United States or Moldova ? Vote for the TOP Country of the Week !


«Άλλοτον νου σου έχεις, θεά, ποτέ να μ' αποπέμψης, 'που με πλωτή να διαβώ μου λέγεις της θαλάσσης το φρικτό χάσμα, οπού γοργά δεν σχίζουν ίσια πλοία 175 και όταν περιφανεύονταιτον άνεμο του Δία. ουδέ θε να 'μπω εις την πλωτήτο πείσμα σου ποτέ μου, αν μη θελήσης, ω θεά, να ομόσης μέγαν όρκο, ότι κακό δεν μελετάς ενάντια μου κανένα».

Στη γη σωρόν τον άφηκε, και κείθε σ' άλλα μέρη Διαβαίνει, κι' αποπίσω του σφαγή και φόνο φέρει· 440 Το σκοτωμό του Φωναρά να ιδή ο Νοτιάρης φρίζει, Έτζι γοργόν παράστρατα· κι' από θυμόν αφρίζει· Ατόφια κι' ολοστρόγγυλη μια πέτρα ευτύς αρπάζει, Μ' οργή πολλή και μάνητα καλά σαν τη χουφτιάζει, Στον Τρυπαφράχτη απανωθιό, οπού τον αντικρύζει, 445 Με γληγοράδα απίστευτη τα ίσια σφεντονίζει· Τον παίρει στο αντικέφαλο, κι' αιώνιο σκοτάδι Εθάμπωσε τα μάτια του· τον προβοδάει στον άδη.

Αχ! ίσια κατά την καρδιά μου ήρθε κ' έκρουσ' εκείν' η βοή! Οι άμοιροι! εχαθήκαν! Αν ήμουν εγώ τότε ένας μεγαλοδύναμος θεός, θα εβύθιζα μέσα στη γη τα πέλαγα, πριν καταπιούν έτσι το καλό πλεούμενο, μ' όσες απάνω του εβαστούσε ψυχές! ΠΡΟΣΠ. Ησύχασε· μην τρέμης άλλο· λέγε της ελεητικής καρδιάς σου ότι κανένα κακό δεν έγινε. ΜΙΡ. Ω! ημέρα του πόνου! ΠΡΟΣΠ. Κακό κανένα.

Οι δημογερόντοι και η αρχοντιά των Γιαννίνων σαν τώμαθαν, κατάλαβαν το τι έτρεχε κ' ίσια πήγαν και πήραν κρυφά τες τσιούπρες από το πατρικό τους σπίτι και τες πήγαν στη Μητροπολη.

Κατατηρώντας ολογυρά του τον τόπον, εξάνοιξε ανάμεσα σε διάφορα δένδρα καρπερά, οπού περικύκλωναν πολλά χωράφια και αμπέλια, ένα χωριάτικο σπήτι, κ' αποφάσισε να πηγένη τα ίσια εις εκείνο.

Να μη φέξη, για τόνομα του Θεού: Ας μπορούσε τουλάχιστο να φέξη μια ώρα πιο αργά· να ξεχνιάση το Χάρο. Τι είναι που τρίζει; Κάτι κρότους ακούω. Ο κρότος μεγαλώνει. Με τρομάζει. Κατάλαβα τι είναι. Τίποτις δεν είναι. Του παπού η αναπνοή, στην κάμερη πλάγι, που κοιμάται. Βαριά, βαριά παίρνει την αναπνοή του. Δυσκολέβεται να την πάρη. Τι καρδιοχτύπια είναι τούτα; Τακούω ίσια με δω.

Τι παραιτάς τη μάχη; Τι να σου κάνω πούσαι εσύ πιο δυνατό κοντάρι! αλλιώς, εφτύς θα σούδειχνα πώς παραιτούν πολέμους. Μον έλα λάλα τ' άλογα κατά τον Πάτροκλο ίσια, μήπως τον σφάξεις αν τυχόν σου δώκει νίκη ο Φοίβος725 Έτσι είπε κι' έφυγε ο Θεός. Και τότε εκεί προστάζει ο ξακουσμένος Έχτορας τον άφοβο Κεβριόνη ξανά με τα γοργά άλογα στον κάμπο να γυρίσει.

Εμάς, η δουλειά μας αυτή δεν είναι. Μπαίνουμε λοιπόν και στο Παλάτι αυτό ξαφνικά, κ' ίσια στο νοικοκύρη. Όχι όμως σα σφίγγες. Εδώ από κρύφια και μαγικά τερτίπια ανάγκη δεν έχουμε. Εδώ μπαίνουμε σα δυο καλόγνωμοι πατριώτες, που ήρθανε να χαιρετήσουν το Βασιλιά τους. Ας βγάλουμε τα παπούτσια μας στο κατώφλι, να του δείξουμε πως ερχούμαστε από Τούρκικα μέρη, ίσως κ' έτσι πιώτερο μας πονέση.

Φαινότανε σα να ήθελε να χοροπηδήση μέσα στην κάμαρα, να παίξη, να κάμη τρέλες, να τρέξη να την πιάσουνε, φαινότανε σα να πιθυμούσε κάτι νέο, κάτι ασυνήθιστο, σα να την είχε πλημμυρίσει ο κοριτσίστικος πόθος των αθάνατων ανοησιών της ευτυχίας, ένα ίσια ίσια από κείνα τα χαρακτηριστικά, που αγαπούσα περσότερο σ' αυτή. Όσο κι αν το πιθυμούσα ωστόσο, δεν μπορούσα να συναρπαχτώ από τη διάθεσή της.

Είπε, κι' ακούει ο Πάτροκλος τα λόγια του συντρόφου κι' ίσια τρεχάτος ξεκινάει να σύρει ως στις καλύβες.