United States or Brazil ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεξά ο κάμπος, μοιρασμένος από τους ζευγολάτες αδερφικάίσια και κανονικά τετράγωνα κομμάτια, αναχαράζει κι ακαρτερεί ώραώρα ταλέτρια και τα καματερά, να διαβούν από πάνω του και να τον οργώσουν.

Ουδείς εγνώριζε να ψάλη τόσον κανονικά και τόσον κατανυκτικά το «Μετά των αγίων ανάπαυσονΟυδείς όσον αυτός, συνεκίνει τους χριστιανούς, όταν έψαλλε το «θρηνώ και οδύρομαι». Έκλαιεν όλος, από κεφαλής μέχρι ποδών. Πρώτον άρχιζε να κλαίη η φωνή του, με ένα τρόμον ιδιαίτερον, σαν φυσικόν· φωνή στερεά και ακλόνητος άλλως. Κατόπιν εγέμιζαν δάκρυα τα δύο μεγάλα ως κάστανα μάτια του.

Δηλαδή εκ των τριγώνων όσα ήσαν αρχικά, κανονικά και λεία, ικανά να παραγάγωσι μετά της μεγίστης ακρι- βείας πυρ και ύδωρ και αέρα και γην, ο Θεός αποχωρίζων από C | τα σχετικά είδη αυτών και αναμιγνύων μεταξύ των μετά τι- νος αναλογίας, ίνα προμηθεύση το κοινόν γεννητικόν σπέρμα εις όλον το ανθρώπινον γένος, κατεσκεύασε τον μυελόν εξ αυτών.

Και εις εκείνους μεν οι οποίοι είναι μετρημένοι εις τους τρόπους των δεν δίδουν ίσως τίποτε, δίδουν όμως πολλά εις τους κόλακας ή εις τους προσφέροντας εις αυτούς καμμίαν άλλην ηδονήν. Διά τούτο οι περισσότεροι από αυτούς είναι και ακόλαστοι. Διότι ευκόλως εξοδεύουν διά τας ακολασίας και επειδή δεν ζουν κανονικά κλίνουν μάλλον εις τας ηδονάς.

Για να το καταλάβης, πρέπει νανεβής απάνω τη στράτα, ώςπου να διής έναν καφενέ που έχει όνομα «Ορφεύς»... Εκεί, σε κείνον τον καφενέ, εννόησα πρώτη φορά, κοντέβουν τώρα εφτά χρόνια, με τι τρόπο και με τι σύστημα, ήσυχα και κανονικά, ο λαός διορθώνει τους δασκαλισμούς, γιατί ο λαός ή «Ορφές» θα το κάνη πολύ σωστά, όπως ένας μου το είπε, ή θα το λέη νέττα σκέττα καφενές.

Εννοώ δε όχι τον όχλον και τους πολλούς, αλλ' εκείνους οίτινες θ' αναγνώσουν την ιστορίαν ως δικασταί και μάλιστα ως κατήγοροι, τους οποίους δεν δύναται να διαφύγη τίποτε στραβόν και άτοπον, διότι βλέπουν καλλίτερα από τον Άργον και βλέπουν δι' όλου του σώματος, ως αργυραμοιβοί δε εξετάζουν τα καθέκαστα, και τα μεν κίβδηλα απορρίπτουν αμέσως, παραδέχονται δε τα σωστά, γνήσια και κανονικά.

Αυτός όμως τόσον κανονικά και απταίστως και αποτελεσματικώς παρακολουθεί τα μαθήματα και τας συζητήσεις με πολλήν γλυκύτητα εις τους τρόπους, ωσάν να χύνεται λάδι χωρίς κρότον, ώστε απορεί κανείς πώς αυτός, τόσον νέος, τόσον καλά τα καταφέρνει. Σωκράτης. Καλά νέα μου φέρεις. Αλλά τίνος παιδί είναι αυτός; Θεόδωρος. Μου είπαν το όνομά του, αλλά το ελησμόνησα.

Τα κανδήλια ήσαν αναμμένα έμπροσθεν των εικόνων του τέμπλου, αλλά με κανονικά φώτα και όχι ως πυροφάνεια. Αλλ' υπήρχον και δύο μεγάλαι λαμπάδες καίουσαι εις τα μανουάλια, και πέντε ή έξ κηρία. Εντεύθεν το πολύ φως.

Δεξά ο κάμπος, μοιρασμένος από τους ζευγολάτες αδερφικάίσια και κανονικά τετράγωνα κομμάτια, αναχαράζει κι ακαρτερεί ώραώρα ταλέτρια και τα καματερά, να διαβούν από πάνω του και να τον οργώσουν.

Είνε πιθανόν, αν και όχι βέβαιον, ότι εγνώριζεν όλα τα μη κανονικά βιβλία των Εβραίων. Η βαθεία αύτη γνώσις των Γραφών δίδει μεγαλειτέραν σημασίαν εις την πλήρη θυμού ερώτησιν, την τοσάκις επαναλαμβανομένην. «Ουκ ανέγνωτε;» Η γλώσσα την οποίαν ο Κύριος ημών ωμίλει κοινώς ήτο η Αραμαϊκή.