United States or Montserrat ? Vote for the TOP Country of the Week !
Δεν μπορείς να κάνης χωρίς αυτήνα. ΦΛΕΡΗΣ — Το ξέρεις καλά πως δε μου επιτρέπεται πια να τη συλλογίζωμαι. Από την ημέρα που έφερα την κόρη μου από το μοναστήρι, δεν μπορεί πια να γίνεται λόγος για τη Λέλα. Αυτή δεν μπορεί πια να ζήση μαζή μου. Μια άλλη ζωή αρχίζει για μένα. Έχω υποχρεώσεις στην κόρη μου. Αυτό το ξέρεις, γιατρέ. Τα είπαμε μια φορά. ΜΙΣΤΡΑΣ — Αυτό δε θα πη πως δεν την αγαπάς ακόμα.
Τον βαλαν εκδόρια, μα η πνευμονία είχε προχωρήσει κιο γιατρός δεν είχε πολλές ελπίδες. Ο άρρωστος στην αγωνιώδη κατάσταση πούτονε βρήκε τη δύναμη να πη του γιατρού: — Εγώ, θαρρώ, γιατρέ, πως, α μου δώσουνε να πιώ τσικουδιά, θα με κάμη καλά. — Ο Θεός φυλάξοι! είπεν ο γιατρός. Σταλιά. Μήτε ρακή, μήτε κρασί. Ο Δριμομιχελής μουρμούρισε μια βλαστήμια.
Κάτι πήγε να πη ακόμα, μα ο γιατρός τούγνεψε να σωπάση. — Εσύ να μη μιλάς. Ν' ακούς μονάχα. Ό,τι θέλεις με τα νοήματα να το γυρεύης. — Γιατρέ μου, δεν κυττάς αποδώ και τη γυναίκα; Θα μας μείνη στα χέρια! ξεφώνισε μια γυναικούλα, — Δεν έχουν ανάγκη οι γυναίκες! έκανε ο γιατρός. Να κάνωμε τη δουλειά μας πρώτα. Κ' έσκυψε πάλι απάνω στον χτυπημένο.
Κλαίει μες την κάμαρά της. Δεν θέλει να κατεβή. ΦΛΕΡΗΣ — Αρχίσαμε τα ίδια; Θα την κάνω εγώ να της περάσουν αυτά τα κλάματα. Αυτά μας λείπανε τώρα. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ — Εγώ πάω. ΜΙΣΤΡΑΣ — Δεν άρχισε, πάει να πη, ακόμα η απαγγελία. Γιατρέ σε ζητούνε στο 11. ΦΛΕΡΗΣ — Τι απαγγελία, αδερφέ; Δε βλέπεις πάλι; ΜΙΣΤΡΑΣ — Τι τρέχει; ΦΛΕΡΗΣ — Τα ίδια της συχωρεμένης.
Βλέπεις τι καλή που είμαι, Δεν θαργήσωμε όμως, Νίκο; Ε; Έχω το λόγο σου. ΝΙΚΟΣ — Έννοια σου. Πάμε. Έλα αγάπη μου. ΜΙΣΤΡΑΣ — Τι όραμα ευτυχίας, αλήθεια! Πώς έχει καρδιά να διακόψη κανένας μια τέτοια ευτυχία! Αυτό συλλογίζομαι, μα το Θεό. ΦΛΕΡΗΣ — Ούτε το δικαίωμα, γιατρέ.
Η προτίμησή σου ήτανε, πάντα για τις γυναίκες του είδους της. ΦΛΕΡΗΣ — Όχι, μην το λες, γιατρέ, αυτό. Η Λέλα δεν είναι αυτό που νομίζεις. Δεν είναι πολλές γυναίκες που της μοιάζουν. ΜΙΣΤΡΑΣ — Δεν είπα το ενάντιο. Αυτό λέω κ' εγώ, πως την αγαπάς πάντα. ΦΛΕΡΗΣ — Δεν μπορώ να την αγαπώ πια. Το ξέρεις. ΜΙΣΤΡΑΣ — Πάει να πη το λοιπόν πως έχομε καινούργιες αγάπες. ΦΛΕΡΗΣ — Δεν ξέρω, γιατρέ. Δεν ξέρω.
ΦΛΕΡΗΣ — Όμως άκουσε γιατρέ. Είναι ανάγκη να ιδώ αμέσως τη Λέλα. Είμαι ένοχος μπροστά της και μπροστά στον εαυτό μου. Πρέπει να την ιδώ. Τι θέλεις να πης; Δεν καταλαβαίνω. ΦΛΕΡΗΣ — Είναι ανάγκη να ιδώ την Λέλα. Να την ιδώ το ταχύτερο. ΜΙΣΤΡΑΣ — Λες ανοησίες Τάσσο; Τι να την κάνεις τώρα τη Λέλα! Το καλύτερο είνε να γυρίσης το γρηγορώτερο στην Αθήνα. Αυτό είναι το καλύτερο.
ΛΕΛΑ — Στην υγειά σου, ανθυπολοχαγέ. Ζήτω η ευθυμία! Στην υγειά σας, γιατρέ. Να θυμάσθε πως σας έκαμα μια φορά τη νοσοκόμα. ΜΙΣΤΡΑΣ: — Ευχαριστώ, κοκώνα μου. Ευχαριστώ. Μα εκείνη η βελονίτσα σας γιατρέ. Με τι κακία που τη μπήξατε στο δέρμα της φιλενάδας μου. Τι σκληρός άνθρωπος που είσθε. Εγώ δε θα σας άφινα ποτέ μου να με τρυπήσετε έτσι. ΜΙΣΤΡΑΣ — Είσαστε τόσο λιγόψυχη, κοκώνα μου;
Έλα εδώ εσύ μικρή!-είπε, γεμίζοντας τη σύριγγα μ’ αιθέρα-άνοιξε το ποκάμισο της Κεράς σου και σκούπισε λίγο το μέρος εκεί κοντά στην καρδιά μ' ένα μαντηλάκι. Στάσου να σου στάξω καλύτερα λίγο αιθέρα. . έτσι !. . . -Αχ, κυρ Γιατρέ: Τι!
Ενθυμήθη, και διευθυνθείς προς τον μικρόν τάφον του θυγατρίου του εγονυπέτησεν επ' αυτού και ανελύθη εις δάκρυα . . . Έκλαυσεν επί πολύ και τα δάκρυα εκείνα τον ανεκούφισαν . . . ωσάν να τον περιέβαλλον με μίαν γαλήνην, την οποίαν προ πολλού καιρού δεν είχεν αισθανθή. Όταν ηγέρθη, είδεν ενώπιόν του τον γέροντα φύλακα. — Σήμερα το βρήκατε, γιατρέ, να κλαίτε; είπεν ο γέρων.
Λέξη Της Ημέρας