United States or South Georgia and the South Sandwich Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε ο Ντινάς σηκώθηκε: «Βασιληά, ξαναγυρίζω στο Λιντάν, και παραιτούμαι από την υπηρεσία σου». Κ' ενώ η Ιζόλδη του στέλνει θλιβερό μειδίαμα, ανεβαίνει στο άτι του κι' απομακρύνεται, περίλυπος και σκυθρωπός, με το κεφάλι σκυφτό. Όρθια στέκει η Ιζόλδη κοντά στην πυρά. Το πλήθος γύρω, φωνάζει, καταριέται το Βασιληά, καταριέται τους προδότες. Δάκρυα βρέχουν το πρόσωπό της.

Τότε στην ευτυχισμένη μου άγνοια εποθούσα τον άγνωστο κόσμο, όπου περίμενα για την καρδιά μου τόση τροφή, τόσην απόλαυση, για να γεμίσω και να ευχαριστήσω το ορμητικό και από πόθους κινούμενο στήθος μου και τώρα ξαναγυρίζω από τον απέραντον κόσμον — ω φίλε μου, με πόσες διαψευσμένες ελπίδες, με πόσα καταστραφέντα σχέδια!

Τίποτε γω. Μαύρη πέτρα πίσω μου κ' έφυγα. Στη Μαρσίλια λαβαίνω γράμμα. «Το Μοσχαδώ αρρώστησε απ' τον καϋμό της». Κύριε ελέησον. Να μην τα πολυλογούμε, γυρίζω, — τα ίδια πάλι. «Δεν πονηρεύομαι, είμαι μικρή ακόμα». Ξαναγυρίζω. Πέντε χρόνια κοντολογής. Στέγνωσα στα πόδια μου. Ο Καπετάν Βαγγέλης άκουγε με το στόμα ανοιχτό. Στο τέλος ξέσπασε. — Μέγας είσαι, Κύριε, μ' αυτά τα θηλυκά!

Όταν δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε με τον εαυτό μας.. Αυτό συμβαίνει συχνά. Έχετε δίκαιο. Τι κοντοστέκεσθε, γιατρέ. ΦΛΕΡΗΣΕίναι θυμωμένος μαζή μου. ΜΙΣΤΡΑΣΚάθε άλλο. Πηγαίνω να ιδώ έναν άρρωστό μου και ξαναγυρίζω. ΒΕΡΑΕύχομαι, γιατρέ, ο ασθενής σας να είνε καλύτερα. ΦΛΕΡΗΣΤον γνωρίζετε αυτόν τον ασθενή, δεσποινίς;

Ευχαριστώ τον ουρανόν που έμεινα γελασμένη εις αυτήν την γνώμην, και τώρα γνωρίζω ότι και οι άνθρωποι ημπορούν με σταθερότητα να αγαπήσουν. Ιδού το λοιπόν, ω βασιλέα, ακολούθησεν η Κεριστάνη, που εις εσένα ξαναγυρίζω, διά να σε πληρώσω από αγαλλίασιν, και να σε κάμω να ξαναϊδής τα παιδιά σου.

Πρώτη φορά ήτανε τάχατες που τώκανε; Ποιος να τονέ βαστάξη τρελλόν άνθρωπο; Έβαλε το σκούφο του και λέει της μάννας του: «Αφίνω γεια, μάννα. Στη θάλασσα ξαναγυρίζω. Πάλε γεμιτζής. Παληά μας τέχνη κόσκινο». Κ' έφυγε γελώντας. Πού να βάλη με το νου της κ' η δυστυχισμένη η μάννα του το τι μελετούσε μέσα του...

Τρέχω λοιπό σαν αστραπή στο καλύβι και τους λέω να μη νοιάζουνται, μόνο να κάθουνται μέσα κρυμμένοι, κ' οι Τούρκοι δε θανέβουν ως εκεί απάνω. Ξαναγυρίζω κατόπι τρεχάτος στο σπίτι να πάρω τη γυναίκα μου με το μικρό μικρό και να φύγω. Ζυγώνω δε ζυγώνω, και τι να δω! Τούρκοι γεμάτο το σπίτι, και μόλις πρόφτασα να δω τη Φωτεινή μου που την κουβαλούσανε με τον Κωστάκη στην αγκαλιά της!