United States or Ukraine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την δοξασίαν ταύτην τινές των Βλλήνων μετεχειρίσθησαν ως ιδικήν των, άλλοι μεν πρότερον, άλλοι δε εσχάτως ηξεύρω τα ονόματα αυτών, πλην δεν τα γράφω. Με είπον προσέτι οι ιερείς ότι μέχρι του Ραμψινίτου η ευνομία διετηρείτο εις την Αίγυπτον και ότι μεγάλως ηυδαιμόνει ο τόπος· αλλά μετ' αυτόν εβασίλευσεν ο Χέοψ και τότε υπέφερον παν είδος δυστυχίας.

Ιδέτε τι τω γράφω εν είδει αποχαιρετισμού: Έλαβεν υποκάτω ενός πορφυρού προσκεφαλαίου μίαν επιστολήν και ανέγνωσε: «Γνωρίζω, θεσπέσιε Καίσαρ, ότι με περιμένεις με ανυπομονησίαν και ότι εν τη ειλικρινεία της καρδίας σου με ενθυμείσαι νύκτα και ημέραν.

Έλαβα το γράμμα σας, εις το οποίον μου λέγετε ότι τα ιδικά μου θα τα κάμετε φυλλάδιον, αλλά να γράφω εις γλώσσαν πλέον καθαρεύουσαν, και να μη περιπαίζω κανένα, ουδ’ εφημεριδογράφος αν είναι. Δυσάρεστον και σκληρόν πράγμα είναι εις άνθρωπον της ηλικίας μου να μάθη νέαν γλώσσαν και να ξεμάθη να γελά· προς χάριν σας όμως θα προσπαθήσω. Κατά καλήν μου τύχην ευρήκα εις ενός φίλου μου την

Μου παραπονείσαι ότι δεν σου γράφω περί του ελληνικού θεάτρου. Αν σου έγραφα, θα μου παρεπονείσο ότι σου γράφω, και θα μου έλεγες ότι καταστρέφω την θεραπείαν σου. Εν Αθήναις τη 14 Ιανουαρίου 1880.

ΓΡΑΜ. Δεν έχω το νου μου τώρααφήτε με να ξεζαλιστώ ολίγον. ΑΣΤ. Σε ζαλίσανε κι' εσένα η Λουτζίαις; ΓΡΑΜ. Όχι, είμαι κουρασμένος. ΑΣΤ. Μπα και χόρευγες; ΓΡΑΜ. Ναι. ΑΣΤ. Και δε με λες π' ούσαι μπαλαρίνος; τ' όγραφα κι' εγώ, μα δε ξέρω τζη εδικαίς σας τζη οξείαις και τζη περισπωμέναις και τζη ορτογραφίαις. ΓΡΑΜ. Υπαγορεύσατέ με κι' εγώ γράφω. Αστυνόμος και ο Γραμματεύς. ΓΡΑΜ. Ναι, δεκάξη.

ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Τα λατινικά αυτά έχουν δίκηο. Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ Δεν έχετε οπωσδήποτε μερικάς αρχάς της επιστήμης; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Ω! ναι, ξαίρω να διαβάζω και να γράφω. Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ Από πού θέλετε ναρχίσωμε· θέλετε να μάθετε την Λογικήν; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Τι είνε αυτή η Λογική; Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ Λογική είνε η επιστήμη εκείνη, η οποία μας διδάσκει τας τρεις ενεργείας του πνεύματος.

Φαντάσου τόρα που σου γράφω, απάνω από εκατό ζευγάρια μάτια με κατατρώγουν. Και δε φτάνουν οι αρσενικοί, έχω και τους θηλυκούς. Τι χαριτωμένες γυναίκες οι επαρχιώτισσες!...Βιζαβί μου μπόλικες. Να αυτή η χοντρή και παχειά σαν βουτσί με τα δύο κορίτσιά της, κάτι μιξάρικα σιχαμένα, που θάταν όμορφα κορίτσια, αν ήξεραν να ντυθούν και να μιλήσουν.

Ο γέρων Βισβίλης,― νομίζω ότι τον βλέπω ενώπιον μου τώρα, ενώ γράφω,― όρθιος επί της πρύμνης, με τας δύο χείρας επί του μετώπου και κύκλω των οφθαλμών, ητένιζε μετά προσοχής, ωσεί προσπαθών να μετρήση τα πλοία. ― Έρχονται, ή φεύγουν; ηρώτησεν ο πατήρ μου. ― Πηγαίνουν προς την Σάμον, απεκρίθη ο πλοίαρχος. Ο θεός μαζή των ! ― Αμήν, υπέλαβεν ο πατήρ μου. Και οι δύο γέροντες έκαμαν τον σταυρόν των.

Ησυχία, γαλήνη με περεχύνει. Γίνουμαι σαν τους ολύμπιους θεούς. Δεν το λέω για μένα μόνο, και δίχως περηφάνεια το λέω· το λέω για όλους μας εμάς που γράφουμε τη γλώσσα του λαού και χτίζουμε στην Ελλάδα την εθνική φιλολογία. Έχουμε ολύμπια δώματα σαν τους θεούς. Αιώνια παλάτια. Μάρμαρο η κάθε λέξη. Τη γράφω κι ανατριχιάζω — Ό τι πω, είναι για τους αιώνες. Ρωμαίικα να γράψω, λειτουργώ.

Περί του θεάτρου του Απόλλωνος και των άλλων παραλισσίων διασκεδάσεων δεν σου γράφω σήμερον, διότι δεν κατώρθωσα ακόμη να τας ίδω. Ο ιατρός μου, όστις, σημείωσε, φορεί ακόμη το εσπέρας τον επενδύτην του, δεν μου επιτρέπει να μεταβώ εκεί την εσπέραν, διότι, λέγει, είνε πολλή υγρασία.