Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


ΒΛΕΠΥΡΟΣ Να μου πης ακόμη ένα: αν οι άρχοντες του τόπου προστιμάρουνε κανένα πού θα βρη για να πληρώση; από το κοινό ταμείο θάταν άδικο να δώση. ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Μα θα παύσουνε κ' η δίκες. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Ώ τι κόσμος θα χαθή! ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Μα κι' αυτό τώχω σκεφθή. Και γιατί να γίνουν δίκες, κακομοίρη; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Λόγου χάρι πρώτα-πρώτα για τα χρέη, που θ' αρνήτ' όποιος τα πάρη.

Θα πάρης στο λαιμό σου τον κακομοίρη τον Πίπιζα!... Έφυγε ξαναμένος ο πατέρας σου από κοντά του. Και όλη τη νύχτα δεν ημπόρεσε να κλείση μάτι. Τα λόγια του αδερφού ηύραν χωράφι γόνιμο την αράθυμη ψυχή του κ' εβλάστησαν κλαδιά και παρακλάδια επίφοβα. Δεν έβλεπε την ώρα να βάλη σε πράξι τις συμβουλές του.

ΛΕΟΝΤ. Και όμως αν μ' έβλεπες με τα όπλα μου δεν έχω αμφιβολίαν ότι θα μ' ερωτεύεσο. ΥΜΝ. Και μόνον που σε ακούω, Λεόντιχε, μου έρχεται αναγούλα και μου φαίνεται ότι βλέπω τους σκοτωμένους και μάλιστα τον κακομοίρη το λοχαγό με τη κεφαλή σχισμένην εις δύο.

Παχειά μυρουδιά από κουνουπίδι γέμιζε τον γύρω αέρα, χωνότανε στη μύτη και στο στόμα, και μούσκευεν ακόμα το πρόσωπο και τα ρούχα. — Δε σου φαίνεται...; είπεν ο Ρένας. — Δε μου φαίνεται, διάκοψε κείνος, νομίζοντας ότι κι' αυτό αποτελούσε κάποιαν εξυπνάδα. — Άκουσε λοιπόν, κακομοίρη.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Η αρρώστεια θα τον έφαγε τον κακομοίρη. ΑΓΓΕΛΟΣ Είχε πολλά στη ράχη του χρονάκια ο γέρος. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλλοίμονο, αλλοίμονο! Τι να πω πρέπει για τους οιωνούς τους μαντικούς ή την εστία ή τα πουλιά που κλαγγαστά ψηλά πετάνε, που επρόλεγαν ο θάνατος πως από μένα θα προέλθη του πατέρα μου του βασιλέως. Εκείνος τώρα κρύβεται στη γη αποκάτω, κ’ εγώ εδώ πέρα βρίσκομαι, χωρίς το ξίφος να πιάσω.

Βέβαια, καλέ Θεαίτητε, διότι συ δεν είσαι κούφος, αλλά κάτι θα γεννήση το μυαλό σου. Θεαίτητος. Δεν ηξεύρω τι να ειπώ, Σωκράτη μου. Σου λέγω όμως αυτό, το οποίον συμβαίνει. Σωκράτης. Τότε λοιπόν, κακομοίρη μου, δεν έμαθες ότι εγώ είμαι υιός μαίας πολύ ικανής και σοβαράς, δηλαδή της Φαιναρέτης; Θεαίτητος. Αυτό μάλιστα το ήκουσα. Σωκράτης.

Και τότε ο Λάμωνας μαζί με τη Μυρτάλη και το Δάφνη, πέφτοντας εμπρός στα πόδια του, παρακαλούσανε να λυπηθή γέρο κακομοίρη και να τόνε γλυτώση από το θυμό του πατέρα του, επειδή δεν έφταιγε καθόλου. Και συνάμα του τα λέει όλα ένα προς ένα.

Και αφού τον παρετήρησεν επί τινας στιγμάς, ως να διέκρινε τώρα πρώτην φοράν ότι ο Τριαμάτης δεν ήτο άνθρωπος, του είπε πάλιν: — Αν ήσουνε και συ Μονώλης, θα σ' άρεσε· μα είσαι μόνο «σκύλος, κακομοίρη! Είντα να σου κάμω 'γώ; Μετά δεκαπέντε ημέρας ετελέσθη το βάπτισμα του θυγατρίου του Μουστοβασίλη, νέου και ευπόρου χωριανού, του οποίου ανάδοχος έγεινε, κατά το σχέδιον του πατρός του, ο Μανώλης.

ΠΕΤ. Τον βλέπεις και αυτόν πώς αγρυπνά από τας φροντίδας. Κάθεται, και λογαριάζει τους τόκους και βλέπει τα δάκτυλα του πώς έχουν μείνη πετσί και κόκκαλο. Και μετ' ολίγον καιρόν θα ταφήση όλα αυτά για να γίνη βρωμούσα ή σκνίπα ή σκυλόμυγα. ΜΙΚ. Τον βλέπω τον κακομοίρη και ανόητον άνθρωπον, που και τώρα δεν ζη καλλίτερα από την βρωμούσαν ή την σκνίπαν. Πάμε τώρα εις άλλον.

Δεν πάγαινες, κακομοίρη, παρακάτω, τω είπα. Το μέλι έχει αυτή η θέσις;

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν