Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Η Αυγούστα Ποππέα μου έκαμε παράπονα, κατηγορούσα αυτήν ότι έκαμε μαγείαν κατά του θυγατρίου μας εις τους κήπους του Παλατινού. — Αλλ' εγώ παρετήρησα εις τον Τιγγελίνον, ότι οι θεοί δεν υπόκεινται εις μαγείαν. Ενθυμείσαι, ω θείε άναξ, ότι εταράχθης, και συ αυτός έκραξες ότι είχον δίκαιον; — Ενθυμούμαι. Είτα στραφείς ο Καίσαρ προς τον Βινίκιον είπε: — Την αγαπάς όσον λέγει ο Πετρώνιος;
Και αφού τον παρετήρησεν επί τινας στιγμάς, ως να διέκρινε τώρα πρώτην φοράν ότι ο Τριαμάτης δεν ήτο άνθρωπος, του είπε πάλιν: — Αν ήσουνε και συ Μονώλης, θα σ' άρεσε· μα είσαι μόνο «σκύλος, κακομοίρη! Είντα να σου κάμω 'γώ; Μετά δεκαπέντε ημέρας ετελέσθη το βάπτισμα του θυγατρίου του Μουστοβασίλη, νέου και ευπόρου χωριανού, του οποίου ανάδοχος έγεινε, κατά το σχέδιον του πατρός του, ο Μανώλης.
Εν τω μεταξύ η καπετάνισσα η Λυμπέραινα, είτε διότι εδυσχέραινεν εκ της παρατεινομένης απουσίας του θυγατρίου, είτε μάλλον διότι επεθύμει να είνε και αυτή παρούσα εις την διεξαγωγήν της μαντείας, έφθασεν εις την οικίαν της Παγούραινας. Μετά ώραν ικανήν, όταν η Αλέξαινα, καθημένη αντικρύ της μικράς, είδε κάπως τα όμματά της να ιλλωπίζουν, από κούρασιν ή ζάλην, την ερωτά: — Τι βλέπεις;
Άκρα σιγή και ησυχία επεκράτησεν εντός του σκοτεινού θαλάμου, μετά τον τελευταίον βήχα και τον κλαυθμηρισμόν του θυγατρίου, τα οποία τόσον αποτόμως διεκόπησαν. Η Φραγκογιαννού είχε κύψει το πρόσωπόν της, και είχε στηρίξει με τας δύο χείρας το μέτωπον, και είχε παύσει να σκέπτεται. Της εφαίνετο ότι δεν έζη πλέον. Ούτε η πνοή της ηκούετο. Πας θόρυβος είχε παύσει.
Συχνότερα τώρα προσεύχεται εις τον μικρόν τάφον του προσφιλούς θυγατρίου του και ο γνωστός γέρων φύλαξ συγκινείται βλέπων την απέραντον θλίψιν εκείνην. Παρήλθον ούτω τρία έτη· τρία ολόκληρα έτη ερημίας, μονώσεως βασανιστικής. Η λύπη του Κλέωνος δεν κατηυνάσθη· φαίνεται όμως ήρεμος. Εκτελεί θρησκευτικώς τα καθήκοντά του, αλλ' είνε καρδία νεκρά πλέον, είνε σώμα, νομίζεις, άψυχον.
Ο πρεσβύτερος αυτών ήδη νεανίας εικοσαετής, το δε νεώτερον ήτο κοράσιον τριετές εις ο η νοννά είχε δώσει το όνομά της. Το βρέφος τούτο ήτο το τεσσαρακοστόν πνευματικόν γέννημα της θειά-Σοφούλας. Είχε γεννηθή τέλος το από πολλού προσδοκώμενον τούτο συμπλήρωμα του προωρισμένου αριθμού και ήτο το χαδευμένον της θειά-Σοφούλας. Η νοννά έτρεφε φιλοδόξους σκοπούς ως προς το μέλλον του θυγατρίου τούτου.
Η λεχώνα εκοιμάτο, του μικρού θυγατρίου ηκούετο η αναπνοή μέσα εις την σκάφην την χρησιμεύουσαν ως λίκνον, υπό το στέφανον του βαρελιού το ανέχον υψηλά έν λεπτόν πανίον.
Ενθυμήθη, και διευθυνθείς προς τον μικρόν τάφον του θυγατρίου του εγονυπέτησεν επ' αυτού και ανελύθη εις δάκρυα . . . Έκλαυσεν επί πολύ και τα δάκρυα εκείνα τον ανεκούφισαν . . . ωσάν να τον περιέβαλλον με μίαν γαλήνην, την οποίαν προ πολλού καιρού δεν είχεν αισθανθή. Όταν ηγέρθη, είδεν ενώπιόν του τον γέροντα φύλακα. — Σήμερα το βρήκατε, γιατρέ, να κλαίτε; είπεν ο γέρων.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν