United States or Cayman Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ποιος τον ξεπερνούσε τον Πανάγο στην αρχοντιά και στη λεβεντιά; Καμώνουνταν τον κουτό ο γνωστικός ο Πανάγος, είνε αλήθεια. Μα δεν μπορούσε και να μην τα βλέπη, να μην τα νοιώθη. Κ' έτσι ήρθε ώρα και πλημμύρισαν την καρδιά του, και ξεχείλισαν, κ' έπνιξαν το λογισμό του οι μελετημένες εκείνες οι μαριολιές της.

ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Μη σε μέλει, θα φροντίσωμεν. ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ. Πολύ καλά· μη του δώσης τίποτε να φάγη, σε παρακαλώ, διότι δεν είναι άξιο να το θρέψης. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Θα με φάγη; ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ. Μη με νομίζης τόσω κουτό, ώστε να μη γνωρίζω ότι ούτε διάβολος δεν μπορεί να φάγη γυναίκα· γνωρίζω ότι η γυναίκα είναι φαγητό για τους θεούς, όταν δεν το μαγειρεύη ο διάβολος.

ΚΑΛΙΜΠ. Αλήθεια· εγώ σ' είδα μέσα στο φεγγάρι, και σε λατρεύω· η κυρά μου μού 'δειξε που ήσουν με το σκυλί σου, και με το βάτο σου. ΣΤΕΦΑΝ. Κόπιασε, ορκίσου απάνου σ' αυτό· φίλησε το βιβλίο· σε λίγο το προικίζω με καινούρια γράμματα· ορκίσου. ΤΡΙΝΚ. Μα τούτο το φως, αυτό είν' ένα κουτό τέρας. Εγώ να το σκιάζωμαι; ένα τιποτένιο τέρας· ο άνθρωπος μέσα στο φεγγάρι; — ένα τέρας, που τα καταπίνει όλα.

Τόνειρό του, ο πόθος του, η λαχτάρα του είταν «η δόξα των Ρωμαίων», όπως γράφει κ' ένα νόμισμα . Πολέμησε χρόνια και χρόνια, να γίνη καίσαρας σωστός, να πάρη όλη την Ιταλία, να βασιλέψη πιώτερο μάλιστα στη Δύση παρά στην Ανατολή, κι αν τον κατηγορήση κανένας που είχε το νου του στη Ρώμη, αντίς να τον έχη στην Πόλη, που πήγε να ξολοθρέψη τους βαρβάρους της Ιταλίας, αντίς να συλλογιστή τους ασιατικούς βαρβάρους, αντίς να τους αφήση να δυναμώσουν κ' ίσως έτσι κατόπι να μας φέρη και τους Τούρκους, γιατί με τα χρήματα που πήγαν και με τους στρατούς που χαθήκανε, αφάνισε το Κράτος, ό τι κι αν πη κανένας, άδικα θα το πη, επειδής ο Ιουστινιανός δε φταίει, έτσι τα ήξερε, έτσι τάβλεπε, άλλο τότες οι αφτοκράτορες, από παιδιά που είτανε, δε μαθαίνανε παρά τη Ρώμη, που είταν η αληθινή τους, η μόνη τους η παράδοση, και στο δέκατο ακόμα τον αιώνα, ο Νικηφόρος ο Φωκάς θύμωνε με τα σωστά του, έλεγε τον πάπα κουτό και ζαβό, που τον καλούσε «βασιλέα των Ελλήνων», κι όχι, όπως έπρεπε, όπως είχε χρέος να τον πη «βασιλέα των Ρωμαίων

Εσύ θα με ξεχάσης.... Εγώ όμως θα πεθάνω, να το ξέρης. Σήμερα το κατάλαβα πως θα πεθάνω άμα φύγω μακρυά σου. ΝΙΚΟΣΚουτό κορίτσι που είσαι. Μήπως εγώ δε θάρθω στας Αθήνας για το Πανεπιστήμιο; Θα σου γράφω, θα μου γράφης ωραία γραμματάκια, θα βλεπόμαστε στον περίπατο, καμμιά φορά κρυφά, και ύστερα, σα δεν θέλη ο μπαμπάς σου, ένα αμάξι μια νύχτα και: «Βάρα αμαξά. Στο Τατόι κατ' ευθείαν!» Ε;

Στη φτώχια, στη δυστυχία, στην ορφάνια, στην κατεργαριά. Ναι, στην κατεργαριά. Τα περισσότερα οι κατεργαρέοι του τα φάγανε. Σαν απόμεινε στην ψάθα χριστιανός δε γύρισε να τονέ δη. Ο Άγιος Γιάννης έγινε ο κουτο- Γιάννης με τόνομα. Σαν είχε δάνειζε στη φτωχολογιά, δανεικά κι' αγύριστα, δίχως αμανάτι, δίχως χαρτί, μ' ένα λόγο ξερό, «ο λόγος στον άνθρωποέλεγε.