United States or Lebanon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την νύκτα ότε άυπνος βλέπω τα αναρίθμητα άστρα ακτινοβολούντα εις την απέραντον γαλήνην του ουρανού, και ακούω υπό τον εξώστην μου τον ήσυχον φλοίσβον της θαλάσσης, διαπερούν ενίοτε την φαντασίαν μου, ως εικόνες αλλεπάλληλοι, αι ολίγαι ευχάριστοι αναμνήσεις της ζωής μου.

Επομένως είναι γελοία η απάντησις από εκείνον όστις ερωτήθη τι είναι επιστήμη, εάν απαντήση ένα όνομα μιας τέχνης, διότι απαντά τι παράγει η επιστήμη, ενώ δεν το ερωτήσαμεν αυτό. Θεαίτητος. Φαίνεται. Σωκράτης. Και έπειτα βεβαίως ήτο δυνατόν να απαντήση με το τίποτε και συντόμως, και όμως εκείνος διέτρεξε ένα απέραντον δρόμον.

Με κλαύματα ερχόμεθατον κόσμον. Δεν το 'ξεύρεις; Από την πρώτην την στιγμήν που μυρισθή αέρα, βογκά και κλαίει το παιδί. — Να σου το εξηγήσω. Την διδαχήν μου άκουσε: ΓΛΟΣΤ. Αλλοίμονον! Τι θλίψις! ΛΗΡ Θρηνούμεν, όταν μας γεννούν διά τον λόγον, ότι με λύπην μας ερχόμεθα εις τούτο της μωρίας το θέατρον τ' απέραντον... Ω! τι ωραίος σκούφος!

Τότε στην ευτυχισμένη μου άγνοια εποθούσα τον άγνωστο κόσμο, όπου περίμενα για την καρδιά μου τόση τροφή, τόσην απόλαυση, για να γεμίσω και να ευχαριστήσω το ορμητικό και από πόθους κινούμενο στήθος μου και τώρα ξαναγυρίζω από τον απέραντον κόσμον — ω φίλε μου, με πόσες διαψευσμένες ελπίδες, με πόσα καταστραφέντα σχέδια!

Εορτάσιμόν τινα πρωίαν, καθ’ ην ο ουρανός του Βερολίνου θέλων, φαίνεται, να δικαιολογήση το κείμενον του Μωϋσέως, ήνοιγε τους καταρράκτας του, καταφυγών εις την έρημον βιβλιοθήκην και από αιθούσης εις άλλην περιφερών τα χασμήματα και την ανίαν μου, ευρέθην αίφνης εις την απέραντον στοάν, ένθα τα Θεολογικά του μεσαιώνος βιβλία, περιτυλιγμένα εις παχύ στρώμα λευκού κονιορτού, ως νεκροί εις τα σάβανά των, κοιμώνται βαθύν και ανενόχλητον ύπνον.

Δι' αυτό λοιπόν τότε πάλιν ο θεός ο οποίος τον ετακτοποίησε, επειδή τον βλέπει να ευρίσκεται εις στενοχωρίαν, ενδιαφερόμενος να μη πελαγώση από την σύγχυσιν και διαλυθή και βυθισθή εις τον απέραντον τόπον της ανομοιότητος, έρχεται πάλιν αυτός εις το πηδάλιον, και συσφίγγει τα χαλαρωθέντα και παραλυθέντα μέρη και τα κάμνει καθώς ήσαν κατά την προηγουμένην περίοδόν του, και τον τακτοποιεί και τον καθιστά αθάνατον και αγήραστον.

Και ακριβώς επειδή εκτός τούτων η κατά ξηράν και θάλασσαν εκστρατεία ήτο κολοσσιαία και επροξένησεν απέραντον φόβον, μας ενέπνευσε ακόμη μεγαλιτέραν δουλείαν προς τους άρχοντας και τους νόμους, και από όλα αυτά μας ήλθε μεταξύ μας μία υπερβολική φιλία.

Άλλως η Ελλάς ολόκληρος θα είχεν από πολλών ήδη μηνών μεταβληθή εις απέραντον ύπαιθρον ωδείον, οπού οι ελέω ο ι κ ο ν ο μ ι κ ώ ν σ υ ν δ υ α σ μ ώ ν πτωχυνθέντες και λιμοκτονηθέντες Έλληνες θα εξεθύμαινον εις ήχον μάλλον ή ήττον βαρύν την μελανήν χολήν του στήθους των. Ο ελληνικός λαός ψάλλει συνήθως όταν ήνε εύθυμος.

Και έλεγε: — Δεν με αναγνωρίζεις, ω Άνθρωπε; και όμως συ, προ παντός άλλου, να με αναγνωρίσης ώφειλες, διότι, εάν δεν αναγνώριζες σήμερον το χθεσινόν δημιούργημα των ιδίων χειρών σου πώς είχες την αξίωσιν να γνωρίζης τον κόσμον, τον οποίον άλλος εδημιούργησε;. . . τον κόσμον, όστις αυτός εαυτόν αγνοεί;. . . τον κόσμον τον απέραντον, του οποίου το άκρον ανεζήτησα και δεν ανεύρον· του οποίου το κέντρον ηρεύνησα και ουδέν κατώρθωσα να καθορίσω;. . .

Ότε μετά τοσαύτας συγκινήσεις έμεινε τέλος μόνη η Ιωάννα εις τον απέραντον παπικόν κοιτώνα, τον τοσούτον ήρεμον, μεγαλοπρεπή και ευώδη, μάτην εζήτησεν ύπνον επί της πορφυράς αυτής κλίνης, ήτις ωμοίαζε βωμόν ανεγερθέντα εις τον Μορφέα. Η λύπη, η χαρά και ο καφφές την αυτήν έχουσιν επί των βλεφάρων ενέργειαν.