United States or Switzerland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ιδόντες δε αυτούς οι Πλαταιείς ούτως εγκλεισθέντας συνεσκέφθησαν αν έπρεπε να κατακαύσουν αυτούς όπως ήσαν, πυρπολούντες το οίκημα, ή να μεταχειρισθούν άλλο μέσον. Τέλος δε και αυτοί και όσοι άλλοι Θηβαίοι ήσαν διεσπαρμένοι ανά την πόλιν παρεδόθησαν άνευ όρων και κατέθεσαν τα όπλα. Και η μεν τύχη των εις την Πλάταιαν εισελθόντων Θηβαίων τοιαύτη υπήρξεν.

Έπειτα, καθ' ην στιγμήν εκείνη θα διευθύνεται από του θρονίου προς την κλίνην, συ, επειδή θα ήσαι όπισθέν της, φρόντισον να μη σε ιδή εξερχόμενον του δωματίουΚαι ο μεν Γύγης, μη δυνάμενος να αποφύγη, ήτο έτοιμος· ο δε Κανδαύλης, ελθούσης της ώρας της αναπαύσεως, έφερε τον Γύγην εις το οίκημα, μετά ταύτα δε ήλθε σχεδόν αμέσως και η γυνή.

Εκείνο όμως το όποιον θαυμάζω περισσότερον από όλα είναι το εξής· μετεκόμισεν από την Ελεφαντίνην έν οίκημα μονόλιθον, το οποίον τρισχίλιοι άνθρωποι διαταχθέντες επί τούτω και όντες όλοι κυβερνήται εδαπάνησαν τρία έτη διά να μεταφέρωσι. Του οικήματος τούτου το μεν εξωτερικόν μήκος είναι πήχεις είκοσι και είς, το δε πλάτος δεκατέσσαρες, και το ύψος οκτώ.

Η έκπληξίς των υπήρξε μεγάλη, όταν παρετήρησαν ότι το παραπέτασμα δεν εχώριζεν από της αυλής αυτό το οίκημα, αλλά δεύτερον διάδρομον σκοτεινόν, εις τα άκρον του οποίου εφαίνετο κήπος μέ τινας κυπαρίσσους, πλεκτούς θάμνους μυρσίνης και μικρόν οικίσκον στηριζόμενον εις τον τοίχον του βάθους. Ουδεμία απέμενεν αμφιβολία. Ενόησαν ότι δι' αυτούς ήτο η περίστασις ευνοϊκή.

Έφεραν δε εκεί επάνω πολλούς αμφορείς και πίθους ύδατος και μεγάλους λίθους, πολλοί δε άνθρωποι ανέβησαν εκεί. Αλλά, το οίκημα λαβόν μεγαλύτερον βάρος διερράγη εξαίφνης και μετά μεγάλου κρότου.

Ο τέταρτος τοίχος είχε καταρρεύσει προ πολλού. Καθ' όλας τας πιθανότητας, έμελλε κ' εφέτος να ξεχειμωνιάση εις το ίδιον οίκημα. Εάν η κόρη, την οποίαν είχε προικίσει, δεν εύρισκε τύχην τόσον γρήγορα να υπανδρευθή, θα είχεν η Σειραϊνώ καταφύγιον, μένουσα υπό την αυτήν στέγην με εκείνην. Αλλ' ηθέλησε να κάμη το καλόν σωστόν και την απήλλαξε της παρουσίας της.

Επήρεν ο Χρήστος την κάππαν του, την έθεσεν επί της κεφαλής του, την εχαμήλωσεν επί του προσώπου του και μοι έτεινε την χείρα. Εγώ εμπρός, εκείνος κατόπιν, μετέβημεν από το έν οίκημα εις το άλλο. Εκεί έμεινα αρκετήν ώραν πλησίον του, επροσπάθησα όπως ηδυνάμην να τον παρηγορήσω, και ανεχώρησα αφού ενύκτωσεν. Ότε ήνοιξα την θύραν διά να εξέλθω, μου εφάνη ότι είδα εις το σκότος ανθρώπους ωπλισμένους.

Αφού με ωδήγησαν εις ευρύχωρον εσωτερικόν οίκημα, μοι εμέτρων και μοι εδείκνυον μεγάλα ξύλινα αγάλματα των οποίων ο αριθμός ήτο ως είπον ανωτέρω, καθότι έκαστος αρχιερεύς επί ζωής του θέτει εκεί την εικόνα του.

Όπισθεν αυτού, συνεσταλμένον, γαλανόχρουν, το έρημον Πιπέρι, με τ' άφθονα καυσόξυλά του και το ασκητικόν μετόχι του, οίκημα, θαρρείς, των μιαρών αμφιβίων. Κ' εμπρός-εμπρός ιδού η Ψαθούρα, μακρά, ομαλή, ηπλωμένη επί των κυμάτων, ως Αλεξανδρινή ψίαθος, με τον πύργον του φανού της εν μέσω, ως ιστόν πλοίου μακρόθεν φαινόμενον, πλοίου αγκυροβολήσαντος δι' άγνωστον αιτίαν εν μέσω εκεί του πελάγους.

Δυο μέρες, ο Τριστάνος κι' ο Γκορνεβάλης πέρασαν τα χωράφια και της πολιτείες χωρίς να ιδούν ψυχή, άνθρωπο, σκύλλο, κόκκορα. Την τρίτη μέρα, κατά το δείλι, πλησίασαν σ' ένα λόφο όπου υψωνότανε ένα παληό εξωκκλήσι, και πολύ κοντά το οίκημα ενός ερημίτη. Ο ερημίτης δε φορούσε φορέματα από υφάσματα, παρά μόνον ένα τομάρι γίδας και μάλλινα κουρέλια στη ράχι.