United States or Central African Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τις ανάγκη να μακρολογώμεν; και περί των δύο αρκετά έχομεν είπει· και έτσι λοιπόν ο λόγος, αφού είναι πρέπον να λάβη τέλος, τούτο θα πάθη· κ' εγώ τον ποταμόν τούτον θα διαβώ και θα φύγω, πριν αναγκασθώ από σε να σου κάμω καμμίαν άλλην μεγαλυτέραν χάριν.

Και αν δώση και καλόν καιρόν εκειός της γης ο σείστης, Την τρίτη ημέρα φθάνουμε στην καρποφόρον Φθίαν. Ακόμη δε προηγουμένως από αυτά είπε υβριστικώς εις τον Αγαμέμνονα: Τόρα στην Φθίαν θα διαβώ. Καλλίτερα το έχω, Να φύγω στην πατρίδα μου, γιατί σκοπόν δεν έχω Εδώ να μείνω άτιμος να σου σωριάζω πλούτη.

ΠΥΘΙΑ Τη μάννα που σ' εγέννησε, πάρε τ' αυτά και βρέσ' τη. ΙΩΝ Και στην Ασία θα διαβώ και στην Ευρώπην όλη. ΠΥΘΙΑ Εσύ μονάχος θα τη βρης. Σ' ανέθρεψα, παιδί μου, ακούοντας εις το θεό, και σου τα δίνω τούτα που ηθέλησα να πάρω εγώ, χωρίς να με προστάξης, και να σε σώσω• το γιατί δεν θα το ειπώ σε σένα.

Κι' απάνου απ' το κεφάλι του πάει στέκει και του κάνει «Πάει πια, Αχιλιά, εγώ πέθανα, και τώρα εσύ κοιμάσαι και με ξεχνάς· σ' άλλους καιρούς με φρόντιζες, σα ζούσα. 70 Θάψε με, αδρέφι, τη μπασιά πια να διαβαίνω τ' Άδη. Μακριά με διώχνουνε οι ψυχές των πεθαμένων ήσκιων, το ρέμα αντίκρυ να διαβώ δε θεν και δε μ' αφίνουν, Μον έτσι εδώ κι' εκεί γυρνώ μες στ' Άδη τη θολάδα.

Μετά ταύτα υπάνδρευσα τον υιόν μου με την κόρην του ζευγίτου κατά την υπόσχεση μου και μετ' ολίγον καιρόν που συνέβη του υιού μου και εχήρευσεν, αυτός απήλθεν εις ταξείδι, και έως τώρα επέρασαν τόσοι χρόνοι και καμμίαν είδησιν μη λαμβάνοντας δι' αυτόν απεφάσισα να διαβώ εις διαφόρους τόπους εις αναζήτησίν του· και μην εμπιστευόμενος εις άλλον ταύτην την γυναίκα μου την έλαφον την φέρω μαζί μου όπου πηγαίνω.

«Αντίνοε, τάχα ηξεύρομεν, ή άγνωστο μας είναι, πότ' έρχεται ο Τηλέμαχος απ' την αμμώδη Πύλο; με το καράβι μ' έφυγε, και το 'χω ανάγκη τώρα, να διαβώτην Ήλιδα, που δώδεκα φοράδες 635 μου βόσκουν, κ' έχουντο βυζί φιλόπονα μουλάρια αδάμαστα• και θα 'παιρνα κανένα να δαμάσω».

«Άλλοτον νου σου έχεις, θεά, ποτέ να μ' αποπέμψης, 'που με πλωτή να διαβώ μου λέγεις της θαλάσσης το φρικτό χάσμα, οπού γοργά δεν σχίζουν ίσια πλοία 175 και όταν περιφανεύονταιτον άνεμο του Δία. ουδέ θε να 'μπω εις την πλωτήτο πείσμα σου ποτέ μου, αν μη θελήσης, ω θεά, να ομόσης μέγαν όρκο, ότι κακό δεν μελετάς ενάντια μου κανένα».

Τότε θα κρεμούσα τα μαλλιά μου απ' το παράθυρο και θα τάκανα σκάλα νανεβή ο αγαπημένος μου... Και όλο έκλαιγε, μέσα στο σκοτάδι. Το βασιλόπουλο τράβηξε κατά τα μάτια του. — Θα πάρω πάλι τα γκρεμνά και τα ποτάμια, θα διαβώ τις θάλασσες και τα βουνά, να φύγω μακρυά απ' την κακιά μου αγάπη. Και τράβηξε πάλι μακρυά απ' το σιδερένιο πύργο.

Σέλλωσε τ' άλογό μου, Το μαύρο πούναι γλήγορο και νυχτομαθημένο. Πέρ' απ' τον κάμπο θα διαβώ και πέρ' απ' το ποτάμι, Θα ν' ανεβώ μέσ' 'ςτό βουνό, τα δάση θα περάσω Που κυνηγώ, θε να ριχτώ 'ςτό μέγα μονοπάτι, Θα πέσω κάτω απ' το ραϊδιό, κ' εκείθε λάκα-λάκα Θε να κατέβω ταις σπηλιαίς της ποταμιάς να πιάσω.