United States or North Korea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Νογώ το λάθο, πώκαμα· οι ανθρώποι δε μου φταίγουν. Σ' αυτούς δεν τύχαινε να βγω· η γριαίς δεν τους αρέγουν. Δεν είν' αυτό, αδερφούλα μου, εκείνο που πειράζει. Της λέει το Ψέμα, ως το φρονείς, κι' ο νους σου λογαριάζει. Δεν βλάβουν τα γεράματα, μόν αμορφή κι' αιτία Είν' της στολής η έλλεψι· δεν είν' η ηλικία.

Βεβαίως όμως τούτο είναι πλέον κάποιος τρόπος πολιτεύματος. Ποίος; Αναφέρει δε και ο Όμηρος ότι αυτή υφίστατο εις τον συνοικισμόν των Κυκλώπων, διότι λέγει: Αυτοί δεν έχουν σύνοδον γερόντων ούτε δίκας αλλά των υψηλών βουνών τις ράχες κατοικούνε σε λαξευμένα σπήλαια, και ο καθείς δικάζει μόνος γυναίκα και παιδιά, και άλλον δεν λογαριάζει.

Είπε, κι' εφτύς τον άκουσε του Κρόνου η κόρη η Ήρα, και στον τρανό πήγε Έλυμπο οχ τις κορφές της Ίδας. Σαν πώς πετάει ο νους αντρός κοσμοταξιδεμένου 80 όταν στης μάβρης του καρδιάς τα βάθια λογαριάζει «εδώ 'μουνα κι' εκεί 'μουνακαι τα παλιά θυμάται· έτσι γοργά πετάχτηκε πιλάλα η σεβαστή Ήρα.

Νογώ το λάθο, πώκαμα· οι αθρώποι δε μου φταίγουν. Σ' αυτούς δεν τύχαινε να βγω οι γριαίς δεν τους αρέγουν, Δεν είν' αυτό, αδερφούλα μου, εκείνο που πειράζει. Της λέει το Ψέμα, ως το φρονείς, κι' ο νους σου λογαριάζει: 90 Δε βλάβουν τα γεράματα, μον αφορμή κι αιτία Είν' της στολής η έλλειψι· δεν είν η ηληκία.

Δεν είναι μάζα, είναι μορφή, και οι γραμμές της είναι ξεκομμένες, ζωγραφιστές. Ο σκελετός της είναι ξετελειωμένος, και η Ελληνίδα είναι πηγμένη. Ζει βέβαια κι αυτή, και ίσως καίει, μα καίει όμορφα, σαν το λυχνάρι, όχι σαν την τρελλή τη φωτιά. Μετρημένη σ' όλα, λογαριάζει, το τ ι θα πει, το π ώ ς θα το πει, το γ ι α τ ί θα το πει, το π ό τ ε θα το πει.

Ο αποθανών δεδικαίωται δύναται να μεταφρασθή· «Τώρα ποιος τον λογαριάζειΤο φαινόμενον τούτο παρουσιάζεται ιδίως κατά τους θανάτους πολιτικών ανδρών. Άνθρωποι οίτινες ζώντας τους απεκάλεσαν προδότας, ηλιθίους και ολετήρας, τους ανακηρύττουν σπουδαίους και μεγάλους μετά θάνατον. Η μεγαλοψυχία δε αύτη αυξάνει αναλόγως προς την τραγικότητα του θανάτου των.

Κ' έφυγε' πιάσ' ταμπέλια της που λέει κ' η παροιμία. Δυο μήνες τώρα πέρασαν που δεν την ξαναείδα κι άφησα γένεια μακρυά σαν νάμουν απ' τη Θράκη. Ο Λύκος τώρα είνε γι' αυτήν όλο το παν, στο Λύκο τη νύκτα τα μεσάνυκτα την πόρτα της ανοίγει, και μένα με καταφρονεί σαν νάμουν Μεγαρίτης κι ούτε με συλλογίζεται κι ούτε με λογαριάζει.

Αυτοί όμως οι άλλοι αποκρίνονται πως και οι ιδέες είναι πραγματικότητα και πως κάποιος πλατύτερος θετικισμός πρέπει να τις περιλαβαίνει και αυτές και να τις λογαριάζει, αφού είναι δύναμη αλογάριαστη οι ιδέες, και αφού ιδέες χρησιμεύουν πάντα για βάση κάθε θετικισμού, όπως και κάθε φιλοσοφίας, όπως και κάθε πολιτικού προγράμματος.

Εις του Σίμωνος θα πάμε πρώτα ή εις άλλον πλούσιον; ΜΙΚ. Όχι στου Σίμωνος, που, αφού επλούτισε, του φαίνεται μικρόν το δισύλλαβον όνομά του και τώκαμε τετρασύλλαβον. Αλλ' εφθάσαμεν εις την πόρτα του. Τι πρέπει να κάμω τώρα; ΠΕΤ. Βάλε το πτερόν στην κλειδαρότρυπα. ΜΙΚ. Ορίστε. Ω Θεέ μου, άνοιξε η πόρτα σαν να ήτο το φτερό κλειδί. ΠΕΤ. Πήγαινε 'μπρός. Τον βλέπεις πώς αγρυπνεί και λογαριάζει;

Ύστερα και του τρελλού τα καμώματα τρελλά τα λογαριάζει ο κόσμος και κανείς δε βάζει την ουρά του. Τον είδε ο μούτσος. Τον είχανε ξυπνίσει τα σκυλιά. Ανεβαίνει στην κουβέρτα και τονέ βλέπει που πολεμούσε να λύση τη βάρκα του Μανώλη του Λεϊμονή, πούτανε δεμένη στο μώλο. Σαν πήδησε μέσα κ' έλυσε το πανί και πήρε στα χέρια του τη σκότα, άρχισε τις φωνές: «Αφίνω γεια, Μυγδαλιώ.