United States or Mali ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και δι' εμέ η Χρυσόθεμις ήτο θυγάτηρ του Διός, και όμως δεν την ενυμφεύθην· ομοίως και ο Νέρων δεν ενυμφεύθη την Ακτήν, καίτοι παρίστατο αύτη ως θυγάτηρ του βασιλέως Αττάλου . . . Καταπραΰνθητι . . . Σκέψου ότι, εάν θέλη να αφήση την στέγην του Αούλου χάριν σού, δεν έχει ούτος δικαίωμα να την κρατήση.

Έλα μοναχά μαζί μου έξω επάνω εις την στέγην!, του είχε πη η γάτα, και μάλιστα με πολύ σαφή τρόπον και καταληπτόν· διότι όταν είναι κανείς παιδί και δεν ηξεύρει ακόμη να ομιλή, όμως καταλαβαίνει πολύ καλά της κότες και της πάπιες.

Ο μεν εντός της μεγάλης σκαμπαβίας, στερεωμένης εν μέσω του καταστρώματος, ο δε δίπλα της, απ' έξω υπό την μάσκαν της, ως υπό στέγην, ο δε υπό το υπόστεγον της πρώρας και άλλος υπό την δρόσον του πλατέος τρίγκου του πλέον χαμηλού ιστίου, ως υπό τους κλώνους πυκνοφύλλου πλατάνου.

Το όνομα Βοανεργές, ήτοι Υιοί Βροντής, το οποίον έδωκεν ο Κύριος εις αυτόν και τον αδελφόν του Ιάκωβον, η κοινή αίτησίς των περί πρωτοκαθεδρίας εν τη βασιλεία. του Θεού, η εμπαθής απαίτησίς των όπως κατέλθη πυρ εξ ουρανού και καύση το απιστούν χωρίον των Σαμαρειτών, η φλέγουσα ενέργεια του ιδιώματος εν ώ είνε γεγραμμένη η Αποκάλυψις, η ακάθεκτος φρίκη μεθ' ης, κατά την παράδοσιν, ο Ιωάννης έφυγε διά να μη ευρεθή υπό την αυτήν στέγην μετά του αιρετικού Γερίνθου, όλα δεικνύουσιν ότι εν αυτώ υπήρχε πράγματι η φύσις του αετού, όστις υπήρξεν αείποτε διά τους αγιογράφους το σύμβολόν του.

Παρετήρουν έμπροσθεν την φοβεράν λίμνην, τ' άγρια πτηνά κατασπαρασσόμενα μεταξύ των, τα φαλακρά βουνά και την θυελλώδη και απέραντον έκτασιν, εικόνα πιστήν του βίου όστις τα επερίμενεν όπισθεν δε την ομαλήν πεδιάδα, την καταπράσινον χλόην, τας συσκίους του δάσους εκτάσεις, σιωπηλάς και γαληνίους και πέραν διά μέσου των δένδρων διέκρινον τους φαιούς τοίχους και την μαυρισμένην στέγην του πατρικού πύργου.

Ας εύρη τουλάχιστον μίαν στέγην υπό την οποίαν να κλείση τα μάτια της μίαν νύκτα· ας εύρη ανθρώπους με τους οποίους να συνομιλήση, πυράν, παρά την οποίαν να θερμανθή και αύριον έχει ο Θεός. . . Ούτως εσκέπτετο η Μάρω πλησιάζουσα εις τον πύργον· τα κουρασμένα μέλη της είχον τόσην ανάγκην αναπαύσεως, ώστε και η τρώγλη του λαγωού θα της εφαίνετο ευάρεστος.

Και οι τέσσαρες οι βαστάζοντες αυτόν, βλέποντες ότι δεν ηδύναντο να φθάσωσιν εις τον Ιησούν διά μέσου του πλήθους, ανήλθον εις την οροφήν, χθαμαλήν καθώς αι των οικιών της Ανατολής, και ανοίξαντες ρωγμήν εις την στέγην, δι' άρσεως των κεράμων, κατεβίβασαν διά σχοινιών τον κράββατον μετά του παραλυτικού, ακριβώς εις το μέρος όπου εκάθητο ο Ιησούς.

Βεβαίως η βάρκα θα έπλεε ξυλάρμενη· εντός ολίγου έπρεπε να έλθουν. «Όπου είνε, θα φανούν». Την δευτέραν νύκτα ο Πάπος «εκάτιασε» πάλιν ή «εκούρνιασε», καθώς αι όρνιθες και τα περιστέρια, εις το σπίτι με τους τρεις τοίχους και την μισήν στέγην.

Ουδέποτε την είχε παρατηρήσει ούτως, επί της κλίνης κειμένην, αν και συγκατώκουν εκ μακρού χρόνου υπό την αυτήν στέγην.

Χωρίς να γνωρίζω τι μυστήριον κρύπτεται υπό την στέγην του Κ. Μελέτη, ήμην αρκούντως πεπεισμένος εξ όσων είδα και ήκουσα, ότι η παρουσία μας δεν ήτο βεβαίως ευάρεστος εις τον οικοδεσπότην και εις την αδελφήν του, και ότι η του Νίκου ιδίως ήτο επικίνδυνος διά την θυγατέρα του φιλοξενούντος ημάς.