United States or Rwanda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την δύναμην του θρησκευτικού αισθήματος εις τον στρατόν είχαν εννοήση και οι προκάτοχοι του Ηρακλείου αυτοκράτορες και ηγωνίζοντο να συνδυάσουν εις το πνεύμα και εις την καρδίαν του στρατού το αίσθημα το θρησκευτικόν με το φρόνημα το στρατιωτικόν: Και αυτός ο Φωκάς είχε προτείνει εις την ιεράν Σύνοδον να κατατάσσεται μεταξύ των μαρτύρων πας στρατιώτης πίπτων επί του πεδίου της μάχης εν πολέμω κατ' αλλοπίστων.

Ο καπετάν Φώκας δεν ήθελε να τον τσουρμάρη τελευταία, ούτε οι ναύταις του τον ήθελαν. Μα τι να κάμη; του έλειπεν ένας ναύτης. Το ξέρω, βρε παιδιά μου, έλεγε. Μα να χάσωμε το ναύλο; Και τον ετσουρμάρισε. Έτσι λες εσύ; Να κινδυνέψωμε για τον Αράπη. Α! Πάπα-Δράκο! παιδί μου! παρακαλεί ο καπετάνιος, λοιπόν είπαμε. Ίσα τον Αράπη! Ο Παπα-Δράκος ήτανε έτοιμος.

Ο Φωκάς νομίζων, ως φαίνεται, ότι ο Ηράκλειος από την Ηράκλειαν έμελλε να επέλθη διά ξηράς εις την Κωνσταντινούπολιν, έστειλε τον αδελφόν του Στέφανον εις τα Μακρά Τείχη διά να τον αποκρούση. Αλλ' ο Ηράκλειος ηκολούθησε την διά θαλάσσης οδόν, και ο Στέφανος ιδών τούτο έσπευσεν εις την πόλιν διά να εμποδίση την απόβασιν. Εν τούτοις ο Ηράκλειος, την 30 Οκτωβρίου 610 μ.

Λες κ' είχε χέρια ο Αράπης κ' έπιασε γερά την σκούνα και την εσήκωσε σαν μάννα του. Εσηκώθηκε αμέσως και ο καπετάν Φώκας. Όλοι εκάμαμε τον σταυρό μας. Άρχιζε τότες και να μολυβίζη. Εχάραζε και εβλέπαμε της στεριαίς. — Γεια σου Παπαδράκο! φωνάξαμε όλοι, που τον εβλασφημούσαμε προτήτερα. Τα πρωί εξημερώσαμε ανοιχτά από την Σκύρο. Ανασάναμεν. Εξημέρωσεν ο Θεός την ημέρα.

Ζημία αυτή για το Έθνος πολύ μεγαλήτερη από τη ζημία που θα υποφέρναμε α δε μας κυρίευε την Ιταλία ο δοξομανής ο Ιουστινιανός. Κάποια καλλιτέρεψη πως έφερε στα οικονομικά η στάση του Νίκα είναι ως τόσο ομολογούμενο. Όσο έμνησκε πραιτωριανός έπαρχος ο Φωκάς, δεν υπόφερνε καθώς πρώτα ο κόσμος.

Ο Φωκάς συνελήφθη υπό του στρατού και απεκδυθείς την βασιλικήν πορφύραν ωδηγήθη εις την ναυαρχίδα του Ηρακλείου, και εκεί εφονεύθη, ενώ ο λαός της Κωνσταντινουπόλεως έβλεπε τα γινόμενα από την παραλίαν.

Τόνειρό του, ο πόθος του, η λαχτάρα του είταν «η δόξα των Ρωμαίων», όπως γράφει κ' ένα νόμισμα . Πολέμησε χρόνια και χρόνια, να γίνη καίσαρας σωστός, να πάρη όλη την Ιταλία, να βασιλέψη πιώτερο μάλιστα στη Δύση παρά στην Ανατολή, κι αν τον κατηγορήση κανένας που είχε το νου του στη Ρώμη, αντίς να τον έχη στην Πόλη, που πήγε να ξολοθρέψη τους βαρβάρους της Ιταλίας, αντίς να συλλογιστή τους ασιατικούς βαρβάρους, αντίς να τους αφήση να δυναμώσουν κ' ίσως έτσι κατόπι να μας φέρη και τους Τούρκους, γιατί με τα χρήματα που πήγαν και με τους στρατούς που χαθήκανε, αφάνισε το Κράτος, ό τι κι αν πη κανένας, άδικα θα το πη, επειδής ο Ιουστινιανός δε φταίει, έτσι τα ήξερε, έτσι τάβλεπε, άλλο τότες οι αφτοκράτορες, από παιδιά που είτανε, δε μαθαίνανε παρά τη Ρώμη, που είταν η αληθινή τους, η μόνη τους η παράδοση, και στο δέκατο ακόμα τον αιώνα, ο Νικηφόρος ο Φωκάς θύμωνε με τα σωστά του, έλεγε τον πάπα κουτό και ζαβό, που τον καλούσε «βασιλέα των Ελλήνων», κι όχι, όπως έπρεπε, όπως είχε χρέος να τον πη «βασιλέα των Ρωμαίων

Το πρυμναίον εφωτίσθη από παράδοξον αστραπήν, θαρρείς, από της οργής την αστραπήν την πρασινογάλαζον, και είδε τα περί αυτόν όλα πράσινα ο καπετάν- Φώκας. Και το πρόσωπόν του το είδε πράσινον εις τον καθρέπτην.