United States or Estonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ανάρια τα κλωνάρια του κουνάει ο γέρω πεύκος Και πίνει και ρουφάει δροσιά κι' αχολογάει και τρίζει Η βρύση η χορταρόστρωτη δροσίζει τα λουλούδια Και μ' αλαφρό μουρμουρητό γλυκά τα νανουρίζει θολώνει πέρα η θάλασσα, τα ριζοβούνια ισκιώνουν, Τα ζάλογγα μαυρολογούν, σκύβουν τα φρύδια οι βράχοι Κ' οι κάμποι γύρου οι απλωτοί πράσινο πέλαο μοιάζουν.

Να μη φέξη, για τόνομα του Θεού: Ας μπορούσε τουλάχιστο να φέξη μια ώρα πιο αργά· να ξεχνιάση το Χάρο. Τι είναι που τρίζει; Κάτι κρότους ακούω. Ο κρότος μεγαλώνει. Με τρομάζει. Κατάλαβα τι είναι. Τίποτις δεν είναι. Του παπού η αναπνοή, στην κάμερη πλάγι, που κοιμάται. Βαριά, βαριά παίρνει την αναπνοή του. Δυσκολέβεται να την πάρη. Τι καρδιοχτύπια είναι τούτα; Τακούω ίσια με δω.

Ταλέτρι τρίζειτώργωμα ... Ήταν η γη χερσάδα Και το γενί θαμπή βαθειά... Το γήμορο δικό μας... Ψυχή, παιδιά μου, 'ς τ' άρματα!.. Τούπε ο Θεός θα γένη! Να μη σας λείψη το νερό... Γέρο Διαμάντη, Μήτρε, Σταθήτε σεις εδώ μ' εμέ ... 'Σ τη θέση του καθένας. Εσκόρπισαν ολόγυρα. Ποιος πιάνει ένα θυμάρι Και ποιος κρατεί μια λοιδοριά, τ' αφωρεσμένο δέντρο.

Και το λυπηρότερον εξ όλων είνε ότι ο συκοφαντηθείς, μη γνωρίζων τα γενόμενα, πηγαίνει προς τον φίλον του χαρούμενος, διότι έχει την συνείδησιν καθαράν, και ομιλεί και φέρεται όπως πάντοτε, ενώ ο δυστυχής είνε κατά παντοίους τρόπους παγιδευμένος• ο δε φίλος του εάν μεν είνε γενναιόψυχος, ελεύθερος τον χαρακτήρα και ειλικρινής, αφήνει αμέσως ελευθέραν διέξοδον εις την οργήν και την αγανάκτησίν του• και, δίδων ούτω αφορμήν εις την απολογίαν, εννοεί ότι αδίκως εθύμωσε κατά του φίλου του• εάν δε είνε ταπεινού και αγενούς χαρακτήρος, υποδέχεται μεν και προσμειδιά βεβιασμένως, αλλ' ενδομύχως μισεί και κρυφίως τρίζει τους οδόντας και, όπως ο ποιητής λέγει, «βυσσοδομεύει την οργήν».

Ναι, στο φωτεινό μονοπάτι διαγραφόταν ακόμη και η σκιά των λουλουδιών. Τα φύλλα από τις φραγκοσυκιές είχαν τ’ αγκάθια τους στη σκιά, και όπου το νερό ήταν στάσιμο, κάτω στο ποτάμι, αντικαθρεφτίζονταν τ’ αστέρια. Να όμως μια σκιά που κινείται πίσω από την αιμασιά, ανάμεσα στα σκλήθρα. Είναι ένα ασουλούπωτο ζώο, μαύρο, με ασημένια πόδια: τρίζει επάνω στην άμμο, σταματά.

Μέσα στην σιωπή ακουγόταν να τρίζει το σκοροφαγωμένο ξύλο του μπαλκονιού. Ο Έφις σηκώνοντας λίγο περισσότερο το κεφάλι ξαναείδε για τελευταία φορά το παλιό νεκροταφείο με τον κατεστραμμένο του τοίχο, τα χόρτα του και τα κόκαλα που ήταν σα λουλούδια