United States or Somalia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είναι λοιπόν αμάρτημα να ριφθή τις εις το υπόγειον οίκημα του θανάτου, πριν τολμήση ο θάνατος να έλθη προς ημάς; Πώς είσθε, αγαπηταί μου; τι τρέχει; τι τρέχει; θάρρος! λοιπόν, Χάρμιον! αγαπηταί μου κόραι! Ω ίδετε, κατηναλώθη, εσβέσθη η λαμπάς! Ας εξέλθωμεν· εψυχράνθη το σκήνος της ευρείας ταύτης ψυχής. Ω έλθετε, γυναίκες μου, έλθετε. Οι μόνοι ημών φίλοι είναι η απόφασις και ο τάχιστος θάνατος.

Ιδέτε τι τω γράφω εν είδει αποχαιρετισμού: Έλαβεν υποκάτω ενός πορφυρού προσκεφαλαίου μίαν επιστολήν και ανέγνωσε: «Γνωρίζω, θεσπέσιε Καίσαρ, ότι με περιμένεις με ανυπομονησίαν και ότι εν τη ειλικρινεία της καρδίας σου με ενθυμείσαι νύκτα και ημέραν.

Ιδέτε τους Ρηγίνους, οι οποίοι, μολονότι Χαλκιδείς, αρνούνται να εγκαταστήσουν τους Λεοντίνους, Χαλκιδείς όντας και αυτούς.

Μη μου ζητήτε να τα 'πώ, πηγαίνετε, ιδέτε, και έπειτα λαλήσετε. Ξυπνήστε! Σηκωθήτε! Σημάνετε το σήμαντρον! Ω! Φόνος! Προδοσία! Ξυπνήστε, Βάγκε, Δοναλβαίν και Μάλκολμ! Σηκωθήτε, τινάξετ' απ' επάνω σας τον ήσυχον τον ύπνον, — τον θάνατον τον ψεύτικον, — κ' ελάτ' εδώ να ιδήτε τον θάνατον αληθινόν! Ξυπνήστε, σηκωθήτε της τελευταίας Κρίσεως να ιδήτε την εικόνα! Ελάτε! Μάλκολμ, Δοναλβαίν και Βάγκε!

Καλότυχον μαχαίρι, χώσου εδώ και σκούριαζε, και δος μου ν' αποθάνω! Ο ΑΚΟΛΟΥθΟΣ Ιδού το μέρος. Κάτω 'κεί· κοντά ‘ς το φως εκείνο. Α’ ΝΥΚΤΟΦΥΛΑΞ Γεμάτη αίματα η γη! — ‘ς τα μνήματα ιδέτε, και οποίον τύχη κ' εύρετε κρυμμένον, πιάσετέ τον. Τι θέαμα ελεεινόν!

Αλλά τι επάθατε; Φεύγετε; Ιδέτε πώς κατακρημνίζονται οι περισσότεροι διά να φύγουν το ταχύτερον. Πάρετε οι υπηρέται την πήραν την οποίαν έρριψεν ο Κυνίσκος ενώ έφευγε και φέρετέ την εδώ διά να την ίδω τι περιέχει. Βέβαια θα περιέχη λούπινα ή κανένα βιβλίον ή καμμίαν στακτόπητταν. ΦΙΛΟΣ. Εύγε, λαμπρέ φιλόσοφε.

Τότε ο Κάλχας είπε μετά χαράς προφανούς: Ω αρχηγοί του πανελληνίου τούτου στρατού, ίδετε ποίον θύμα η θεά έφερεν εδώ εις τον ίδιον αυτής βωμόν: μίαν έλαφον, θρέμμα των ορέων. Αυτήν μάλλον επροτίμησε της κόρης, ίνα μη δι’ αίματος ευγενούς μιάνη τον βωμόν της.

Ποτέ δεν φεύγω απ' αυτό του Σκότους το παλάτι. Εδώ θα μένω πάντοτε μαζή με τα σκουλήκια, που έχεις συνοδείαν σου. Εδώ, εδώ θα εύρω αιώνιον ανάπαυσιν. Εδώ θ' αποτινάξω απ' το τυραννισμένον μου κι' απηυδισμένον σώμα, τον βαρυτράχηλον ζυγόν του άστρου του κακού μου! Ιδέτε ύστερην φοράν, ω 'μάτια μου! Χαρήτε το ύστερον αγκάλιασμα, ω χέρια μου!

Ενόσω ζη, 'ς τα χέρια του και πάλιν επιστρέφω την εξουσίαν, — και εις σας τα δικαιώματά σας με πρόσθετα προνόμια. Αλλ' ό,τι και αν κάμω, θα είναι ολιγώτερον απ' ό,τι σας αξίζει, θ' ανταμειφθούν οι φίλοι μας και οι εχθροί μας όλοι θα λάβουν τα επίχειρα των έργων των... Ιδέτε, ιδέτε!

Ιδέτε τα και ζητήστε τους συγγενήδες της κόρης, ανίσως και δειχτή ποτέ πως ταιριάζει για γυναίκα του Δάφνη. Αυτό μήτε ο Δρύαντας το είπε στο βρόντο, μήτε ο Διονυσιοφάνης τάκουσε μ' αδιαφορία, παρά αφού εκοίταξε το Δάφνη και τον είδε να χάνη το χρώμα του και να κρυφαναδακρυώνη, γλήγορα εκατάλαβε τον έρωτά του.