United States or Bosnia and Herzegovina ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φρύγανα από το βουνό φέρνουν τα παιδιά. Τις αγελάδες του χωριού και τ' άλογα τα παίρνουνε δυο τρία παλληκάρια πρωί πρωί και τα βόσκουν. Πλανιώνται όλη μέρα τα ζώα στα λιβάδια, κι ακούς τα κουδουνίσματα τους στη σιγαλιά. Το βράδι τα γυρίζουν στο χωριό οι αγελαραίοι, κοπαδιαστά. Βοσκοί στο βουνό βόσκουν τα γιδοπρόβατα.

Του λόγου τους, κυρ Χαλέμ, λέγει πλησιάζων νέηλυς άλλος, σύρων κατόπιν του μικράν ομάδα ρακενδύτων και μονοσανδάλων, είνε παλληκάρια ένα κ' ένα, που πεθαίνουντώνομά σου. Περιποιήσου τα, σε παρακαλώ. — Να μου ζήσης! φωνεί πλησιάζων ο αρχηγός των παλληκαριών, και προσθέτει ταπεινοτέρα τη φωνή·Τα παιδιά διψούν! 'Ξελαρυγγίσθηκαν από χθες να φωνάζουν: Ζήτω!

Στέκουντα λοιπόν ακκουμπισμένος στον τοίχο, με τις πλάτες κατεβασμένες, κ' έτσι, μέσα στο πλήθος, δεν έβλεπες παρά το κεφάλι και τα μάτια. Όμορφος βέβαια δεν είτανε· μα τέτοια μάτια, και τα αμορφότερα παλληκάρια δεν τάχουνε.

Δεν εγνώρισα ως τώρα μεσ' στων γυναικών τη ράτσα από σένα πειό καπάτσα! ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Περιμένετε λιγάκι, κι' όταν την αρχή κρατήσω για συμβούλους θα σας πάρω και θα σας χειροτονήσω, όπου μεσ' στης φασαρίες της αρχής και στα δεινά, θα γενήτε παλληκάρια, που δεν γίνηκαν ξανά!

Εκείνο πώχειςτην καρδιά, δεν έχεις και την τόλμην να φανερώσης μ' έργα σου, με την παλληκαριά σου; Θέλεις αυτά που εκτιμάς ως στολισμόν του βίου, και άνανδροςτην ίδια σου εκτίμησιν να ήσαι; θέλεις ν' αφίνης πάντοτε κατόπιν απ' το &θέλω& ν' ακολουθή το &δεν τολμώ&; ΜΑΚΒΕΘ Παρακαλώ, σιώπα! Τολμώ να κάμω κάθε τι οπού αρμόζειάνδρα. Εκείνος που πλειότερον τολμά, δεν είναι άνδρας!

Κ' οι Πάμφυλοι κ' οι Κίλικες, τα παλληκάρια εκείνα, κ' οι Κάρες οι πολεμικοί στις προσταγές του είν' όλοι και τα Κυκλαδικά νησιά κι αυτά στις προσταγές του· και τα λαμπρά καράβια του τον πόντον αρμενίζουν, κι όλ' η στεριά κ' η θάλασσα, τα γάργαρα ποτάμια τον Πτολεμαίο το βασιλιά για βασιλιά γνωρίζουν.

Ψυχομαχάει κι' ακόμα Κρατεί τ' αυτιά του τεντωτά... Ομέρπασα Βριόνη Σου στέλνει χαιρετίσματα του Διάκου το μιλλιόνι. — Μήτρε, τα μετωρίσματα, παλληκαριά δεν είναι, Όπου είν' ο χάρος Βασιλειάς... Διαμάντη!...Τον δερβίση. — Θανάση, ως τώρα τρεις φοραίς τον έβαλατο μάτι Και δε μου δείχνει μέτωπο. Θα να τον τρώγη το αίμα. — Νάτος... Εξεσκεπάστηκε... Φωτιά... Διαμάντη... ρίξε...

Να ο Διγενής· να ο Αρμούρης, ο Ξανθίνος, ο Σαββατογέννητος. Διαβάζεις τα γράμματα ; — Ναι, στάσου· είπε σκύβοντας στο κέντημα ο Δημητράκης και συλλαβίζοντας. Δράκοι και δρακοντόπουλα Ρωμαίικα παλληκάρια. Ποιοι είνε; — Όλοι από τη γενιά μας. Πριν καταιβή ο Χαγάνος καταδώθε. Άνοιγαν πολέμους νύχτα και ημέρα. Πολεμούσανε με τους ανθρώπους, με τα θεριά και με το Χάρο ακόμα. — Θα είνε πολύ παλαιοί.

Αργοπατούσαν και τρίκλιζαν κι αγκομαχούσαν κάθε λίγο από το βάρος της σανίδας τα παλληκάρια. Ο ίδρωτας όμπριζε στα μέτωπα τους· μα την ήθελαν τέτοιαν αγγάρεια. Γύρω τους άλλα παλληκάρια, της δουλειάς και της ταβέρνας παιδιά, ακολουθούσαν προσεχτικά, έτοιμα να πάρουν τη θέση τους. — Κύριε λέησον, μωρέ παιδιά!... ακούεται βροντερή φωνή.

Κι' αν 'δής μες το φυσσάτο Να πηλαλάη τάλογο του Ομέρπασα Βριόνη, Πέτα, ροβόλα, κράξε με... Σύρε με την ευχή μουΆστραψε απ' άγρια χαρά το μέτωπο του κλέφτη, Εβρόντησαν τα χαϊμαλιά, ανέμισε η φλοκάτη, Έλαμψε ο Μήτρος μια στιγμή κ' εσβύστηκε σαν άστρο. Ο Διάκος τον συντρόφεψε για λίγο με το μάτι Κ' ύστερα πέφτει καταγής γονατιστός στην πέτρα. »Αδέρφια παλληκάρια μου!