United States or South Sudan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τόσην τέχνην έδειξαν διά να θέσουν καλώς τα ονόματα εις τα γράμματα. Ερμογένης. Μου φαίνεται ότι λέγεις την αλήθειαν. Σωκράτης. Λοιπόν και περί βασιλέως δεν ισχύει ο ίδιος λόγος; Δηλαδή θα γεννηθή μίαν ημέραν από βασιλέα βασιλεύς, καθώς και από αγαθόν αγαθός, και από ωραίον ωραίος και ούτω καθεξής, από έκαστον γένος θα γεννηθή άλλος όμοιος απόγονος, έκτος εάν γεννηθή τέρας.

Ταλαίπωρε, του λέγει ο Κατής, διά ποίον με παίρνεις; δεν ηξεύρεις που εγώ ημπορώ να σε παιδεύσω κατά πως σου πρέπει και να σε βάλω εις τα σίδερα, που παίρνεις τόση τόλμη να αναγελάσης με εμένα; φοβήσου τον θυμόν μου, ω δυστυχή, και αντίς διά τούτο το τέρας της φύσεως που μου έστειλες, δος μου την άλλην σου θυγατέρα, της οποίας η ευμορφιά μου είνε πολλά επιθυμητή· ειδεμή θέλεις δοκιμάσει πόσον ημπορεί να κάμη ένας Κατής θυμωμένος.

Εγεννήθη μ' ένα μεγάλο κεφάλι. Ύστερα, εμεγάλωνε το παιδί, εμεγάλωνε και το κεφάλι του. Ένα τέρας. Η κακαίς η γλώσσαις καθήσανε και λογαριάσανε τους μήνους, από την ημέρα που γεννήθηκε, κ' εβγάλανε πως επιάσθη Μεγάλη Παρασκευή. Τόσο εβούιξεν ο κόσμος όλος. Ο Παπα-Δράκος, ο πατέρας του, ένας καλός χριστιανός, παπαδοπαίδι και αναγνώστης με μια ώμορφη γυναικούλα, μικρούλα σαν κουκλίτσα.

Επί της κορυφής του δένδρου παράδοξος γυνή, τραγέλαφος τερατώδης, με κεφαλήν φέρουσαν μυρία στόματα, εσάλπιζε διά μυρίων σαλπίγγων. Ούτε οφθαλμούς δε, ούτε ώτα είχε. Στόματα μόνον, στόματα, και πάλιν στόματα, διά των οποίων μυριάκις επαναλάμβανεν: — Ο Ζακχαίος ανήλθεν εις την συκομωρέαν! Λέγω προς το Φάσμα: — Ουδέποτε θα επίστευον, ότι ο Θεός ετόλμησέ ποτε να δημιουργήση τοιούτον τέρας.

ΓΟΝΖ. Δεν είναι το σωκάρδι μου καινούριο σαν την ημέρα που το πρωτόβαλα; ενοώ, σε κάποιον τρόπο. ΑΝΤΩΝ. Ώμορφα εψαρεύθηκε αυτός ο τρόπος. ΓΟΝΖ. Όταν το εφόρεσα στο γάμο της θυγατέρας σου; ΑΛΟΝΖ. Μου μπήχνετε αυτά τα λόγια στ' αυτιά, και βιάζετε την υπομονή της ψυχής μου! Ω συ, κληρονόμε μου της Νεάπολης και του Μιλάνου, ποιο τέρας του πελάου σ' εχορτάσθη;

ΣΤΕΦΑΝ. Ετούτο είναι κάποιο τέρας του νησιού, τετράποδο, που από κείνο, που εγώ λογιάζω, αρρώστησε· πού στο δαίμονα έμαθε τη γλώσσα μας; Θέλει το βοηθήσω· δεν χάνω τίποτε· ανίσως μου πιτύχη να το γλυτώσω, και να το ημερώσω, και να το φέρω μαζή μου στη Νεάπολη, αυτό είναι χάρισμα για κάθε βασιλέα που να εφόρεσε ποτέ αγελαδινό τομάρι.

Δράκος με ράχη κόκκινη σαν αίμα, φρίκη τέρας, π' ατός του ο Δίας τόβγαλε στο φως, πηδά από κάτου απ' το βωμό, κι' ολόισα στην πλατανιά ανεβαίνει 310 Κι' εκεϊ είταν νιόσκαστα πουλιά, έτσι μικρούλια ακόμα, στην άκρη άκρη, στου δεντρού την πύκνα ζαρωμένα, οχτώ, κι' η μάννα τους εννιά που τάχε κλωσσισμένα. Και τ' άκουγες π' απάνου εκεί με κλάμα σπαρταρούσαν μέσα στο στόμα του φιδιού.

ΤΡΙΝΚ. Αυτό με καίει χειρότερα παρά τούτο το βρέξιμο. Και όμως αυτά είναι της άκακης Νεράιδας σου τα καμώματα, τέρας. ΣΤΕΦΑΝ. Θα πάω ναύρω το φλασκί μου, και ας χαθώ. ΚΑΛΙΜΠ. Παρακαλώ σε, βασιλέα μου, ησύχασε· βλέπεις εδώ, τούτο είναι το στόμα του σπηλαίου· αγάλι, αγάλι, έμπα μέσα. Πράξε αυτό το καλό κρίμα, που κάνει δικό σου τούτο το νησί· για πάντα, κ' εμέ, τον Κάλιμπάν σου, ποδογρύφτη σου.

ΣΤΕΦΑΝ. Δόσ' μου το χέρι σου, ολοένα αγριεύω. ΤΡΙΝΚ. Ω βασιλέα Στέφανε! ω συντεχνίτη! ω άξιε Στέφανε! Κύτταξε τι φορεσιές είναι έτοιμες για σένα εδώ! ΚΑΛΙΜΠ. Άφησ' τα, εσύ τρελλό, είναι παληοσκούτια. ΤΡΙΝΚ. Ω, ω, τέρας, εμείς ξέρουμε τι πάει να πη παληοσκούτι. Ω βασιλέα Στέφανε! ΣΤΕΦΑΝ. Άφησε κείνε το πανωφόρι· μα την αλήθεια, το θέλω γω. ΤΡΙΝΚ. Η εξοχότης σου ας το πάρη.

Ακριβώς αυτήν την στιγμήν τρεις εύσωμοι υπηρέται έφθασαν και κατέθεσαν άνευ δυσκολίας επί της τραπέζης μίαν κολοσσιαίαν πιατέλλαν, περιέχουσαν, όπως μου εφάνη τουλάχιστον, το περίφημον τέρας.