Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Κι η Κλεαρίστη αφού πήρε μαζί της τη Χλόη, την εστόλιζε σαν γυναίκα πια του γιου της. Μα το Δάφνη παίρνοντάς τον κατά μέρος ο Διονυσιοφάνης μονάχο, τον ερωτούσε αν είναι παρθένα. Κι άμα εκείνος ορκιζότανε ότι δεν είχε γίνει τίποτε περισσότερο από το φιλί και τους όρκους, αφού χάρηκε για τον όρκο, τους εκάθιζε στο τραπέζι. Τότε λοιπόν μπορέσανε να ιδούν ποια είναι η ομορφιά, όταν στολιστή.
Ο Λάμωνας, αφού είπεν αυτά, εσώπασε κ' έχυσε πολλά δάκρυα, Κ' επειδή ο Γνάθωνας αναγριώνονταν κ' εφοβέριζε πως θα τόνε δείρη, ο Διονυσιοφάνης σαστισμένος από όσα άκουσε, επρόσταξε το Γνάθωνα να σωπαίνη αγριοκοιτάζοντάς τονε με ζαρωμένα φρύδια, και ερωτούσε πάλι το Λάμωνα και τον εδιάταζε να λέη την αλήθεια χωρίς να φτιάνη παραμύθια για να τον κρατάη σαν γιο του.
Κι όταν όλοι έμαθαν γλήγορα, ότι ο Διονυσιοφάνης βρήκε γιο κι ο Δάφνης ο γιδάρης βρέθηκε αφέντης των γιδιών, έτρεχαν όλοι με τα χαράματα από κάθε μεριά για να χαρούνε μαζί με το παλληκαράκι και φέρνοντας στον πατέρα του χαρίσματα· και πρώτος απ' όλους ο Δρύαντας που ανάθρεφε τη Χλόη.
Πήγε η Μυρτάλη να τα φέρη όλα, που ήτανε φυλαγμένα σ' ένα παλιό ταγάρι· κι άμα τάφερε πρώτος ο Διονυσιοφάνης τάβλεπε· κι όταν είδε πανωφοράκι κόκκινο, θηλυκωτήρι ολόχρυσο, σπαθάκι με χέρι φιλντισένιο, αφού εφώναξε δυνατά «ω αφέντη Δία!», κράζει τη γυναίκα του για να τα ιδή· κ' εκείνη άμα τα είδε φωνάζει κι αυτή: — Αγαπημένες μοίρες! δεν τα βάλαμ' εμείς αυτά κοντά στο ίδιο το παιδί μας και δε στείλαμε τη Σωφροσύνη να τα φέρη σε τούτα τα χωράφια; βέβαια, δεν είναι άλλα, παρά τα ίδια, αγαπημένε μου άντρα· δικό μας είναι το παιδί· γιός σου είναι ο Δάφνης κ' έβοσκε τα πατρικά του γίδια.
Μα τότε δε μπόρεσε· επειδή έφτασεν ο Διονυσιοφάνης με την Κλεαρίστη· κ' ήτανε ταραχή μεγάλη από ζώα, δούλους, άντρες, γυναίκες. Μα ύστερα έφτιανε λόγο ερωτικό και μακρύ. Κ' ήτανε ο Διονυσιοφάνης μεσόκοπος πια, ψηλός όμως κι όμορφος και που μπορούσε και με παλληκάρια να παραβγή· μα και πλούσιος όσο λίγοι και καλός σαν κανένας άλλος.
Ιδέτε τα και ζητήστε τους συγγενήδες της κόρης, ανίσως και δειχτή ποτέ πως ταιριάζει για γυναίκα του Δάφνη. Αυτό μήτε ο Δρύαντας το είπε στο βρόντο, μήτε ο Διονυσιοφάνης τάκουσε μ' αδιαφορία, παρά αφού εκοίταξε το Δάφνη και τον είδε να χάνη το χρώμα του και να κρυφαναδακρυώνη, γλήγορα εκατάλαβε τον έρωτά του.
Ο Διονυσιοφάνης τους κρατούσεν όλους να καθίσουν ύστερ' από τη χαρά και στη γιορτή· κ' είχεν ετοιμαστή πολύ κρασί, πολλά ψωμιά, πουλιά του βάλτου, γουρουνάκια γαλατερά, γλυκίσματα λογιών-λογιών· κ' εθυσιάζονταν πολλά σφαχτά στους θεούς τους προστάτες του τόπου.
Κι αφού εζήτησε ο Διονυσιοφάνης να ειπή εκείνος πρώτα πώς το παραπέταξε το παιδί του, ο Μεγακλής χωρίς να κατεβάση καθόλου τη φωνή του, είπε: — Είχα λίγο βιος προτήτερα, επειδή όσα είχα τα εξόδεψα φτιάνοντας θέατρα κι αρματόνοντας κάτεργα.
Φώναξε ο Διονυσιοφάνης δυνατώτερα από το Μεγακλή· κι αφού πετάχτηκε επάνω, φέρνει μέσα τη Χλόη, πολύ όμορφα στολισμένη, και λέει: — Τούτο το παιδί το ποραπέταξες· αυτή την παρθένα μια προβατίνα με την ένοια των θεών σου την ανάθρεψε, όπως μια γίδα το Δάφνη μου.
Κ' ευχόντανε να βρεθή κ' η γενιά της κόρης όμοια με την ομορφιά της· και γυναίκες πολλές από τις πολύ πλούσιες παρακαλούσανε τους θεούς ν' αποδειχτούν αυτές μητέρες τόσο όμορφης θυγατέρας. Μα ο Διονυσιοφάνης, αφού ύστερ' από μεγάλη σκέψη βυθίστηκε σ' ύπνο βαθύ, τέτοιο όνειρο, είδε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν