United States or Central African Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τους λαχνούς ο Έχτορας κουνούσε τηρώντας πίσω· κι' αλαφρός του Πάρη πήδησ' όξω. 325 Κάθουνται τότες στη σειρά οι άλλοι, εκεί καθένας πούχε αφισμένα τ' άρματα, τα πίλαλά του ζώα. Κι' εκείνος βάζει στο κορμί την πλούσια αρματωσά του, της ομορφόμαλλης Λενιός ο ζηλεμένος άντρας. Έβαλε πρώτα τα γερά τουσλούκια στα καλάμια, 330 πανώρια, πούταν μ' αργυρά θηλύκια αρμοδεμένα.

Είπε, κι' αφτοί όλοι απόμειναν χωρίς να βγάζουν λέξη. Μα εκεί είταν κάπιος Δόλονας, γιος βροντολάλου κράχτη, του Καλογνώμη, σε χαλκό και σε χρουσάφι πλούσιος· 315 ναι μεν κορμί είχε ασήμαντο, μα πιλαλά τα πόδια, και σπίτι του είταν μονογιός μες σ' αδερφάδες πέντε.

Κι' ενόσω αφτοί τους γύμνωναν, να! πέφτουν οι Αργίτες στο χάντακα και στα μπηχτά παλούκια, και πιλάλα ζερβόδεξα κακήν κακώς μες στο τειχί τραβιούνται. 345 Έκραξε τότε ο Έχτορας με μια φωνή μεγάλη «Δεν έχει τώρα πλιάτσικα, μόν' όλοι ομπρός! στα πλοία.

Και πάει ο Αφτομέδος κι' εφτύς τον Ξάνθο στο ζυγό και τον Ψαρύ του ζέβει, τα πιλαλά άτια, που μαζί πετούσαν με τ' αγέρια, που με το Ζέφυρο άνεμο τάχε μια λάμια κάνει, 150 η Λεφκοπόδα, ενώβοσκε μια μέρα στο λιβάδι κοντά στο ρέμα τ' Ωκιανού.

Είπε, κι' εφτύς τον άκουσε του Κρόνου η κόρη η Ήρα, και στον τρανό πήγε Έλυμπο οχ τις κορφές της Ίδας. Σαν πώς πετάει ο νους αντρός κοσμοταξιδεμένου 80 όταν στης μάβρης του καρδιάς τα βάθια λογαριάζει «εδώ 'μουνα κι' εκεί 'μουνακαι τα παλιά θυμάται· έτσι γοργά πετάχτηκε πιλάλα η σεβαστή Ήρα.

Ένιωσε εκείνος τη φωνή πως η θεά λαλούσε, και χέρι χέρι ανέβηκε στ' αμάξι· κι' ο Δυσσέας με το δοξάρι βάρεσε τα ζώα, που πιλάλα μέσα απ' τον κάμπο τρέχανε να πάνε στα καράβια. Μα σαν τυφλός δε φύλαγε κι' ο Αργυροδοξάρης 515 σαν είδε τη θεά Αθηνά που βόηθαε το Διομήδη, Μον σκυλιασμένος έτρεξε μες στους σωρούς των Τρώων και σήκωσε τον Ιπποκό, πρωτάτο των Θρακώνε, γερό του Ρήσου ξάδερφο.