United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όσο μπορείτε πιο γλίγωρα αποκρύψατε σε κάποιο μέρος μακριά ή και σκοτώστε με στο πέλαο ρίχτε, να μη σας είναι δυνατό πια να με ιδήτε. Δεχθήτε να μ’ εγγίσετε τον άθλιο εμένα. Πεισθήτε° μη δειλιάζετε. Ω συμφορά μου! Άλλος κανείς πάρεξ εγώ δεν θα υποφέρη. ΧΟΡΟΣ Ιδού προς τούτο έφθασεν ο Κρέων, που μόνος απόμεινε στο πόδι σου της χώρας φύλαξ, για να σκεφθή και να τελέση, όσα νομίζεις.

Είπε, και αυτόν εβρόντησε ψηλάθε μέγα κύμα με ορμή φρικτή, κ' εγύρισε κλονώντας την πλωτή του. και απ' την πλωτήν έπεσε αυτός μακράν, και το πηδάλι 315 απέλυσε απ' τα χέρια του•την μέση το κατάρτι φρικτή του σύντριψε πολλών σμιχτών ανέμων ζάλη, κ' η αντένα ομού και το πανίτο πέλαο πέσαν πέρα. πολληώρα τον εσκέπασεν η θάλασα, ουδ' εμπόρει να έβγη ευθύς, απ' την ορμή, 'που 'χε το μέγα κύμα, 320 βαρύς από τα ενδύματα, 'που του 'χε δώσ' η νύμφη. αργά εσηκώθη, κ' έφτυσε πικρήν από το στόμα την άρμη, 'πώρρεε ρονιαίς από την κεφαλή του. και την πλωτή δεν ξέχασε, μ' όλα τα πάθη οπού 'χε, αλλ' ώρμησε εις τα κύματα κ' επιάσθηκε απ' εκείνη, 325 κ' εκάθισε εις την μέση της, τον θάνατον να φύγη• κ' εδώ την έφερνε κ' εκεί το ρεύμα των κυμάτων• και ως το φθινόπωρ' ο Βορηάς τ' αγκάθιατην πεδιάδα σέρνει, και αυτ' όλα δένονται πυκνά, και αυτήν ομοίως κείθε κ' εδώθ' οι άνεμοιτα πέλαγος εφέρναν. 330 και πότε ο Νότος του Βορηά την ρίχνει να την πάρη, και πότε ο Εύρος δίδει την κυνήγι του Ζεφύρου.

ΣΤΕΦΑΝ. Πιε, δούλοτέρας, όταν σου το προστάζω εγώ· τα μάτια σου είναι χωσμένα μέσα στο κεφάλι σου. ΤΡΙΝΚ. Και πού αλλού θα τάχη χωσμένα; ήθελ' είναι ένα άξιο τέρας, μα την αλήθεια, ανίσως τάχε στην ουρά του. ΣΤΕΦΑΝ. Ο τερατάνθρωπός μου έπνιξε τη γλώσσα του μέσα στο κρασί· όσο για με, το πέλαο δεν με πνίγει· εκολύμπησα, πριχού πιάσω στερηά, εδώ κ' εκεί, εξήντα πέντε μίλια, μα τούτο το φως.

ΜΙΡ. Ωιμέ, τι φροντίδα θα ήμουνα τότε για σε! ΠΡΟΣΠ. Ω! ήσουν ένα Χερουβείμ, εσύ μ' εφύλαξες! Χαμογελούσες εσύ, γιομάτη θάρρος από τον ουρανόενώ εγώ έχυνα στο πέλαο δάκρυα πικρά, και αποκάτου εις το βάρος μου εβογγούσα, εκείνο ανάστησε μέσα μου την ανδραγαθία, έτοιμη να υπομείνη ό,τι μπορούσε ν' ακολουθήση. ΜΙΡ. Πώς αράξαμε; ΠΡΟΣΠ. Με του θεού το χέρι.