο μεγάλα ως κάστανα μάτια του.

Ύστερον, εκεί που έτρωγον, το μεσημέρι, διηγείτο ο μάγειρος, ο τσεσμελής εκείνος νεανίσκος, με το άσπρο μανδήλι περί τον ναυτικόν του κούκον, ότι την ώραν οπού έψαλλεν ο Γιωργάκης «Μετά των Άγιων ανάπαυσον» και συνέψαλλον και οι λοιποί, ότε όλοι οι ναύται εκλαίομεν από την συγκίνησινέλεγεν ο τσεσμελήςτότε, την στιγμήν εκείνην, είδεν επάνω προς τον φεγγίτην της πρώρας, από μέσα από τα τζάμια του σπιράγιου «σαν ένα κάτασπρο πράγμα, σαν 'ποκάμισο, σαν σάβανο» οπού ελαφρά-ελαφρά εξεδιπλώνετο κι εξανεμίζετο και κάτι λάμψεις έλαμψαν τότε, σαν της αυγής τα πρώτα ξανοίγματα.

Διήλθεν άνωθεν του χορού, προ των βαθμίδων του βήματος, κ' επλησίασεν εις ένα νέον δημοδιδάσκαλον, όστις εσυνήθιζε να ψάλλη και κατά την κηδείαν αυτήν ίστατο αριστερά βοηθών τους ιερείς, εις τον στίχον «Κύριε, ανάπαυσον την ψυχήν του δούλου σου», τον οποίον επανελάμβανεν εκ περιτροπής ο ψάλτης. Ο Φραγκούλας αλλοκότως εγέλασε, και είπε με φωνήν σχεδόν ακουστήν·