United States or Christmas Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΤΡΙΝΚ. Ω γέλια, να ξιππάζεται το μπαίγνιο για ένα μαύρο μεθύστακα! ΚΑΛΙΜΠ. Θέλε με, παρακαλώ, να σε πάω κει, όπου βγαίνουν η αγριομηλιές, και με τα μακρυά μου νύχια εγώ να σου ξεθάφτω ύκνες, να σου δείξω που φωλιάζει ο πετρίτης, να σου μάθω πώς παγιδεύεται η γοργοκίνητη μαϊμού, να σε φέρω στες στρυμωχτές λεφτοκαρυές, και κάποτε να σου κυνηγώ μικρά ζαρκάδια μέσ' από τα γκρεμά. Έρχεσαι μαζή μου;

ΣΤΕΦΑΝ. Πιε, δούλοτέρας, όταν σου το προστάζω εγώ· τα μάτια σου είναι χωσμένα μέσα στο κεφάλι σου. ΤΡΙΝΚ. Και πού αλλού θα τάχη χωσμένα; ήθελ' είναι ένα άξιο τέρας, μα την αλήθεια, ανίσως τάχε στην ουρά του. ΣΤΕΦΑΝ. Ο τερατάνθρωπός μου έπνιξε τη γλώσσα του μέσα στο κρασί· όσο για με, το πέλαο δεν με πνίγει· εκολύμπησα, πριχού πιάσω στερηά, εδώ κ' εκεί, εξήντα πέντε μίλια, μα τούτο το φως.

ΚΑΛΙΜΠ. Εγώ ορκίζομ' απάνου σ' αυτό το φλασκί, πως είμαι αληθινός δούλος σου· γιατί τούτο το πιοτό δεν είναι της γης. ΣΤΕΦΑΝ. Να! ορκίσου λοιπόν, πώς εσώθηκες. ΤΡΙΝΚ. Εκολύμπησα, αδελφέ, σαν νησσάρι· σου ορκίζομαι, εγώ πλέω σαν νησσάρι. ΣΤΕΦΑΝ. Να· φίλησε το βιβλίο· αγκαλά ξέρης και πλες σαν νησσάρι, είσαι καμωμένος σαν χήνα. ΤΡΙΝΚ. Ω Στέφανε! έχεις και άλλο;

Τραβάς καλά, τέρας, μα την αλήθεια. ΚΑΛΙΜΠ. Σου δείχνω κάθε πιθαμή καρπερό χώμα στο νησί, και σου φιλώ τα πόδια· παρακαλώ σε, να σ' έχω θεό. ΤΡΙΝΚ. Στη ζωή μου, κουτοπόνηρο και μέθυσο τέρας! Την ώρα, που ο θεός του θα κοιμάται, αυτό θα του κλέφτη το φλασκί. ΚΑΛΙΜΠ. θα σου φιλήσω τα πόδια, θα ορκισθώ δούλος σου. ΣΤΕΦΑΝ. Έλα, πέσε κάτου, και ορκίσου.

ΣΤΕΦΑΝ. Τόσο καλή είναι η κόρη; ΚΑΛΙΜΠ. Ναίσκε, αφέντη, σου πρέπει, σε βεβαιώνω, και θα σου κάμη παιδιά παλληκάρια. Σ' αρέσει το σχέδιο, Τρίνκουλε; ΤΡΙΝΚ. Πολύ. ΣΤΕΦΑΝ. Δος μου το χέρι σου· μου πονεί που σ' εβάρεσα· μα όσο ζης βάστα τη γλώσσα σου. ΚΑΛΙΜΠ. Σε μισή ώρα θα κοιμάται· τον χαλάς τότε; ΣΤΕΦΑΝ. Ναι, στην τιμή μου. ΑΡΙΕΛ. Τούτο θα τ' αναφέρω του Κυρίου μου.

ΤΡΙΝΚ. Μου φαίνεται σαν να εγνώριζα τούτη τη φωνή, σαν να ήταν του —, αλλ' εκείνος επνίγηκε, και τούτοι είναι διαόλοι! ω θεέ μου. ΣΤΕΦΑΝ. Τέσσερα πόδια, και δύο φωνές! Έν' αξιόλογο τέρας! τώρα η μπροστινή φωνή έχει να παινέση το φίλο του, και η πισινή θ' ασχημομιλήση και θα κατηγορήση. Ανίσως όλο το κρασί στο φλασκί μου μπορή να το γλυτώση, το κάνω.

ΣΤΕΦΑΝ. Ησύχασε, τέρας. — Κυράτσα λινιά, τούτο δεν είναι το σωκάρδι μου; ιδού το πήρα· τώρα σωκάρδι μου, μ' εμέ, σκιάζομαι, θα χάσης το μαλλί σου, και θα καταντήσης σωκάρδι κουρεμμένο. ΤΡΙΝΚ. Κάμε, κάμε· αν με συγχωράη η εξοχότης σου· εμείς κλέφτουμε ίσια, με λινιά και με στάφνη.

Έλα! ας είναι! ας χύσω λίγο μέσα στ' άλλο σου το στόμα. ΤΡΙΝΚ. Στέφανε! ΣΤΕΦΑΝ. Τάλλο σου το στόμα μ' έκραξε! Θεέ μου, Θεέ, τούτος είναι δαίμονας, όχι τέρας. Του αφίνω γεια· με τον πειρασμό μη πολλά λόγια. ΤΡΙΝΚ. Αν είσαι ο Στέφανος 'γγίξε με, και μίλησέ μου· γιατί εγώ είμαι ο Τρίνκουλος·μη σκιάζεσαι, — ο καλός σου φίλος, ο Τρίνκουλος.

ΣΤΕΦΑΝ. Τούτο θέλ' είναι για μένα ένα καλό βασίλειο, όπου θενάχω τη μουσική μου χάρισμα. ΚΑΛΙΜΠ. Αφού πρώτα χαλασθή ο Πρόσπερος. ΣΤΕΦΑΝ. Αυτό σε λίγο γίνεται· θυμούμαι την ιστορία. ΤΡΙΝΚ. Ο ήχος φεύγει· ας πάμε κατόπι του· και έπειτα κάνουμε τη δουλειά μας. ΣΤΕΦΑΝ. Μπροστά, τέρας· εμείς ακολουθάμε· ήθελα νάβλεπα τούτο τον τυμπανιστή. Πάει ολοένα. ΤΡΙΝΚ. Έρχεσαι; Εγώ θα πάω κατόπι, Στέφανε.

ΚΑΛΙΜΠ. Αλήθεια· εγώ σ' είδα μέσα στο φεγγάρι, και σε λατρεύω· η κυρά μου μού 'δειξε που ήσουν με το σκυλί σου, και με το βάτο σου. ΣΤΕΦΑΝ. Κόπιασε, ορκίσου απάνου σ' αυτό· φίλησε το βιβλίο· σε λίγο το προικίζω με καινούρια γράμματα· ορκίσου. ΤΡΙΝΚ. Μα τούτο το φως, αυτό είν' ένα κουτό τέρας. Εγώ να το σκιάζωμαι; ένα τιποτένιο τέρας· ο άνθρωπος μέσα στο φεγγάρι; — ένα τέρας, που τα καταπίνει όλα.